Όλοι κόπτονται για τους αγρότες, με πρώτο και καλύτερο τον Βύρωνα Πολύδωρα – του οποίου η φιλαγροτική ευαισθησία εξαντλείται σε λυρικές κορώνες για τη γη και τους Έλληνες: «Τα χωράφια των Ελλήνων δεν είναι φορολογητέα ύλη. Είναι συστατικό ζωής. Του Έλληνα. Και απόδειξη της ιστορικής επιβίωσής του».
Μπορεί να μην είναι φορολογητέα, είναι όμως καύσιμη ύλη: το 2007 τα χωράφια, τα δάση, οι ελαιώνες της Ολυμπίας, ιδιαίτερης πατρίδας του, καταστράφηκαν από τις μοναδικές στην ιστορία της χώρας πυρκαϊές. Ο Βύρων Πολύδωρας, υπουργός Δημόσιας Τάξης τότε και πολιτικός υπεύθυνος για την Πυροσβεστική Υπηρεσία, δεν παραιτήθηκε και δεν πήγε να μονάσει μήπως και του συγχωρεθεί το κρίμα. Απέδωσε στο φαινόμενο του θερμοκηπίου και στις ασύμμετρες απειλές τρομοκρατών την τρομερή καταστροφή που οφειλόταν στην ανικανότητά του – αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να παριστάνει πως υπερασπίζεται χωράφια, λιόδεντρα, γράνες και αγρότες.
Δεν είναι ο μόνος: Οι αγρότες αντιμετωπίζονται από το πολιτικό σύστημα ως νήπια που χρειάζονται προστασία. Μωρά άτομα που δεν μπορούν να κρατούν φορολογικά βιβλία, δεν ξέρουν να κόβουν τιμολόγια, δεν μπορούν να μετρούν πόσο νερό καταναλώνουν από τα συστήματα άρδευσης, πρέπει να έχουν ειδικά «αγροτικά ιατρεία». Δεν φορολογούνται όπως όλοι οι άλλοι πολίτες αυτής της χώρας ούτε πληρώνουν ασφαλιστικές εισφορές με τον τρόπο που πληρώνουμε όλοι οι άλλοι. Δεν πρέπει να φορολογηθούν τα αγροτεμάχια ενώ φορολογούνται τα οικόπεδα, δεν πρέπει να πληρώνουν φόρο ακίνητης περιουσίας για τις αποθήκες τους οι χωρικοί, ενώ βιοτέχνες και έμποροι πληρώνουν – όλα πρέπει να είναι ειδικά για τους αγρότες και για τα χωριά.
Είναι αλήθεια πως η αγροτική παραγωγή, κυρίως νωπών προϊόντων, είναι επιχείρηση με κινδύνους μεγαλύτερους από τη βιοτεχνική παραγωγή. Είναι αλήθεια πως υπάρχουν ορεινά χωριά που κατοικούνται σχεδόν μόνο από γέροντες· ισχύει επίσης ότι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία αγρότες, άνω των 60 ας πούμε, δεν ξέρουν πολλά γράμματα. Αλλά αυτά είναι οι εξαιρέσεις, ο κανόνας είναι πως οι αγρότες είναι νέοι, μορφωμένοι, διαχειρίζονται ποσά αδιανόητα για μισθωτούς, η παραγωγή τους είναι ασφαλισμένη, εισπράττουν επιδοτήσεις από την ΕΕ και «επιστροφές ΦΠΑ» από το ελληνικό κράτος – και ξέρουν πολύ καλά να βρίσκουν τις τρύπες που αφορούν τους αδύναμους και ηλικιωμένους για να επωφελούνται. Και αν τοποθετηθούν «ρολόγια» στα τοπικά συστήματα άρδευσης, οι ευφυέστεροι τα σπάζουν ώστε να μην πληρώνουν με βάση τον όγκο νερού που καταναλώνουν. Θα ήταν καλή ιδέα να κάνουμε και εμείς το ίδιο με τους μετρητές του νερού και του ηλεκτρικού στα σπίτια μας – αλλά η ΔΕΗ και η ΕΥΔΑΠ δεν θα πεισθούν εύκολα πως «πέρασε γελάδα και το πάτησε» ή «το έσπασαν γύφτοι για να το πάρουν και να το πουλήσουν».
Το γεγονός ότι η 95% των αγροτών δεν είναι υποχρεωμένοι να τηρούν βιβλία εσόδων-εξόδων και με βάση αυτά να φορολογούνται (ενώ έχει αυτή την υποχρέωση το κάθε αστικό μπλοκάκι των 500 ευρώ το μήνα) αποτελεί την κύρια αιτία της εκτεταμένης φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής στην επαρχία: όταν δεν είσαι υποχρεωμένος να παρουσιάσεις έξοδα για να μειωθούν οι φόροι σου, δεν ζητάς απόδειξη ή τιμολόγιο από τον μηχανικό, τον υδραυλικό, τον μαραγκό, το κατάστημα που πουλάει αγροτικά εφόδια, τον γιατρό ή τον δικηγόρο – ούτε δηλώνεις τους μισθούς που πληρώνεις σε εργάτες, και φυσικά δεν πληρώνεις ασφαλιστικές εισφορές. Από το πρατήριο καυσίμων όμως ζητάς τιμολόγιο – γιατί θα πάρεις επιστροφή ΦΠΑ για τα καύσιμα, με αποτέλεσμα το πετρέλαιο των τρακτέρ ή των αντλιών να καταλήγει σε καλοριφέρ ή ιδιωτικά αυτοκίνητα: μετά την κατάργηση της ειδικής τιμής του πετρελαίου θέρμανσης, το λαθρεμπόριο καυσίμων που οργιάζει είναι αυτό του «αγροτικού πετρελαίου».
Στην επαρχία είναι αυτονόητο ότι δεν παίρνεις απόδειξη ή τιμολόγιο οτιδήποτε και αν αγοράζεις, όποια υπηρεσία και αν πληρώνεις. Μόνο στα μεγάλα σουπερμάρκετ που δεν είναι οικογενειακές επιχειρήσεις κόβονται συστηματικά αποδείξεις γιατί αλλιώς δεν έχει τρόπο ο ιδιοκτήτης να ελέγξει τους υπαλλήλους του. Αν πραγματικά ισχύσει από 1ης Ιανουαρίου ότι όλοι οι αγρότες θα είναι υποχρεωμένοι να έχουν βιβλία εσόδων-εξόδων, η μαύρη οικονομία θα υποστεί ισχυρό πλήγμα. Είναι βέβαιο ότι πολλοί «προστάτες των αγροτών» θα προσπαθήσουν να ματαιώσουν αυτή την καινοτομία, απαιτώντας π.χ. να οριστεί ελάχιστο ποσό εισοδήματος για την τήρηση βιβλίων, με βάση το τεκμαρτό εισόδημα από τις καλλιέργειες ή τον αριθμό των ζώων που εκτρέφει κάθε αγρότης. Και αμέσως οι καλλιέργειες θα γίνονται στο όνομα γιαγιάδων, ανιψιών, κουμπάρων, ώστε να μην τηρεί φορολογικά βιβλία ο πραγματικός καλλιεργητής, να είναι «αγρότης ειδικού καθεστώτος».
Αγρότης «ειδικού καθεστώτος» (95% τουλάχιστον των αγροτών σήμερα) σημαίνει πως δεν κόβει ο ίδιος τιμολόγια για τα προϊόντα που πουλάει αλλά ο έμπορος. Ο αγρότης συγκεντρώνει τα τιμολόγια που του δίνουν, τα παραδίδει σε αυτό το βασίλειο της διαφθοράς που ονομάζεται «αγροτικοί συνεταιρισμοί» για να εισπράξει «επιστροφή ΦΠΑ». Εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ επιστρέφονται με αυτό τον τρόπο, δεκάδες χιλιάδες είναι οι περιπτώσεις που τα τιμολόγια αυτά είναι ψεύτικα ή υπερτιμημένα ώστε να εισπράξει «επιστροφή ΦΠΑ» ο αγρότης, που θα τη μοιραστεί με αυτούς που του έδωσαν τα τιμολόγια – πρόσφατα καταδικάστηκαν σε ισόβια τέτοιοι έμποροι τιμολογίων στη Μεσσηνία, που είχαν εισπράξει 850.000 ευρώ με αυτό τον τρόπο. Πέρυσι, είχε ανακοινωθεί ότι από τα 400 εκατομμύρια επιστροφών ΦΠΑ σε αγρότες το 2011, τα 250 θεωρούνταν ύποπτα – δεν έχουμε μάθει ακόμη τι απέγινε, όπως δεν μάθαμε και για τη λίστα Λαγκάρντ, όπως δεν μάθαμε και για τις εξαγωγές κεφαλαίων στο εξωτερικό.
Οι βουλευτές δεν ενδιαφέρονται να παραμείνουν σε «ειδικό καθεστώς» οι αγρότες μόνο και μόνο επειδή είναι συμπολίτες τους που ψηφίζουν: σήμερα, όλα σχεδόν τα οικονομικά πάρε-δώσε των αγροτών με το κράτος, είτε για φορολογικά θέματα πρόκειται είτε για ενισχύσεις από την ΕΕ, γίνονται μέσω των συνεταιριστικών οργανώσεων. Οι οποίες ελέγχονται από κομματάρχες. Εξορθολογισμός αυτών των διαδικασιών σημαίνει πως οι κομματάρχες δεν θα μπορούν να εξυπηρετούν τους πελάτες τους που δηλώνουν ψεύτικα στοιχεία για να εισπράξουν μεγαλύτερες επιδοτήσεις ή παρουσιάζουν πλαστά τιμολόγια για να πάρουν επιστροφές ΦΠΑ, άρα θα μειωθεί η εξουσία των πολιτικών πάνω στους αγρότες. Αυτό είναι το πραγματικό διακύβευμα για όσους βουλευτές κόπτονται υπέρ των αγροτών και απαιτούν ειδικά προνόμια για αυτούς που τελικά κοστίζουν δισεκατομμύρια στους υπόλοιπους φορολογούμενους.
Ο Βύρων Πολύδωρας εκλέγεται στη Β΄ Αθηνών, οι παρεμβάσεις του είναι ιδεολογικές – συμφεροντολογικός ήταν μόνο ο διορισμός της κόρης του ως υπαλλήλου στη Βουλή τη μία και μοναδική ημέρα που υπήρξε πρόεδρός της. Πρόκειται για την ιδεολογία που θέλει τους πολίτες εξαρτημένους από τους πολιτικούς μέσω του κράτους και τη διαχείριση του κράτους από τους πολιτικούς σαν να ήταν οικογενειακή επιχείρησή τους. Αν αυτή η ιδεολογία καταρρεύσει, τότε ο Βύρων Πολύδωρας δεν θα μπορέσει να διορίσει και τα εγγόνια του στη Βουλή. Μπορεί να υποθέσει κανείς πως ίσως αυτό τον ενδιαφέρει περισσότερο από τα «χωράφια των Ελλήνων», τα λιόδεντρα και τα δάση της πατρίδας του που κάηκαν το 2007, με δική του προσωπική πολιτική ευθύνη.