Ολες οι δημοσκοπήσεις μετά τον Ιούνιο του 2012 δείχνουν σταθερά τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων προς τα δύο μεγαλύτερα κόμματα να κυμαίνονται στο 18-20%. Αλλοτε παίρνει κεφάλι ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλοτε η Νέα Δημοκρατία. Το ενδιαφέρον είναι ότι τη διαταραχή της διακύμανσης σπανίως την προκαλεί ο ΣΥΡΙΖΑ με κάποια πολιτικά γεγονότα· ακόμη και όταν κάνει τομές στον προηγούμενο ανεδαφικό του λόγο, τρέχουν οι συνιστώσες να τις καλύψουν, έτσι ώστε η αξιωματική αντιπολίτευση να μην μπορεί να επωφεληθεί από την πιο λελογισμένη ρητορική της. Είναι η κυβέρνηση που προκαλεί αυτές τις μικρές διαταραχές και ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να προηγείται· κάποια στιγμή οι πολίτες μπουχτίζουν από τα ρουσφέτια και τον παλαιοκομματισμό της και πολλοί αναρωτιούνται «τι χειρότερο μπορεί να συμβεί αν έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ;».
Το δεύτερο που πρέπει να παρατηρήσουμε είναι ότι η βάση για τα δύο μεγάλα κόμματα δεν είναι οι εκλογές του Ιουνίου του 2012, όπου πήραν τα υψηλά ποσοστά 26,89% και 29,66%. Σε αυτές τις εκλογές τέθηκαν υπαρκτά και μεγάλα διλήμματα, με κύριο αν η Ελλάδα μένει ή φεύγει από το ευρώ. Επειδή έχουμε να κάνουμε με ευρωεκλογές και χαλαρή ψήφο, το πιθανότερο είναι τα αποτελέσματα –ασχέτως του ποιος θα έχει την πρωτιά– να κυμανθούν σε επίπεδα Μαΐου του 2012, όταν η Ν.Δ. συγκέντρωσε 18,85% των ψηφοφόρων και ο ΣΥΡΙΖΑ 16,78%.
Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και αν καταβαραθρωθεί το ΠΑΣΟΚ –κάτι που δείχνουν όλες οι δημοσκοπήσεις–, θα είναι γελοίο να ζητήσει εθνικές εκλογές ένα κόμμα που θα είναι μεν πρώτο, αλλά θα έχει συγκεντρώσει το ένα πέμπτο του εκλογικού σώματος. Πιθανότατα θα το κάνει, αλλά θα γελάσει (για μία ακόμη φορά) κάθε πικραμένος. Τα παλιά κόλπα του δικομματισμού επαναλαμβάνονται σαν φάρσα.
Περισσότερο πρέπει να προβληματίζει την κυβέρνηση, αλλά και τον ΣΥΡΙΖΑ, η τεράστια απήχηση που έχει στο εκλογικό σώμα «Το Ποτάμι». Οχι μόνο γιατί το εγχείρημα του κ. Σταύρου Θεοδωράκη θα τους κλέψει ψήφους, αλλά για το γεγονός ότι εκφράζει την αδήριτη ανάγκη των πολιτών για αλλαγές και στην ακολουθούμενη πολιτική, αλλά και στη χειρότερη που πρεσβεύει ο ΣΥΡΙΖΑ. Τα πολιτικά κολπάκια με ευνοϊκά μέτρα προς κάποιες πληθυσμιακές ομάδες, με ρουσφέτια σε αποτυχόντες πολιτευτές και «φίλους» των κυβερνητικών κομμάτων (π.χ. Παπουτσής, Παπαθανασίου), ακόμη και οι «ηρωικές διαπραγματεύσεις» που κάνει η κυβέρνηση για να κρατήσει ανέπαφο το πλέγμα των συντεχνιών, υπογραμμίζουν την πεποίθηση των πολιτών ότι «μ’ αυτούς που έχουμε προκοπή δεν γίνεται».
Από την άλλη και ο λόγος του ΣΥΡΙΖΑ αποπνέει μούχλα. Είναι ο στερεοτυπικός λόγος κάθε αντιπολίτευσης που γνωρίσαμε μετά την αντιπολίτευση: ένα διαρκές «όχι» σε όλα, και πλειοδοσία υπέρ όλων των συντεχνιών σε σχέση με την κυβέρνηση. Το μεταφυσικό επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ «ψηφίστε μας διότι είμαστε καλύτεροι, αγνότεροι, τιμιότεροι κ.λπ.» το άκουσαν οι πολίτες και το 2004. Οταν το 2009 διαπίστωσαν ότι αυτοί που ψήφισαν δεν αποδείχθηκαν «καλύτεροι, αγνότεροι, τιμιότεροι», ήταν πλέον αργά· η χώρα είχε χρεοκοπήσει.
Ματαίως λοιπόν επιχειρούν τα δύο μεγάλα κόμματα να δημιουργήσουν νέα δεδομένα με παλιά κόλπα. Οι πολίτες έχουν καεί και από τα ρουσφέτια και από τις υποσχέσεις για μεγαλύτερα ρουσφέτια. Και αυτό θα το δείξουν στις κάλπες.