Αν τα σχόλια και τα άρθρα ήταν ψήφοι το ΚΙΝΑΛ θα ήταν τώρα αυτοδύναμη κυβέρνηση! Τόση συζήτηση για ένα κόμμα μικρομεσαίου μεγέθους είναι εντυπωσιακή και ενδεικτική. Πράγματι, παρά τις διαφορές, υπήρξαν κάποιοι κοινοί τόποι στη συζήτηση που συνοψίζονται σε τέσσερα σημεία. Πρώτον, το παρελθόν του κόμματος ΠΑΣΟΚ, με τη μακρόχρονη ηγεμονία και την απότομη κατάρρευση, εξηγεί το ευρύτερο ενδιαφέρον. Η όλη του πορεία συνιστά αυτή καθαυτή φαινόμενο προς ερμηνεία, τόσο στο εθνικό όσο και στο διεθνές επίπεδο. Δεύτερον, το σημερινό κομματικό σύστημα, με ένα κυρίαρχο κόμμα και το δεύτερο χωρίς δυναμική εξουσίας, είναι ασταθές και προβληματικό. Τρίτον, η εστία της αστάθειας είναι ο κεντροαριστερός χώρος, και επομένως οι εξελίξεις σε αυτόν θα καθορίσουν τη δομή και τη δυναμική του συνολικού πολιτικού συστήματος. Τέταρτον, οι προβλέψεις είναι ανοιχτές. Το ότι ο Μητσοτάκης ζορίζεται και ότι ο Τσίπρας δεν μπορεί, δεν σημαίνει ότι ο Ανδρουλάκης θα τα καταφέρει. Ξεκινά πάντως με την εγγύηση της μαζικής συμμετοχής και την επιτακτική υπόδειξη για ανανέωση.
Από τι θα κριθεί η ανάκαμψη του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ; Με ποια κριτήρια θα αξιολογείται η νέα ηγεσία; Εδώ υπάρχει μια αντίφαση που αξίζει να την υπογραμμίσουμε και κυρίως να τη συνειδητοποιήσουμε. Από τη μια, ο ορίζοντας είναι βραχύς: μετρούν τα ποσοστά από τώρα, από τις πρώτες δηλαδή δημοσκοπήσεις, ως το αποτέλεσμα των επόμενων εθνικών εκλογών. Από την άλλη όμως, αυτά τα βραχυχρόνια αποτελέσματα εξαρτώνται από τα στρατηγικά και μακροϊστορικά χαρακτηριστικά που θα προσλάβει από σήμερα η ανασύνταξη του κόμματος και του ευρύτερου χώρου του. Με άλλα λόγια, προϋπόθεση επιτυχίας είναι η ανασύνταξη να επιχειρηθεί και να πείσει ότι επιχειρείται, με συνείδηση παράταξης. Διαφορετικά, η προοπτική του θα εγκλωβιστεί στα όρια ενός μικρομεσαίου κόμματος, θνησιγενούς, αδιάφορου ή συμπληρωματικού, ανάλογα με τις περιστάσεις. Παράταξη σημαίνει σταθερό προσανατολισμό στην επίτευξη ενός κεντρικού εθνικού στόχου, σημαίνει φιλόδοξη πολιτική με στρατηγικό βάθος, αίσθημα εθνικής υπευθυνότητας, ιστορική αυτογνωσία και ικανότητα αυτοκριτικής. Συνείδηση παράταξης είναι εκείνη η διάσταση της πολιτικής που υπερβαίνει τον καθημερινό κομματικό ανταγωνισμό και δένεται με τις βαθύτερες ανάγκες της χώρας και της κοινωνίας στη συγκεκριμένη ιστορική φάση.
Οι παρατάξεις σχηματίζονται ή ανασχηματίζονται σε κρίσιμες καμπές, σε εποχές μετάβασης και διλημμάτων. Οταν οι ρουτίνες, οι μιμητισμοί, οι επιστροφές στο παρελθόν αποδεικνύονται αναποτελεσματικές και ανεδαφικές. Οι παρατάξεις δεν προκύπτουν από παρθενογενέσεις, συνδέουν το παρελθόν με το μέλλον και συστήνονται μέσα από παρατεταμένες διαδικασίες ανοιχτές στην έκβασή τους. Σίγουρα πάντως δεν διαμορφώνονται με νοσταλγικές επιστροφές στα παλιά. Ετσι και με την προβλεπόμενη επιστροφή στο ΠΑΣΟΚ. Μπορεί ίσως να δώσει μια ευκαιρία στον χώρο να αναστοχαστεί τη συνολική πορεία του, την άνοδο και την πτώση, γιατί θα ήταν ταυτόχρονα μια αποτίμηση της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, των κατακτήσεων αλλά και των παθογενειών, των αιτίων της χρεοκοπίας αλλά και της αντοχής των δημοκρατικών θεσμών. Θα είναι όμως μια μάταιη επίκληση ενός κραταιού παρελθόντος αν δεν ενταχθεί σε μια νέα προοπτική που να αντιστοιχεί στις σημερινές ανάγκες. Και να ενταχθεί όχι ως μικρό ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ αλλά ως ευρεία Δημοκρατική Παράταξη στην οποία αναγνωρίζονται η σοσιαλδημοκρατική κουλτούρα, ο κοινωνικός φιλελευθερισμός, η δημοκρατική Αριστερά.
Η Ελλάδα, όπως η Ευρώπη και ολόκληρος ο κόσμος, ζούνε τη μετάβαση σε μια νέα εποχή. Η μετάβαση έχει καθολικό χαρακτήρα. Περιλαμβάνει το παραγωγικό σύστημα, την εργασία, την οικολογική βιωσιμότητα, την επικοινωνία, τις γεωπολιτικές ισορροπίες, τις κοινωνικές σχέσεις, τον ατομικό ψυχισμό. Για αυτό, αφενός απαιτεί νέες απαντήσεις και αλλαγές σε όλους τους κρίσιμους τομείς, αφετέρου επιφέρει μετασχηματισμό των ίδιων των ιστορικών πολιτικών ταυτοτήτων. Η Ελλάδα παρουσιάζεται στην αφετηρία με πολλαπλά τραύματα από τη δεκαετή κρίση. Αναζητά μια εθνική στρατηγική ώστε να ανακτήσει το χαμένο έδαφος και να προσαρμοστεί όσο πιο δυναμικά μπορεί στον νέο διεθνή καταμερισμό εργασίας και στις νέες γεωπολιτικές καταστάσεις. Η πορεία του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και η αξιολόγηση της νέας ηγεσίας θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο θα καταστήσει τη Δημοκρατική Παράταξη προωθητική μεταρρυθμιστική δύναμη στον νέο εθνικό στόχο: νέο παραγωγικό μοντέλο, επενδύσεις και εξωστρέφεια, δραστήριος ρόλος του κράτους, επαναθεμελίωση του ασφαλιστικού συστήματος, νέο διαγενεακό συμβόλαιο, μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης, κοινωνική συνοχή με υγιές και βιώσιμο κράτος πρόνοιας. Κινούμενη σε αυτό το πεδίο, η Δημοκρατική Παράταξη θα αντιπολιτευτεί την κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά δεν θα βρει απέναντί της ούτε τον «μπαμπούλα» της παλιάς Δεξιάς, ούτε το φάντασμα του νεοφιλελευθερισμού. Που σημαίνει ότι δεν έχει την πολυτέλεια να κατοχυρώσει την ταυτότητά της καταφεύγοντας σε έναν παρωχημένο «αντιδεξισμό». Δεν είμαστε ούτε στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, ούτε στην περίοδο του θατσερισμού. Αντιθέτως, βρισκόμαστε στην αβέβαιη ακόμα απόσυρση του λαϊκιστικού κύματος και η μεταρρυθμιστική φυσιογνωμία της Δημοκρατικής Παράταξης σμιλεύεται πρωτίστως από την ευθεία αντιπαλότητα στις νοοτροπίες και τις πολιτικές που καθήλωσαν και καθηλώνουν την Ελλάδα στο παρελθόν.
Αυτό άλλωστε συμβαίνει στην Ευρώπη και στη Δύση σήμερα. Η πολιτική του 20ου αιώνα διαπλέκεται με την πολιτική του 21ου αιώνα. Το παλαιό πολιτικό σκηνικό που δομήθηκε στον άξονα αντιπαράθεσης Δεξιάς – Αριστεράς με κριτήριο τη σχέση κράτους – αγοράς, εξασθενεί στο προγραμματικό επίπεδο αν και συνεχίζει να επιδρά στις ιστορικές παραταξιακές ταυτότητες. Το νέο όμως πολιτικό σκηνικό του 21ου αιώνα επιβάλλεται όλο και περισσότερο. Το πιστοποιούν οι δομικές μεταβολές των ευρωπαϊκών κομματικών συστημάτων, οι νέες πολιτικές δυνάμεις που αναδύονται, τα νέα προβλήματα που διαμορφώνουν τόσο την παγκόσμια όσο και τις εθνικές ατζέντες. Οι διαχωριστικές γραμμές του κομματικού ανταγωνισμού περιπλέκονται και αναμορφώνονται, οι συσχετισμοί εξελίσσονται. Γενικά πάντως αναδύθηκε ένας νέος διαχωρισμός. Από τη μια, οι δυνάμεις που στηρίζουν τη φιλελεύθερη δημοκρατία και το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο επιδιώκοντας ταυτόχρονα την ανανέωσή του ώστε να ανταποκρίνεται στις νέες συνθήκες και στους νέους παγκόσμιους συσχετισμούς. Ο αγώνας και η φυσιογνωμία αυτών των δυνάμεων καθορίζεται από την αντιπαράθεσή τους αφενός προς τις δυνάμεις του αυταρχισμού, του εθνικισμού και του λαϊκισμού, αφετέρου προς τις δυνάμεις που πρεσβεύουν έναν ακραίο σχεδόν μηδενιστικό ατομισμό. Μέσα σε αυτή τη νέα γεωμετρία, στο μεταίχμιο της πολιτικής του 20ου και του 21ου αιώνα, η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, η ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά σε όλες τις εκφράσεις της, θα δείξει αν μπορεί να ανανεώσει τον δικό της ρόλο ως μεταρρυθμιστικής δύναμης. Το ίδιο στοίχημα, στο ανάλογο εθνικό πλαίσιο, τίθεται για την ελληνική Δημοκρατική Παράταξη στη νέα φάση που άνοιξε με την ανανέωση της ηγεσίας της.