Χτες, για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ένα ακροδεξιό κόμμα μπήκε στη γερμανική Βουλή όχι μόνο με αξιώσεις αντιπολίτευσης αλλά με μια γενικευμένη ψήφο οργής και αντίδρασης «εναντίον όλων». Μένει να μάθουμε από τις σχετικές αναλύσεις των ειδικών αν ο ακροδεξιός λόγος —και πολύ περισσότερο ο ακροδεξιός εξτρεμισμός— έχει τις ρίζες του σε κοινωνικές μεταβολές που σχετίζονται άμεσα με τη συγκυρία (π.χ. μεταναστευτικό, ανασφάλεια, ανεπαρκείς κοινωνικές δομές, κ.λπ.) ή αν αντανακλά βαθύτερες διεργασίες που είχαν ήδη συμβεί σε τοπικό – περιφερειακό επίπεδο και τώρα αποτυπώνονται και στο εθνικό επίπεδο. Εδώ και καιρό πάντως φαινόταν πως η γερμανική ακροδεξιά, με άξονα τη μισαλλόδοξη «λαϊκή γερμανικότητα», έχει συγκροτήσει μια αρκετά διαδεδομένη μορφή «υποκουλτούρας» (από νεανικά μουσικά συγκροτήματα έως το Διαδύκτιο), η οποία αποκτά τώρα και θεσμική έκφραση μέσα από την κοινοβουλευτική παρουσία του AfD. Η συγκρουσιακή προοπτική είναι ήδη προδιαγεγραμμένη. Καθώς θα εκδιπλώνει την ατζέντα της η Ακροδεξιά, ο αντισυστημικός λόγος του μίσους θα συμπεριλαμβάνει, ολοένα και περισσότερο, οτιδήποτε έρχεται «απ’ έξω»: αλλοδαπούς, μετανάστες, πρόσφυγες, «ομοσπονδο-δημοκράτες», μίντια, και βέβαια την ίδια την Ευρώπη. Σε κάθε περίπτωση, τα νέα από τη Γερμανία δεν είναι καλά.
Απέναντι σε αυτή τη σκοτεινή εκδοχή, η Ευρώπη δεν έχει πολλές επιλογές. Μετά τις εκλογές στη Γαλλία και τη Γερμανία είναι σαφές πως μια ενδεχόμενη αποτυχία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα έφερνε στο προσκήνιο όλους εκείνους τους παλιούς δαίμονες, που σκόρπισαν θάνατο και δυστυχία στους ευρωπαίους πολίτες. Η απάντηση στην Άκρα Δεξιά δεν μπορεί να εξαντλείται στο να μιμηθεί κανείς το λόγο της για να «κλέψει» το ακροατήριο της αλλά να πείσει τους πολίτες πως μόνο μια δημοκρατία που βελτιώνεται μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια και την ευημερία τους. Με άλλα λόγια, η Ευρώπη χρειάζεται περισσότερη δημοκρατία αλλά και η δημοκρατία χρειάζεται περισσότερη Ευρώπη. Απέναντι σε αυτούς τους παλιούς δαίμονες, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να θυμάται διαρκώς τις καταστατικές αρχές της και το κοινό αξιακό της φορτίο, το οποίο απορρέει ακριβώς από τη νίκη της δημοκρατίας απέναντι στο φασισμό. Ο κοινός προσανατολισμός σε κοινές αξίες, η διαδικασία εμβάθυνσης, δηλαδή, της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης δεν πρέπει να εξαντλείται μόνο στα οικονομικά θέματα της νομισματικής ενοποίησης αλλά προτάσσει τον ίδιο τον δημοκρατικό ανθρωπισμό. Η παρατεταμένη οικονομική κρίση έκανε τους πολίτες να αντιμετωπίζουν την Ευρώπη σαν μια μηχανή παραγωγής μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας, ή στην καλύτερη περίπτωση, σαν ένα πεδίο οικονομικών ανταγωνισμών με κερδισμένους και χαμένους. Αυτός ο «οικονομισμός» συρρίκνωσε την ίδια την ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης, οδηγώντας πολλά κόμματα είτε στο λαϊκιστικό πειρασμό της διάλυσης του «ευρώ», είτε σε εθνικιστικές αναδιπλώσεις που προσπαθούν να απαντήσουν στις προκλήσεις του 21ου αιώνα με συνταγές του 19ου και του 20ού αιώνα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως, μέσα σε αυτό το σκηνικό, η Σοσιαλδημοκρατία πρέπει να βρει ένα νέο βηματισμό και μια νέα στρατηγική. Ο «ενάρετος κύκλος» της μακράς συμπόρευσής της με τη Δεξιά φαίνεται να κλείνει, και ίσως μαζί του κλείνει και η μετάλλαξή της σε μια διαχειριστική εξουσιαστική δύναμη. Η κυβερνητική ωστόσο δύναμη της Σοσιαλδημοκρατίας ιστορικά δεν αντλήθηκε από τις διαχειριστικές της φιλοδοξίες και ικανότητες αλλά από την κατοχύρωση δημοκρατικών κατακτήσεων, που συνδέονταν με το «πρωτείο της πολιτικής». Αν λοιπόν σε κάτι πρέπει να πρωταγωνιστήσει η σύγχρονη Σοσιαλδημοκρατία είναι το ευρύ μέτωπο εκδημοκρατισμού των ευρωπαϊκών κοινωνιών και των ευρωπαϊκών θεσμών, με ιδιαίτερη έμφαση στη δεσμευτική κατοχύρωση των ανθρώπινων και των κοινωνικών δικαιωμάτων? ιδιαίτερα αυτών που κινδυνεύουν από την κρίση της πολιτικής αντιπροσώπευσης και τη σταθεροποίηση του ακροδεξιού εξτρεμισμού. Στο κέντρο αυτής της συζήτησης, αναγκαστικά θα βρεθεί, ξανά και ξανά, το πρόβλημα του ρατσισμού και της ξενοφοβίας αλλά και το πρόβλημα της δημόσιας ασφάλειας. Και ίσως αυτή η συζήτηση, ενόψει μάλιστα της ανόδου της Ακροδεξιάς, μπορεί να αναδείξει όχι μόνο το ιστορικό βάθος της προσφοράς της Σοσιαλδημοκρατίας στη δημοκρατική Ευρώπη αλλά και το κύριο διακύβευμα του μέλλοντος: ότι δηλαδή οι κουρασμένοι ψηφοφόροι μπορούν να εμπιστευτούν ξανά την πολιτική, πριν οι παλιοί δαίμονες φτιάξουν μια νέα «εποχή των άκρων».
-για τη στήλη Ανώμαλα Ρήματα–