Μια φράση σε πρόσφατη ανακοίνωση του ΠΑΣΟΚ μου έβαλε την ιδέα ότι, ως φαίνεται, έρχεται ένα δεύτερο κύμα λαϊκισμού, τη φορά αυτή από εκεί που δεν έπρεπε να το περιμένουμε. Η ύποπτη φράση είναι η εξής: «Προσκλήσεις προς κοινοβουλευτικά κόμματα, από μεμονωμένα πρόσωπα, «προσωπικότητες» χωρίς κοινωνική αναφορά, (…) πέραν του ότι αγγίζουν τα όρια της γραφικότητας και της θρασύτητας είναι απαράδεκτες, ελιτίστικες και διασπαστικές». Πρόκειται για απόσπασμα από ανακοίνωση «κύκλων της ΔΗΣΥ» που απαντούσε σε πρόσκληση ανεξάρτητης κίνησης πολιτών και προσωπικοτήτων για ενότητα στον χώρο της κεντροαριστεράς. Την ανακοίνωση κατήγγειλαν οι Κινήσεις Πολιτών που μετέχουν στην ΔΗΣΥ ενώ η ΔΗΜΑΡ έμμεσα μεν πλήν σαφώς έσπευσε να κρατηθεί σε απόσταση. Έτσι απομένει το ΠΑΣΟΚ ως μόνος πιθανός εκδότης της ανακοίνωσης.
Να λοιπόν που ανάγονται σε απαξίες με τη σειρά τους, τα «μεμονωμένα άτομα», οι «προσωπικότητες»(που είναι ….χωρίς κοινωνική αναφορά) και, τελικά, γενικά οι «ελίτ». Το μήνυμα είναι σαφές: Αν θέλει κάποιος να αναγνωρίσει τον ακραίο λαϊκισμό δεν έχει παρά να κοιτάξει ποιους επικηρύσσει ως εχθρούς η έστω αντιπάλους του. Όλες οι εκφάνσεις του λαϊκισμού, από τον δεξιό μέχρι τα στοιχεία που βρίσκει όποιος ψάχνει στο Λενινιστικό επαναστατικό μίγμα της πρώτης περιόδου, τοποθετούν τις ελίτ στην βιτρίνα των εχθρών τους, δηλαδή, θεωρούν εχθρούς τα εξειδικευμένα σε ρόλους και γνώσεις άτομα της κοινωνίας. Συνήθως αιτιολογούν την εχθρότητα ταυτίζοντας τα στρώματα αυτά με κάποιο καταραμένο «παλαιό καθεστώς». Όλοι αυτοί οι πολίτιμοι για το κοινωνικό κεφάλαιο πολίτες, αντιμετωπίζονται απαξιωτικά: οι «προσωπικότητες» σάμπως να είναι ταξικός εχθρός όποιος για πολύ συγκεκριμένους λόγους ξεχώρισε από το «κοπάδι» του λαού-μάζα όπως τον αντιλαμβάνονται οι λαϊκιστές. Εξ ίσου απαξιωτικά αντιμετωπίζονται τα «μεμονωμένα άτομα» σάμπως στην εικόνα τους για την κοινωνία δεν υπάρχουν ατομικές προσωπικότητες αλλά μόνο «συλλογικές οντότητες» δηλαδή ανώνυμες και άβουλες οντότητες που δεν έχουν ούτε το δικαίωμα της ατομικής ταυτότητας. Και τέλος ο πέλεκυς της απαξίωσης πέφτει οριζόντια για να απαξιώσει όλους όσους ξεχωρίζουν για την γνώση και την πνευματικότητά τους στην κοινωνία και περιγράφονται κάτω από τον συλλογικό όρο «ελίτ».
Από το απλό σύνθημα που πλασάρει η παραπάνω «δήλωση» των «κύκλων του ΠΑΣΟΚ» μέχρι το Λενινιστικό/Σταλινικό δόγμα, σύμφωνα με το οποίο στην μελλοντική κοινωνία τα πράγματα θα είναι έτσι, ώστε «και η τελευταία μοδίστρα» να μπορεί να ηγείται των θεσμών που θα αντιμετωπίζουν τα τότε κοινωνικά ζητήματα, η εννοιολογική μεν απόσταση είναι ελάχιστη. Όμως η λογική απόσταση είναι μηδενική. Φανταστείτε σήμερα, με την πολυπλοκότητα των ζητημάτων διακυβέρνησης, τις διαπραγματεύσεις που απαιτούνται συνεχώς μεταξύ δομών ειδικών συμφερόντων για να συνεχιστεί η πολιτική ζωή, να τις διεξάγουν ομάδες από τις οποιεσδήποτε «μοδίστρες».
Χωρίς εχθρό του τις ελίτ, κανένας λαϊκισμός δεν μπορεί να δικαιολογήσει την ωμότητα των εγκλημάτων του απέναντι στις κοινωνίες που είχαν την κακή τύχη να τον αναδείξουν στην κυβέρνησή τους. Επειδή, οι κάθε φύσης λαϊκισμοί δεν έρχονται για να λύσουν προβλήματα αλλά για να εξαφανίσουν άτομα και ομάδες που παραβιάζουν τις ιδεοληψίες τους. Γιατί οι κοινωνικές ελίτ, ας μη φοβόμαστε να το πούμε, είναι εξ ορισμού ό,τι καλλίτερο έχει να αποδείξει μια κοινωνία ως ποιοτικό και ηθικό προϊόν της κοινωνικής παραγωγής πολιτισμού. Ιδιαίτερα αυτό είναι σχεδόν αυταπόδεικτο όταν εστιάσουμε τη προσοχή μας στον ρόλο της ιντελιγκέντσιας ως συστατικού στοιχείου των κοινωνικών ελίτ. Αυτές οι ελίτ είναι εκείνες που έχουν εξ αντικειμένου και υποκειμενικά την δυνατότητα σύνθεσης της έννοιας του κοινού συμφέροντος, ενώ οι δημαγωγοί των λαϊκισμών το μόνο που ξέρουν είναι να αναρριπίζουν τα μίση και τα πάθη των «κάτω» εναντίον των «επάνω» όπως αναπαριστούν τους τελευταίους οι κήρυκες του ταξικού μίσους. Όχι ότι οι ελίτ είναι άμωμες και άσφαλτες. Είναι όμως ότι καλλίτερο μπορεί να βγει στο προσκήνιο του κοινωνικού παιχνιδιού, σε πλουραλιστικές, βέβαια, κοινωνίες. Το τελευταίο έχει τη σημασία του.
Ας δούμε, όμως, τώρα σε πιο πρακτικό επίπεδο, τι σημαίνει αυτή η αντιπαλότητα των σημερινών «κύκλων του ΠΑΣΟΚ» απέναντι στις «ελίτ», τις «προσωπικότητες» και τα «μεμονωμένα πρόσωπα». Κι ας ξεκινήσουμε ανάποδα από την απαρίθμησή τους :
Ο πολιτικός φορέας που στέκεται απαξιωτικά απέναντι στην έννοια του «μεμονωμένου ατόμου» αποκαλύπτει ακόμη κι αν δεν το ήθελε, μια βαθιά περιφρόνηση του θεμελιακού κυττάρου της σύγχρονης φιλελεύθερης δημοκρατίας, δηλαδή την ατομική προσωπικότητα των πολιτών. Όποιος φαντάζεται κοινωνία χωρίς «μεμονωμένα άτομα» απλούστατα είναι ολοκληρωτικός έστω κι αν δεν το ξέρει ο ίδιος. Όχι μόνο επειδή ανθρώπινη κοινωνία χωρίς ανθρώπινες ατομικότητες είναι φάσμα άρρωστης φαντασίας, αλλά και επειδή η αναγωγή της ατομικότητας των πολιτών σε απαξία ή έστω μηδενική αξία προδίδει βαθειά περιφρόνηση προς κάθε αρχή του στοιχειώδους ανθρωπισμού. Με ποια λογική μπορεί κανείς να αποκλείσει το «άτομο» ακόμη και από τον πιο φιλόδοξο πολιτικό λόγο; Μόνο οι «συλλογικότητες», άραγε, μιλούν στην φαντασιακή κοινωνία εκείνου που τέτοιες έννοιες εκφράζει; Και, εν τοιαύτη περιπτώσει, μια συλλογικότητα πώς γεννιέται; Από το αυγό κάποιας άλλης συλλογικότητας η από την ελεύθερη βούληση «μεμονωμένων ατόμων»; Ο παραλογισμός είναι ολοφάνερος, αλλά το χειρότερο είναι ότι αποκαλύπτει ένα ακόμη στοιχείο πίστης στην ανορθοδοξία του κοινωνικού ανορθολογισμού από το μέρος κάθε είδους ολοκληρωτισμού.
Όταν, εξ άλλου, ένα κόμμα απαξιώνει την έννοια και, εξ αυτού, τον κοινωνικό ρόλο και τη σημασία των «προσωπικοτήτων» αποκαλύπτει αυτοδίκαια μια στρεβλή αντίληψη για την επιθυμητή δομή και λειτουργία της κοινωνίας. Κάθε κοινωνία αναδεικνύει πάντα, σύμφωνα με τις αξίες της, κάποια άτομά της ως «προσωπικότητες» της εποχής της. Οι προσωπικότητες είναι η εμπραγμάτωση της λειτουργίας της ανθρώπινης κοινωνίας ως συνόλου αυτεξούσιων και αυτάξιων ατόμων τα οποία ανταγωνίζονται στην κονίστρα της κοινωνικής συμβίωσης. Ακόμη και στις αγέλες των προηγμένων ειδών του ζωικού βασιλείου αναδεικνύονται κάποιου είδους «προσωπικότητες», πόσο μάλλον στην ανθρώπινη κοινωνία της οποίας η αγελαία αντίληψη αποτελεί προσβολή της θεμελιώδους οντικής αξίας της. Όποιος ονειρεύεται κοινωνία χωρίς προσωπικότητες, απλούστατα καλύπτει την ροπή του προς έναν ακραίο λαϊκισμό, όπου η μαζοποίηση του κοινωνικού συνόλου ανοίγει τον δρόμο για ένα μόνο «ηγέτη» που θα αποκρίνεται αποκλειστικά στην ιδιότητα της προσωπικότητας που του απονέμει η λαϊκή «βοή». Αυτή είναι η αγελαία αντίληψη των ριζοσπαστών λαϊκιστών που εν ονόματι του δικού τους «λαού» υποβαθμίζουν τον Λαό σε κατάσταση άμορφης μάζας, κάτι σαν διατροφικό πολτό των ηγετικών φιλοδοξιών τους.
Σε ότι φορά τώρα τις διαβόητες «ελίτ» ο λαϊκιστικός λόγος διαστρέφει πρώτα την έννοιά τους και στη συνέχεια τις απορρίπτει στον καιάδα των «αντιλαϊκών» δομών της κοινωνίας επειδή ακριβώς ηγούνται εκ των πραγμάτων της κοινωνίας, όχι εξ υφαρπαγής αλλά μέσα από επίπονες προσωπικές διεργασίες που τις ξεχωρίζουν για συγκεκριμένα προσόντα από την άμορφη μάζα του λαϊκιστικού ζωολογικού κήπου. Κι όμως, σχεδόν πάντα , μέλος κάποιας ελίτ ηγείται των ίδιων των λαϊκιστικών καθεστώτων, άτομο δηλαδή που ξεχώριζε πριν και υποκειμενικά αγωνίζεται να συνεχίσει να ξεχωρίζει έστω και μέσα σε νέα συμφραζόμενα λαϊκής επικύρωσης. Ο Λένιν υπήρξε μεγάλος διανοούμενος, αλλά και ο Ανδρέας Παπανδρέου στην ίδια κοινωνική ομάδα ανήκε, άσχετα αν φόρεσε το ζιβάγκο για να προσεταιριστεί τον λαϊκισμό των Τσοχατζουπουλαίων επειδή διορατικά γνώριζε ότι θα του προσκόμιζαν ψήφους από μια κοινωνία βαθιά διαβρωμένη από την χειρότερη μορφή λαϊκισμού, δηλαδή την πελατειακή πολιτική. Και σήμερα κληρονόμος εκείνου του λαϊκιστικού ΠΑΣΟΚ της περιόδου της παρακμής του, δεν είναι άλλος από τον λαϊκιστικό ΣΥΡΙΖΑ. Το σημερινό ΠΑΣΟΚ τι ακριβώς διεκδικεί από αυτόν το χώρο της πολιτικής παρακμής;
Και όμως, ακριβώς αυτά τα κοινωνικά στοιχεία τα οποία τοποθετούνται σχετλιαστικά και εντελώς απαξιωτικά στην ανακοίνωση που με θλίψη αναλύουμε, υπήρξαν εκείνα που στις δύσκολες στιγμές της σοσιαλδημοκρατίας κράτησαν την σπίθα αναμμένη για μια δημιουργική και προοδευτική αναζωογόνησή της.
Η διαδικασία ανασύστασης του σοσιαλδημοκρατικού χώρου ξεκίνησε την επαύριον που διαπιστώθηκε η εξαέρωση του ΠΑΣΟΚ. Γιατί, αν το ΠΑΣΟΚ είχε καταφέρει τότε να διατηρήσει αξιόλογη εκλογική δύναμη, είναι βέβαιο ότι θα μιλούσαμε απλώς για εσωτερικές διαδικασίες που απαιτούσαν οι καιροί για το Κίνημα, προκειμένου να αναθεωρήσει τις εσφαλμένες θέσεις και πολιτικές του που το οδήγησαν στην καταστροφή. Επομένως τότε, η δημιουργία ενός νέου σοσιαλδημοκρατικού σχηματισμού θα ήταν κυρίως εσωτερική υπόθεση του εναπομείναντος ΠΑΣΟΚ μετά την απαλλαγή του από τα εθνικολαϊκιστικά στοιχεία που προσχώρησαν στον ΣΥΡΙΖΑ, τους ΑΝΕΛ και (ας μην ντρεπόμαστε να το λέμε) στη Χρυσή Αυγή. Όμως αυτό δεν συνέβη. Η τακτική του αυτομαστιγώματος που επέλεξαν οι διαδοχικές ηγεσίες μετά την ήττα δεν πήραν ποτέ τον χαρακτήρα δημιουργικής αντιπρότασης για μια νέα και υποσχόμενη πολιτική ατζέντα. Στην καλλίτερη των περιπτώσεων έμειναν στο επίπεδο των γνωστών ξύλινων γενικολόγων – συνθηματολογικών στην ουσία τους- διακηρύξεων.
Την κατάσταση αυτοκαταστροφικού τέλματος ήλθε να σώσει η κινητοποίηση της ιντελιγκέντσιας του ευρύτερου χώρου, που στην πλειονότητά της είχε βρεθεί εκτός κομματικής πειθαρχίας σε σχεδόν ανύποπτο χρόνο, κυρίως επειδή είχαν εγκαίρους διαπιστώσει την αδιέξοδη πολιτική του βαθέως ΠΑΣΟΚ. Πρώτοι που άνοιξαν τον χορό ήταν οι «κινηματίες» των 58+ και στη συνέχεια ο ορίζοντας εμπλουτίστηκε από τις άλλες γνωστές πλέον συγγενικές κινήσεις που συμμερίζονταν το σύνθημα της ενότητας υπό νέα πολιτική δομή. Η ιστορία είναι γνωστή. Το αξιοσημείωτο είναι ότι όλες αυτές οι κινήσεις ήταν, εξ ορισμού των συστατικών μελών και ηγετικών στελεχών τους, κινήσεις ελίτ, κινήσεις διανοουμένων, κινήσεις ιντελιγκέντσιας κινήσεις προσωπικοτήτων. Τι το κακό; Είναι άραγε τόσο δύσκολο να καταλάβουμε ότι τις ανάγκες των περίπλοκων πολιτικών καταστάσεων τις συλλαμβάνουν πρώτοι και με ποιο ξεκάθαρη ματιά εκείνοι ακριβώς οι πολίτες που, είτε εξ επαγγέλματος, είτε από ατομική αγάπη προς την γνώση, ξέρουν να διαβάζουν τα δεδομένα με πιο αποτελεσματικό τρόπο;
Εκ των πραγμάτων, τώρα, για κοντύνουμε τον λόγο μας, ας θυμηθούμε ότι ο χώρος της ευρωπαϊκής, μεταρρυθμιστικής κεντροαριστεράς (εγώ επιμένω να την ονομάζω σοσιαλδημοκρατία) απαρτίζεται σήμερα από δύο κόμματα σε κατάσταση ημιδιάλυσης (ΠΑΣΟΚ, ΚΙΔΗΣΟ), ένα εξ ίσου μικρό κόμμα που ψάχνει την ταυτότητά του (ΔΗΜΑΡ) και από ένα αστερισμό κινήσεων διανοουμένων κατ’ ουσίαν, που συγκεντρώνει μεγάλο κομμάτι των ικανότερων στελεχών της κοινωνίας μας. Αυτή είναι πραγματικότητα και η πραγματικότητα δεν αλλάζει με το να την βρίζουμε ή να την απαξιώνουμε με ανόητες ανακοινώσεις. Το καλλίτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να την διαβάσουμε με προσοχή και να καταλάβουμε τι μας διδάσκει.
Για τους δύσπιστους, ίσως μια καλή αφορμή για να δουν πόσο χρήσιμο είναι να καταλάβουμε τι ακριβώς σημαίνει αυτή η πόλωση του χώρου σε κομματίδια από τη μία και σε κινήσεις πολιτών και προσωπικοτήτων από την άλλη, θα ήταν να διαβάσουν και να αναλύσουν το πώς αιτιολόγησε ο Χειμωνάς την αποχώρησή του από το κόμμα και την προσχώρησή του στον άλλο πόλο, εκείνο των εκτός κόμματος διανοουμένων. Μπορεί να μην εκφράζει όλη την σχετική προβληματική, αλλά οπωσδήποτε δίνει με εύπεπτο τρόπο κύρια στοιχεία της.
Και μπαίνει τώρα αναπόφευκτα το ερώτημα: Μπορεί να προχωρήσει η ανασυγκρότηση του χώρου της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας με τους δύο αυτούς πόλους σε πολεμική αντιπαράθεση; Για να το κάνω πιο λιανά: Μπορεί να συγκροτηθεί νέο κόμμα χωρίς την ιντελλιγκέντσιά του ή μήπως μπορεί να γίνει η ιντελιγκέντσια πολιτικός φορέας χωρίς το υπόβαθρο κάποιου συγγενούς κόμματος; Το πείραμα του Ποταμιού μπορεί να μας δώσει πολλές χρήσιμες πληροφορίες για να απαντήσουμε στο κεφαλαιώδες αυτό ερώτημα. Γιατί στην ουσία, το Ποτάμι υπήρξε η πρώτη απόπειρα αυτόνομης κομματοποίησης μιας πολύ σημαντικής ομάδας διανοουμένων (δηλαδή ενός εκλεκτού κομματιού της κατά ΠΑΣΟΚ εξοβελιστέας ελίτ). Το πώς φυλλοροεί είναι ένα παράδειγμα που μπορεί αναλυτικά να γενικευτεί η ερμηνεία του. Είναι παράδειγμα διανοουμένων που θέλησαν να γίνουν κόμμα χωρίς τις προϋποθέσεις της συνήθους κομματικής δομής. Οι άνθρωποι δεν είχαν την πρόνοια να διαβάσουν Weber για να καταλάβουν τι σημαίνει «πολιτική ως επάγγελμα». Το ΠΑΣΟΚ από την άλλη, για πολλά χρόνια καλλιέργησε μια αντι-διανοουμενίστικη ατμόσφαιρα στο εσωτερικό του (οι μύδροι εναντίον των «τεχνοκρατών») στη φάση του εκφυλισμού του σε αυτό που ονομάστηκε «βαθύ ΠΑΣΟΚ» και τα αποτελέσματα τα είδαμε όταν ήλθε η μεγάλη κρίση. Αυτό είναι ένα παράδειγμα κόμματος χωρίς διανοουμένους. Τώρα, λοιπόν, τι είναι ακριβώς αυτό που θέλουν και επιδιώκουν οι «κύκλοι» του ΠΑΣΟΚ; Θέλουν την δημιουργία ενός μεγάλου ενιαίου σχήματος της ευρωκεντρικής σοσιαλδημοκρατίας ή προτιμούν την βεβαιότητα του λαϊκού γκρουπούσκουλου που θα ροκανίζει το αμφιβόλου πλέον αξίας εναπομείναν κληρονομικό εκλογικό κεφάλαιο; Όλα πλέον δείχνουν ότι έχει έλθει η ώρα των ξεκάθαρων λόγων και ακόμη πιο ξεκάθαρων επιλογών. Η Σοσιαλδημοκρατία έτσι κι αλλιώς θα εκφραστεί με κάποιον τρόπο επειδή το επιβάλλουν οι ευρωπαϊκές εξελίξεις. Το ερώτημα είναι αν θα εκφραστεί ως μεγάλο ιδεολογικό και πολιτικό ρεύμα, ή ως μικρή συγκρότηση εντίμων και διορατικών πολιτών.
Χρήσιμη Σημείωση: Ο συγγραφέας του παρόντος θεωρεί ότι ανήκει στο ΠΑΣΟΚ και μάλιστα με μείζονα πολική ευθύνη καθότι χρημάτισε και βουλευτής του. Δεν συμμερίζεται, όμως, τους κανόνες του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, ιδίως μάλιστα όταν πρόκειται για ερζάτς, και γιαυτό εκθέτει τις σκέψεις στον χώρο που θεωρεί ότι αποτελεί το μείζον πολιτικό «όργανο» του Κινήματος, δηλαδή την ελεύθερη κοινή γνώμη. Οι σκέψεις που καταγράφει στο χαρτί πηγάζουν από την αγωνία του για τον ρόλο που πρέπει να παίξει το Κίνημα στην διαμόρφωση ενός νέου σοσιαλδημοκρατικού κομματικού σχήματος.