* Άνοιξε η συζήτηση για την ανάγκη θέσπισης ενός νέου νόμου-πλαισίου της ανώτατης εκπαίδευσης. Η δειλή (και εν τέλει ψευδεπίγραφη) μεταρρύθμιση, που επιχείρησε η κ. Γιαννάκου, δεν πρόσφερε σχεδόν τίποτε στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Αλλά και η δυσανάλογη αντίδραση σε ένα ανούσιο νομοθέτημα βοήθησε στη διάλυση του πανεπιστημίου. Όσοι αντιδρούσαν τότε, ζητούν σήμερα να αλλάξουν δυο-τρία δευτερεύοντα πράγματα: Πρώτον, ο τρόπος διανομής συγγραμμάτων (αν και σε θετική κατεύθυνση, ο νόμος εισάγει μια απίστευτη γραφειοκρατία που καθυστερεί τη διανομή των βιβλίων). Δεύτερον, η σύνθεση των εκλεκτορικών σωμάτων (η θετική πρόβλεψη το ένα τρίτο να είναι εξωτερικοί εκλέκτορες επιβαρύνει γραφειοκρατία και προϋπολογισμό). Και τρίτον, η πρόβλεψη για μία μόνον θητεία σε πρυτανικά αξιώματα. Τι συνέβη, όμως, και το «μεγαλειώδες» κίνημα του 2005-2006 («άρθρο 16», «κάτω η αξιολόγηση» κ.λπ.) συρρικνώθηκε σε αυτόν τον μίζερο κατάλογο αιτημάτων; Απλούστατα, οι υπόλοιπες πρόνοιες του νόμου δεν ενοχλούν κανέναν, γιατί δεν εφαρμόζονται. Τα πανεπιστήμια από αδιαφορία, αδράνεια, φόβο, αντίδραση δεν εφάρμοσαν βασικές πτυχές του νόμου και οι υπουργοί, που διαδέχτηκαν την κ. Γιαννάκου, δεν ενδιαφέρθηκαν για την εφαρμογή τους. Κυρώσεις δεν επιβάλλονται ποτέ, έτσι και αλλιώς.
Ο «νόμος Γιαννάκου» δεν ήταν μεταρρύθμιση, γιατί δεν έθιξε το μεγαλύτερο θεσμικό πρόβλημα του πανεπιστημίου, το μοντέλο διοίκησης. Στις αρχές του ΄80 το ελληνικό πανεπιστήμιο βρέθηκε σε κρίση παραδείγματος. Κυριότερη αιτία η μαζικοποίηση του φοιτητικού πληθυσμού, αλλά και του βοηθητικού προσωπικού, που κλήθηκε να καλύψει τις μεγάλες διδακτικές ανάγκες που δημιουργούνταν. Στη φιλοσοφία της επιστήμης υποστηρίζεται ότι, όταν μια επιστημονική θεωρία είναι σε κρίση, οδηγείται με μια επώδυνη επιστημονική αναθεώρηση σε αλλαγή παραδείγματος. Κατ΄ αναλογίαν ο νόμος 1268/82 ήταν η μεταρρύθμιση/ τομή που έλυσε (όπως έλυσε) τις αντιφάσεις του τότε παραδείγματος. Κυρίως, εισάγοντας ένα μοντέλο διοίκησης, που δεν στηριζόταν πια στην καθηγητική έδρα αλλά σε όλες τις πανεπιστημιακές βαθμίδες και στους φοιτητές που απέκτησαν το 40% της ψήφου στην ανάδειξη ακαδημαϊκών αρχών και στη σύνθεσή των οργάνων διοίκησης. Το μοντέλο αυτό ονομάστηκε «δημοκρατικό πανεπιστήμιο», χωρίς ποτέ να οριστεί το αντίθετό του «αντιδημοκρατικό πανεπιστήμιο» (όπως π.χ. ο διορισμός κυβερνητικού εκπροσώπου επί χούντας) και χωρίς ποτέ να εξηγηθεί γιατί σε όλο τον πλανήτη τα πανεπιστήμια είναι λιγότερο «δημοκρατικά», αλλά πιο ακαδημαϊκά. Τριάντα χρόνια μετά, το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι και πάλι σε κρίση. Τώρα το φαινόμενο είναι διεθνές και αφορά κυρίως τις ανατροπές που έφερε η «παγκοσμιοποίηση». Αλλά το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι επιπρόσθετα σε βαθιά κρίση εξ αιτίας της κρίσης του μοντέλου διοίκησης, που εισήγαγε ο νόμος 1268/82. Είτε εγγενώς είτε λόγω στρέβλωσης και κατάχρησης, λίγη σημασία έχει, αυτό το μοντέλο διοίκησης οδήγησε στη «φινλανδοποίηση» του ελληνικού πανεπιστημίου (στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου η Φινλανδία ήταν de facto χώρα περιορισμένης εθνικής κυριαρχίας, σε ό,τι έθιγε τα ζωτικά συμφέροντα της τότε Σοβιετικής Ένωσης). Σήμερα τα πανεπιστημιακά όργανα διοίκησης είναι «περιορισμένης κυριαρχίας». Ομάδες ιδιοτελών συμφερόντων, θύλακες νεποτισμού, κομματικοί στρατοί όλων των χρωμάτων (συμπεριλαμβανομένων του πράσινου και του γαλάζιου), ομάδες κρούσης, τάγματα εφόδου έχουν βραχυκυκλώσει τα όργανα διοίκησης και τα κατέστησαν ανίκανα να πάρουν οποιαδήποτε απόφαση, εκτός από όσες είναι αρεστές στις ομάδες πίεσης. Όμως, μοντέλο διοίκησης σημαίνει τρόπος λήψης αποφάσεων. Όταν δεν μπορεί να ληφθεί καμιά απόφαση, η δημοκρατία πάει περίπατο και η ανάγκη αλλαγής παραδείγματος είναι επείγουσα.
Η νέα ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, αλλά και πολλοί πανεπιστημιακοί, μοιάζει να βρήκαν τη μαγική συνταγή: «λιτός νόμος- (πραγματικό) πλαίσιο και αυτοτέλεια με κοινωνική λογοδοσία». Η πολιτεία, λένε, πρέπει να αποσυρθεί και τα πανεπιστήμια ας αναλάβουν τις ευθύνες τους και ας πάρουν τις αποφάσεις τους. Όμως, πώς και ποιες αποφάσεις να πάρουν, όταν το μοντέλο διοίκησης είναι πλήρως βραχυκυκλωμένο; Η κοινωνία, υποψιασμένη πλέον, δεν μοιάζει διατεθειμένη να παραχωρήσει κι άλλη «αυτοτέλεια». Αυτό που χρειάζεται επειγόντως το πανεπιστήμιο, πριν από την απόσυρση της πολιτείας, είναι η απόσυρση των κομματικών στρατών και η αλλαγή του μοντέλου διοίκησης. Μιας διοίκησης που θα αντλεί νομιμοποίηση από το σώμα των πανεπιστημιακών χωρίς τη διαμεσολάβηση εσωτερικών ιδιοτελών κυκλωμάτων, κομματικών επιτελείων ή ομάδων πίεσης και θα λογοδοτεί, τόσο στο σώμα αυτό όσο και στην πολιτεία, με καθορισμένες προβλέψεις και συνέπειες. Μέχρι να αποκατασταθεί η νόμιμη κυριαρχία των οργάνων διοίκησης, η παρουσία της πολιτείας (όσο παράξενο κι αν ακούγεται) αποτελεί για το φινλανδοποιημένο πανεπιστήμιο παράγοντα εξισορρόπησης της νομιμότητας. Διαφορετικά, η «μεγαλόψυχη» παραχώρηση «αυτοτέλειας με κοινωνική λογοδοσία» θα οδηγήσει στη μετατροπή του πανεπιστημίου από Φινλανδία σε Σομαλία.
.
* Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 10.12.2009!
Ο Ορέστης Καλογήρου είναι αναπληρωτής καθηγητής στο ΑΠΘ.