Τα πανεπιστήμια, αντί να μεταφέρουν στους νέους την αίσθηση μιας σύγχρονης κοινωνίας και να οικοδομούν πύλες εξόδου από την κρίση, έχουν γίνει θερμοκήπια που την συντηρούν. Όταν αλλάξει το πολιτικό σκηνικό και αρχίσει η χώρα να γίνεται κανονική, θα χρειασθεί μια βαθειά αλλαγή στην Ανώτατη Εκπαίδευση, ως αναγκαίο προαπαιτούμενο για να καταστεί η κανονικότητα διατηρήσιμη. Ένα καλύτερο μέλλον προϋποθέτει υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικά ιδρύματα που δημιουργούν επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο.
Τα ελληνικά ιδρύματα Ανώτατης Εκπαίδευσης εμφανίζουν μια μόνιμη κατάσταση ανομίας. Πώς να γίνει ένα πανεπιστήμιο αποδοτικό σε παραγωγή και μετάδοση γνώσης, όταν είναι τόπος τέλεσης ποινικών αδικημάτων χωρίς συνέπειες, όταν συνεδριάσεις ανώτατων οργάνων όπως η Σύγκλητος διακόπτονται αν δεν αρέσουν σε κάποιους τα μέλη ή η ημερήσια διάταξη ή οι αποφάσεις, όταν μπορεί να εμποδισθεί βιαίως όποιος επιθυμεί να εργασθεί, όταν πανεπιστημιακοί χώροι έχουν γίνει χρόνια «άβατα»; Τέτοιες καταστάσεις δεν αντιμετωπίζονται με συνήθη ιδιωτική φύλαξη, που εκτός από αναποτελεσματική θα ήταν και δυσβάστακτη για τα πενιχρά οικονομικά των ιδρυμάτων. Πολύ αποτελεσματικότερες οι συστηματικές περιπολίες της δημόσιας δύναμης στις πανεπιστημιουπόλεις, όπως και σε κάθε δημόσιο χώρο.
Το δημόσιο χρήμα που διατίθεται στην Ανώτατη Εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένων των μισθών, δεν είναι λίγο, αν συγκριθεί με το παραγόμενο αποτέλεσμα. Δεν φθάνει πάντως για να επιτύχουν τα ιδρύματα εκπαίδευση και έρευνα υψηλών προδιαγραφών. Εξ άλλου, η οικονομική διαχείριση είναι ιδιαίτερα γραφειοκρατική και ο τρόπος διοίκησής τους αναποτελεσματικός. Υψηλά επίπεδα ποιότητας και απόδοσης μόνο με ριζικές αλλαγές θα μπορούσαν να επιτευχθούν.
Ο κατακερματισμός μειώνει σημαντικά τους μέσους όρους χρηματοδότησης και ποιότητας της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Η άμετρη διασπορά των ιδρυμάτων επί χρόνια υπηρέτησε την ψηφοθηρία. Τμήματα με άσχετα γνωστικά αντικείμενα εφευρέθηκαν για να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένες ομάδες. Η δήθεν περιφερειακή ανάπτυξη γρήγορα εκφυλίστηκε σε απλή προσφορά τοπικών υπηρεσιών στέγασης, διατροφής και αναψυχής των φοιτητών. Μετά από δεκαετίες εφαρμογής αυτής της πολιτικής, 24 ΑΕΙ και 16 ΑΤΕΙ (πρώην ΤΕΙ) λειτουργούν με χαμηλό μέσο επίπεδο, διάσπαρτα σε 59 διαφορετικές πόλεις και κωμοπόλεις. Το άμεσο κλείσιμο θα είχε βαρύ πολιτικό κόστος. Χρειάζεται να συγκεντρωθούν γεωγραφικά τα ιδρύματα ώστε να δημιουργούνται στοιχειώδεις προϋποθέσεις ακαδημαϊκού περιβάλλοντος και βέλτιστη αξιοποίηση των υποδομών και να απαλειφθεί το φαινόμενο ενός Τμήματος σε μια πόλη. Τα κατακερματισμένα γνωστικά αντικείμενα και πτυχία να αναθεωρηθούν σύμφωνα με διεθνή πρότυπα, ενώ εξειδίκευση και διεπιστημονικότητα να καλύπτονται κυρίως από τις μεταπτυχιακές σπουδές. Οι θέσεις στα ιδρύματα να βρεθούν σταδιακά σε λογική αναλογία με τις θέσεις εργασίας, παρ’ όλο που δεν είναι σκόπιμη η μείωση του συνολικού αριθμού εισακτέων.
Αποφασιστική ώθηση αποδοτικότητας θα έφερνε η εισαγωγή στοιχείων ανταγωνισμού μεταξύ των ιδρυμάτων, μέσω ενός μοντέλου οργάνωσης της Ανώτατης Εκπαίδευσης που θα έδινε πλήρη διοικητική και οικονομική αυτονομία στο κάθε ίδρυμα. Η αυτονομία πρέπει υποχρεωτικά να συνδυασθεί με πλήρη αποσύνδεση των πτυχίων από τα επαγγελματικά δικαιώματα. Η αξιολόγηση των πτυχιούχων να γίνεται από την αγορά και, όπου χρειάζεται, το δικαίωμα άσκησης επαγγέλματος να δίνεται από επαγγελματικές οργανώσεις (επιμελητήρια, επιστημονικοί σύλλογοι κ.λπ.) ή και το κράτος, με αυστηρά αντικειμενικές διαδικασίες. Ειδικά τα τεχνολογικά ιδρύματα να συμβάλουν σε στροφή προς την ενίσχυση της παραγωγικής προσπάθειας, της βιομηχανικής ανάπτυξης και της καινοτομίας, τα δε ΑΤΕΙ να δίνουν επίσης χρήσιμη υποστήριξη στα τεχνικά λύκεια.
Η ανάπτυξη ανταγωνισμού μεταξύ των αυτόνομων ιδρυμάτων θα οδηγήσει σταδιακά σε ποιοτική βελτίωσή τους, ισχυροποίηση των καλύτερων αλλά και παρακμή μερικών. Τα όμοια πτυχία διαφορετικών ιδρυμάτων θα έχουν πλέον άνιση αξία στην αγορά εργασίας. Τα πιο αδύναμα ιδρύματα θα επιδιώξουν να βελτιωθούν, μετακινούμενα ενδεχομένως σε άλλη πόλη, μέσω κοινοπραξιών με άλλα ΑΕΙ, ΑΤΕΙ, ακόμα και ερευνητικά κέντρα, όπου οι συγχωνεύσεις διοικητικών και εκπαιδευτικών δομών θα μεριμνούν και για την προστασία των φοιτητών. Αυτός είναι ένας υγιής και πολιτικά πιο ανώδυνος τρόπος για να επιτευχθούν ο εξορθολογισμός της λειτουργίας και η σταδιακή γεωγραφική συγκέντρωση του κάθε ιδρύματος σε 1-2 πόλεις, πλην ειδικών περιπτώσεων. Τα ιδρύματα θα επιχορηγούνται μεν από το κράτος βάσει αλγορίθμου που θα λαμβάνει υπόψη κριτήρια ποιότητας και εκπαιδευτικής αποδοτικότητας, αλλά θα συλλέγουν επιπλέον έσοδα από προγράμματα, χορηγίες, δίδακτρα ή άλλες πηγές. Θα είναι αποκλειστικά υπεύθυνα για την διαχείριση των πόρων, καλύπτοντας μισθούς, δαπάνες λειτουργίας και υποδομές, μέσω ενός ειδικού λογαριασμού. Υποχρεωτικές υποτροφίες θα βοηθούν τους οικονομικά αδύναμους φοιτητές να αντιμετωπίζουν το κόστος των σπουδών. Ο τρόπος εισαγωγής, ο αριθμός, η συμμετοχή και οι υποχρεώσεις των φοιτητών, το περιεχόμενο και η διάρκεια των σπουδών, η επιλογή και οι αμοιβές των διδασκόντων, το ακαδημαϊκό ημερολόγιο και οι διατμηματικές συνεργασίες, οι ακαδημαϊκές ποινές, οι μέθοδοι διοίκησης κ.λπ. θα αποφασίζονται από το κάθε ίδρυμα. Έτσι, θα προετοιμασθεί κατάλληλα το έδαφος και για τη μελλοντική ίδρυση μη κερδοσκοπικών ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Ενδεχομένως, για κάποιες από τις αλλαγές θα απαιτηθεί προηγούμενη συνταγματική αναθεώρηση, πολλές όμως μπορούν να εφαρμοσθούν με το υπάρχον νομικό πλαίσιο. Μια νέα έκδοση του νόμου 4009/11, με τις αναγκαίες τροποποιήσεις και σταδιακές προσαρμογές, μπορεί να φέρει τα ιδρύματα στην πλήρη αυτονομία. Βασικές κατευθύνσεις: 1) η διασφάλιση κανονικότητας της λειτουργίας 2) η ακαδημαϊκή και οικονομική εποπτεία και η επιλογή Πρύτανη-διαχειριστή κάθε ιδρύματος από εκλεγόμενο Συμβούλιο, με ακαδημαϊκά ή άλλα ενεργά μέλη της ελληνικής και διεθνούς κοινωνίας 3) αποτελεσματικές διαδικασίες αξιολόγησης διδασκόντων και διοίκησης, με ακαδημαϊκά κριτήρια εκπαιδευτικής, ερευνητικής και διεθνούς επίδοσης.