Ειπώθηκε ευρέως ότι το αποτέλεσμα του τελευταίου Γιούρογκρουπ παρουσιάστηκε από κυβέρνηση και αντιπολίτευση με εντελώς διαφορετικούς τρόπους και ότι αν διάβαζε και άκουγε τις αναλύσεις κάποιος εξωτικός θα νόμιζε ότι είχε να κάνει με δύο πραγματικότητες και δύο Ελλάδες. Ο δυισμός ασφαλώς υπάρχει και έχει βαθύνει από τότε που ανέλαβε τις τύχες του τόπου η παρούσα κυβέρνηση. Όμως η διαχωριστική γραμμή δεν είναι η ερμηνεία της πραγματικότητας αλλά η προθυμία της μίας πλευράς να δημιουργήσει και να προπαγανδίσει μια «πραγματικότητα» που βασίζεται σε συνειδητά ψέματα και λογικά άλματα.
Ασχέτως του πόσο βάσιμη και δίκαιη είναι η κριτική που ασκήθηκε όχι κατά των αποτελεσμάτων του Γιούρογκρουπ αλλά κατά της «συμφωνίας» που αυτά προαναγγέλλουν και των συνεπειών τους για τον ελληνική κοινωνία και την ελληνική οικονομία, αυτό που εντυπωσιάζει είναι η εορταστική αυταρέσκεια της κυβέρνησης μετά τις πρόσφατες –βαρύτατες- εξελίξεις. Τα χαμόγελα περίσσευαν στο χτεσινό Υπουργικό Συμβούλιο, ο αρχηγός του ελάσσονος κυβερνητικού εταίρου δώρισε γραβάτες στον Πρωθυπουργό για να σφραγίσει την πλήρη μετάβαση της χώρας στη «σωτηρία» (αλλά και μήπως και της «Αριστερής» κυβέρνησης στον «κυβερνητισμό»;), ως και χοροί στήθηκαν από μερακλήδες Υπουργούς και άλλους χειροκροτητές. Γιατί πανηγυρίζετε παιδιά; Αυτή θα ήταν λογικά η πρώτη ερώτηση που θα ερχόταν στο νου του φίλου μας του εξωτικού.
Αν ήταν ειλικρινής ο αποδέκτης της ερώτησης, θα απαντούσε απλώς «επειδή κερδίσαμε χρόνο». Και πράγματι, μάλλον θα κλείσει η –υπεσχημένη για τα τέλη της περσινής χρονιάς- πρώτη αξιολόγηση του Τρίτου Μνημονίου κι έτσι θα μπουν χρήματα στον κρατικό κορβανά και δεν θα υπάρξει άμεση χρεοκοπία και πτώση της κυβέρνησης –κάτι που ασφαλώς είναι θετικό για την ίδια αλλά μέχρι εκεί. Επειδή όμως η ειλικρίνεια δεν περισσεύει, η απάντηση που δίνεται είναι «επειδή πετύχαμε μια καλή συμφωνία», συμπληρούμενη από καλλιεπείς πρωθυπουργικές φράσεις του τύπου «βάλαμε τις βάσεις για να μπορεί να αρχίσει επιτέλους η ανάπτυξη».
Ας δούμε όσο πιο αντικειμενικά γίνεται ποιες είναι οι βάσεις που μπήκαν την περασμένη Δευτέρα και προορίζονται να επισημοποιηθούν στο Γιούρογκρουπ της 24ης Μαΐου. Η κατρακύλα κάθε αξιολόγηση να κλείνει με νέες περικοπές συνεχίζεται. Νέα μέτρα, ακόμα πιο επαχθή, ετοιμάζονται ήδη για ψήφιση υπό τον ευρηματικό τίτλο «τα τελευταία προαπαιτούμενα». Το Ασφαλιστικό που μόλις ψηφίστηκε, περά από το ότι σμπαράλιασε κάθε κυβερνητική «κόκκινη γραμμή», έχει τόσα προβλήματα συνταγματικότητας, προχειρότητας και λογικής που, αν δεν ακυρωθεί από τα δικαστήρια ή την ίδια του την εφαρμογή, είναι πολύ πιθανό να ζητηθεί άμεσα η «συμπλήρωσή» του από τους «θεσμούς». Οι δε προϋποθέσεις της «ανάπτυξης», με νέους φόρους, περικοπές και αποξένωση των διεθνών εταίρων θα συνεχίσουν, και μετά από αυτό το γύρο, να αναζητούνται και να απομακρύνονται.
Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα υποκρισίας είναι ο περίφημος «κόφτης» για την αυτόματη λήψη μέτρων εφόσον δεν επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι. Η κυβέρνηση πανηγυρίζει επειδή, α) δεν χρειάστηκε να τον νομοθετήσει αμέσως, β) η πρώτη του πιθανή εφαρμογή θα έρθει του χρόνου ή, κατά τον Πρωθυπουργό, καθόλου. «Ξεχνά» η κυβέρνηση ότι παραχώρησε, χωρίς μάλιστα να προβλέπεται στη βασική συμφωνία του περσινού Ιουλίου ούτε στο πρώτο στάδιο των φετινών διαπραγματεύσεων, ένα επιπλέον σημαντικό τμήμα «κυριαρχίας» (λέξη-κλειδί για την κυβερνώσα «Αριστερά»), αφού θα υπάρξει νομοθέτηση προληπτικού μηχανισμού, το σήμα για την εκάστοτε ενεργοποίηση του οποίου δεν θα δίνει η κυβέρνηση αλλά οι δανειστές. Ότι η μέχρι στιγμής ιστορία των Μνημονίων –και υπό κυβερνήσεις με πολύ μεγαλύτερο ποσοστό «ιδιοποίησης» τους- δείχνει ότι σχεδόν ποτέ οι δημοσιονομικοί στόχοι δεν επιτυγχάνονται πλήρως και άρα όλα συνηγορούν ότι και στο άμεσο μέλλον δεν θα επιτευχθούν πλήρως. Ότι, αν γίνει αυτό, κατά την κρίση, το ξαναλέω, των «θεσμών» και όχι της κυβέρνησης, οι περικοπές θα είναι αυτόματες, δηλαδή χωρίς λόγο της Ελλάδας και χωρίς νόμο ή έστω συζήτηση στην ελληνική Βουλή. Και ότι, με αυτόν τρόπο, η τρισκατάρατη για την κυβέρνηση, αλλά και για όλους μας, «λιτότητα» διαιωνίζεται θεσμικά και με τη βούλα.
Γιατί λοιπόν ακριβώς πανηγυρίζει, ή έστω ανακουφίστηκε η κυβέρνηση; Που αποδέχεται ακόμα περισσότερο την αλληλουχία Μνημονίων την οποία είχε εκλεγεί για να καταργήσει; Που διαιωνίζει τη λιτότητα σε βάρος όλων μας αλλά κυρίως των λαϊκών εκείνων στρωμάτων που θεωρητικά υπερασπίζεται; Που βάζει τους κακούς θεσμούς να δώσουν εκείνοι το λάκτισμα για τις επόμενες περικοπές και τον επόμενο γύρο συρρίκνωσης της παραγωγικής δραστηριότητας; Που ανάγκασε τους εταίρους της να ζητήσουν, σήμερα, ρύθμιση του μέλλοντος, ακριβώς γιατί δεν περιμένουν το μέλλον να είναι λαμπρότερο;
Αν αυτοί είναι οι πραγματικοί λόγοι των πανηγυρισμών, τότε μάλλον ο Πρωθυπουργός δεν χρειάζεται να αρχίσει να μαθαίνει πώς να δένει γραβάτα.