Πατάτες και Credit Agricole Groupe

Δημήτρης Ψυχογιός 07 Μαρ 2012

Παραξενεύτηκα που θα γίνει και στην Κηφισιά πώληση πατάτας από τους παραγωγούς του Νευροκοπίου, όπως διάβασα στις εφημερίδες. Αν ήταν για το Κολωνάκι, θα το καταλάβαινα – αλλά στην Κηφισιά θα ήταν λογικότερο να πουλήσει σε φθηνή τιμή πατατόσπορο ο δήμαρχος, να τον καλλιεργήσουν στις βίλες τους οι κάτοικοι, να τελειώνουμε όχι μόνο με τους μεσάζοντες αλλά και με την αλλοτριωτική διάσταση καταναλωτή-παραγωγού, να είναι ο καθένας μας αυτεξούσιος και αυτάρκης, όπως την παλιά καλή εποχή που η αγροτική οικογένεια παρήγαγε όλα όσα κατανάλωνε. Πλήρωνε σε είδος τους φόρους στο κράτος, το ενοίκιο στον γαιοκτήμονα, έβγαινε και το μερίδιο της εκκλησίας και όλοι ήσαν ευχαριστημένοι και ευτυχείς. Μετά ήρθε ο εκχρηματισμός της οικονομίας και φθάσαμε εδώ που φθάσαμε, να έχει 60 λεπτά στη λαϊκή το κιλό η πατάτα, ενώ θα μπορούσαμε να την παίρνουμε απευθείας από τους παραγωγούς με 30.

Δεν είχα ποτέ ρωτήσει πόσο κάνουν οι πατάτες, στη λαϊκή ή στο σουπερμάρκετ. Κάτι που σου προσφέρεται σε συσκευασία 5 κιλών, δεν το ψάχνεις, θεωρείς πώς δεν επιβαρύνει σημαντικά τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Κόλπο των μεσαζόντων βέβαια. Διότι διαπίστωσα ότι καταναλώνουμε 2-3 κιλά πατάτες τον μήνα στο σπίτι, επί 30 λεπτά οικονομία ανά κιλό μας κάνει τουλάχιστον ένα ευρώ τον μήνα – λιγότερο κέρδος από τα δύο κόμμα κάτι ευρώ που θα γλίτωνα αν περνούσα από τα διόδια της Κατερίνης την ημέρα που οι κινηματικοί διανομείς της πατάτες είχαν σηκώσει τις μπάρες στο πλαίσιο του «Δεν Πληρώνω» αλλά ας μην είμαστε πλεονέκτες: το κράτος προφανώς μπορεί να τα προσφέρει όλα δωρεάν αλλά οι πατατοπαραγωγοί κάτι πρέπει να πάρουν για να ζήσουν.

Ευαισθητοποιημένος πλέον καταναλωτής, ρώτησα τον πωλητή πατατών Νευροκοπίου στη Λαϊκή της γειτονιάς μου την περασμένη Πέμπτη γιατί αυτός τις δίνει 60 λεπτά ενώ οι παραγωγοί 30. «Είναι διαλογής εκείνες», μου απάντησε. «Πουλάνε όσες δεν πήραν οι έμποροι και τους έμεινα στο χωράφι». Δεν το πίστεψα το όργανο του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου που συκοφαντούσε τον ευγενή αγώνα των παραγωγών. Ξέρω ότι αυτό, να πουλάνε ό,τι τους έχει ξεμείνει στο χωράφι ή στο περιβόλι, το κάνουν μόνο όσοι στήνουν πρόχειρα μαγαζιά στους επαρχιακούς δρόμους και προσφέρουν αυθεντικά αγροτικά προϊόντα στους περαστικούς που μαγεύονται από την αμεσότητα της σχέσης με τον παραγωγό, το τοπίο και τη γη και σταματούν να αγοράσουν.

Με άλλα προϊόντα, το γάλα ας πούμε, αυτό δεν γίνεται δυστυχώς, χαλάει γρήγορα. Και θυμάμαι το μεγάλο παράπονο των κτηνοτρόφων της Πίνδου την περίοδο που συμμετείχα σε έρευνα του ΕΚΚΕ για τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς, πριν από 35 χρόνια: «μα είναι δυνατόν ένα λίτρο γάλα να έχει στην Αθήνα όσο ένα λίτρο νερό;». Είχε απόλυτο δίκιο, μας έκλεβαν οι μεσάζοντες του νερού. Πολύ περισσότερο που οι συζητήσει αυτές γίνονταν συνήθως δίπλα από πηγές όπου έρρεε εξαιρετικής ποιότητας κρουσταλλένιο νερό εντελώς τζάμπα.

Συμμετέχω, λοιπόν και εγώ στο Κίνημα. Θα πάω το Σάββατο στην Κηφισιά να αγοράσω ένα τσουβάλι με 10 κιλά πατάτες, να περάσουμε έξι μήνες, αν αντέξουν τόσο. Θα αποφύγω όμως να περάσω έξω από το κατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας που είναι στη γειτονιά μας. Με πληγώνει η υποσημείωση στην πινακίδα του: Credit Agricole Groupe. Credit Agricole, Αγροτική Πίστη, είναι η τράπεζα που ίδρυσαν οι ενώσεις των γαλλικών αγροτικών συνεταιρισμών, η γαλλική ΠΑΣΕΓΕΣ, ας πούμε. Και εξακολουθούν ακόμη να την ελέγχουν. Πριν από 35 χρόνια ήταν ήδη σημαντική τράπεζα, κάπως σαν την Πειραιώς με τα ελληνικά δεδομένα. Σήμερα είναι παγκόσμιος κολοσσός – ίσως επειδή δεν έδινε δάνεια στα κόμματα, όπως κάνει η ΑΤΕ. Ίσως και επειδή οι Γάλλοι αγρότες δεν κάνουν αρπαχτές με ό,τι τους περισσεύει στο χωράφι.

Στην Ελλάδα, στο ίδιο διάστημα, οι συνεταιρισμοί συνεχίζουν να φυτοζωούν και περάσαμε από τη «μάχη του τελάρου» στη Λαχαναγορά των Αθηνών στον «πόλεμο της πατάτας» στην Κηφισιά. Όπως γνωρίζουν όλοι οι στρατιωτικοί, η διαφορά από τη μάχη στον πόλεμο είναι τεράστια. Προοδεύσαμε και εμείς, καλά πάμε.