«Πάμε Παπούλια»;

Κώστας Σπυρόπουλος 04 Ιουν 2013

Έχετε καταλάβει τι πάνε και κάνουνε εκεί στο Προεδρικό Μέγαρο οι δημόσιοι άνδρες της χώρας; «Ενημέρωσε», λέει, «τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο πρωθυπουργός για τα αποτελέσματα του ταξιδίου του εις την Κίνα». Αν δεν τον ενημέρωνε τι θα γινόταν; Θα στράβωνε το ταξίδι, άμα τη επιστροφή; Τις προάλλες πήγε ο υπουργός Άμυνας και άρχισαν τις αμπελοφιλοσοφίες περί της μεγάλης ευρωπαϊκής δύναμης, της Ρωσίας. Μετά την ανάλυση ο υπουργός προέβη σε δηλώσεις στην «κάτω νεραντζιά», όπως λένε οι πολιτικοί συντάκτες. Η «πάνω νεραντζιά» είναι ένα τετράγωνο νωρίτερα, στου Μαξίμου. Οι «νεραντζιές» είναι must για τους υπουργούς. Η διαφορά είναι ότι στην πάνω πας όταν σε φωνάζει ο πρωθυπουργός. Στην κάτω πας όποτε το ζητήσεις. Έξω από του Μαξίμου τους πιάνει γλωσσοδέτης. Στο Προεδρικό λύνονται οι άνθρωποι. Μέχρι και ο Στουρνάρας, σοβαρός άνθρωπος, «πάει Παπούλια» όταν γυρνάει από το Γιουρογκρούπ.

Χτες ήταν η σειρά του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Για να πούμε την αλήθεια, ο Προβόπουλος δεν πήγε. Τον κάλεσε. Διότι από καιρού εις καιρόν καλόν είναι να ενημερώνεται ο Πρόεδρος για την πολύπαθο οικονομία. Πήγε, λοιπόν, ο διοικητής και πρόλαβαν κι έκλεψαν οι άτιμες οι κάμερες την ενημέρωση για την ανακεφαλαιοποίηση. Ο Πρόεδρος καιροφυλακτούσε να κάνει την κρίσιμη ερώτηση. «Πότε θα τελειώσει αυτό;», εννοώντας την αύξηση κεφαλαίου της Εθνικής. Ο Προβόπουλος, τι να κάνει ο άνθρωπος, είπε, εμπιστευτικά, αυτό που γράφουν κάθε μέρα όλες οι εφημερίδες: «Αυτή την εβδομάδα». Τότε έκλεισαν και οι κάμερες και οι δύο άνδρες συνέχισαν κατ’ ιδίαν. Υποθέτω ότι οι πιο βαρετές στιγμές είναι οι κατ? ιδίαν, χωρίς τις κάμερες.

Το κόλπο με τις κάμερες το επινόησε πρώτος ο Καραμανλής. Είχε το λόγο του, όμως, ή, μάλλον, είχε λόγους πολλούς. Με τον Ανδρέα εξισορροπούσε στη χώρα, με τον Μητσοτάκη στο κόμμα του. Ενας συσχετισμός δυνάμεων απεικονιζόταν στη διάθεση, που επιτηδευμένα έδειχνε ή στα λόγια, που άφηνε να ξεφύγουν δια των οδόντων. «Ήταν ο μόνος πολιτικός που υπεδύετο τον εαυτό του», μου έλεγε ο Στάμος Ζούλας. Αλλά η σκηνοθεσία, ο ρόλος, είχε πολιτικό νόημα. Με τον Σαρτζετάκη το έθιμο σταμάτησε. Να ‘ταν το μόνο. Τι να πει ο Αντρέας μαζί του. Ο Σημίτης το χρησιμοποίησε. Έπαιζε ένα-δύο με τον Στεφανόπουλο και είχε νόημα για την όποια επιρροή είχε ο ευπατρίδης Πρόεδρος στην Κεντροδεξιά. Με τον Παπούλια δεν έχει κανένα νόημα. Η σύγκριση με τον Νέστορα Ναπολιτάνο εκ δυσμών, ακόμα και με τον Γκιούλ εξ ανατολών, σε υποβάλει σε κατήφεια. Είναι μια από τις αραχνιασμένες σκηνογραφίες στην πολιτική ζωή. Δεν είναι η πιο σημαντική. Είναι, όμως, χαρακτηριστική.