Παιχνίδια -ξανά- με τον εκλογικό νόμο

Χρήστος Λιόλιος 02 Σεπ 2022

Και αφού το πήραμε απόφαση ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας -ή τέλος πάντων την ερχόμενη άνοιξη- εν μέσω πολιτικής αναταραχής και όξυνσης της αντιπαράθεσης, από το πουθενά μπήκε στην δημόσια συζήτηση το ενδεχόμενο -νέας- αλλαγής του εκλογικού νόμου. Ίσως κάποιοι πείτε ότι το θέμα τέθηκε όχι κεντρικά και επίσημα από κάποιο κορυφαίο μέλος της κυβέρνησης, αλλά από απλούς βουλευτές της Ν.Δ.

Βουλευτές σε ρόλο «λαγού»

Όμως, συνήθως, αυτού του είδους οι συζητήσεις δεν ξεκινούν από την κορυφή, καθώς ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση θα πρέπει να είναι προστατευμένοι απέναντι σε ενδεχόμενες αρνητικές αντιδράσεις. Έτσι, βουλευτές και στελέχη σε ρόλο «λαγού», αναλαμβάνουν να κάνουν την «βρώμικη δουλειά», προκειμένου ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, όταν ερωτηθεί αν τα σενάρια αληθεύουν, να μπορέσει να επικαλεστεί το επιχείρημα ότι «όλα αυτά δεν είναι τίποτε περισσότερο, από προσωπικές απόψεις».

Οι κανόνες του… πρωθυπουργού

Εξάλλου, ο ίδιος ο πρωθυπουργός, όταν στις συνεντεύξεις που έδινε απέρριπτε το ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών, ταυτόχρονα αρνούνταν, με τον ίδιο έντονο τρόπο, και την πιθανότητα αλλαγής του εκλογικού νόμου. «Είμαστε σοβαροί; Θα αλλάζουμε τους κανόνες του παιχνιδιού ανάλογα με τι μας συμφέρει;», έλεγε χαρακτηριστικά στις 14 Ιουνίου στην ΕΡΤ. Έτσι, ακόμα και οι πιο φανατικοί πολιτικοί του αντίπαλοι, πίστεψαν ότι πράγματι αυτό που λέει, το εννοεί.

Αδιέξοδα και συλλογισμοί

Να όμως που, περίπου εννέα μήνες πριν τις κάλπες και παρά τις διαβεβαιώσεις Μητσοτάκη, το σενάριο επανέρχεται στην επικαιρότητα. Μάλιστα, η υπόθεση των υποκλοπών και η σφοδρή σύγκρουση μεταξύ Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, σε βαθμό που σιγά σιγά μοιάζει να εξελίσσεται σε προσωπική κόντρα Μητσοτάκη-Ανδρουλάκη, δημιούργησε την βάση για να ανοίξει η σχετική συζήτηση. Ο συλλογισμός είναι απλός, έως και απλοϊκός: Η κάλπη της απλής αναλογικής, όχι μόνο δεν θα έδινε αυτοδυναμία στη Ν.Δ. (που παραμένει πρώτη στις δημοσκοπήσεις), αλλά θα δυσκόλευε ακόμα και τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας (με το ΠΑΣΟΚ). Αλλά και οι εκλογές της ενισχυμένης, που θα ακολουθήσουν, θα επέτρεπαν μεν την δημιουργία κυβέρνησης συνεργασίας, αλλά θα ήταν τόσο οριακή σε έδρες, που ο ένας σύμμαχος θα ήταν όμηρος του άλλου. Άρα τι μένει; Η άμεση αλλαγή του εκλογικού νόμου και η επαναφορά του μπόνους των εδρών. Όμως, κατά την γνώμη μου, ο παραπάνω συλλογισμός, αν και όχι εντελώς εκτός πραγματικότητας, δεν είναι ο πραγματικός λόγος που θα οδηγήσει -αν οδηγήσει- σε αλλαγή του νόμου. Απλώς η περιρρέουσα πολιτική ατμόσφαιρα, που φέρνει σταδιακά όλο και περισσότερη πόλωση, είναι βολική για να κάνουν σκέψεις και σχέδια όσοι θα προτιμούσαν την (υπερ)ενίσχυση του πρώτου κόμματος.

Τι υποστήριζαν τα κόμματα

Η Ν.Δ. ήταν και είναι οπαδός των μονοκομματικών κυβερνήσεων, με ισχυρές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, ακόμα και όταν το πρώτο κόμμα λάβει κάτω από 40%. Υπέρ των μονοκομματικών κυβερνήσεων και του μπόνους ήταν και το ΠΑΣΟΚ, όσο αποτελούσε έναν από τους δύο πυλώνες του δικομματισμού. Αλλά ακόμα και μετά την εκλογική του αποδυνάμωση, υποστήριζε την ύπαρξη ενός λελογισμένου μπόνους εδρών, ώστε να μην υπάρχει συνεχής προσφυγή σε εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ το 2019, ενώ έβλεπε την ήττα να έρχεται με φόρα, στην προσπάθειά του να συσπειρώσει γύρω του όσο το δυνατόν μεγαλύτερο τμήμα της παραδοσιακής αριστεράς, αλλά και να δυσκολέψει τον σχηματισμό κυβέρνησης από τον Μητσοτάκη, έφερε για ψήφιση την απλή -αν και όχι τόσο άδολη- αναλογική.  

Μπόνους που βολεύει όλους

Στο παρόν πολιτικό περιβάλλον τα πράγματα είναι πιο απλά. Κακά τα ψέματα. Η Ν.Δ. θέλει να κερδίσει ξανά τις εκλογές και να συνεχίσει να κυβερνά αυτοδύναμη. Ποτέ δεν θέλησε κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ (ούτε βεβαίως με τον Βελόπουλο). Ο ΣΥΡΙΖΑ -αν και δεν μπορεί να πει δημόσια ότι δεν υποστηρίζει την απλή αναλογική- σε περίπτωση που δει τα ποσοστά του να αυξάνονται -ή ακόμα περισσότερο αν γυρίσει το παιχνίδι υπέρ του-, αν και ισχυρίζεται ότι είναι υπέρ των συνεργασιών και πιέζει τα αντιδεξιά αντανακλαστικά του ΠΑΣΟΚ, θα βολευόταν μια χαρά με το μπόνους. Άλλωστε με μπόνους κυβέρνησε την τετραετία 2015-2019. Το ΠΑΣΟΚ, αν και πρέπει ως τρίτο κόμμα να τονίζει τον ρυθμιστικό του ρόλο στην υπόθεση της κυβερνησιμότητας, στην πραγματικότητα θα επιθυμούσε να αποφύγει να συγκυβερνήσει είτε με τη Ν.Δ., είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Πιο καλή η μοναξιά της πρωτιάς

Το πολιτικό προσωπικό της χώρας έχει δείξει πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν, ότι όταν βρεθεί μπροστά σε αδιέξοδα, είναι ικανό να συνεργαστεί, ακόμα και με τον διάβολο, προκειμένου να επιβιώσει. Εξάλλου, το ζήτημα της πολιτικής σταθερότητας -παρά την φθορά που έχει υποστεί ο όρος από την δια πάσαν νόσον χρήση του- παραμένει πολύ σοβαρό για να αντιμετωπιστεί με επιπολαιότητα. Ωστόσο, οι σκέψεις που υπάρχουν δείχνουν ότι το ίδιο πολιτικό προσωπικό, όταν μπορεί να κυβερνήσει μόνο του, με πρωθυπουργό τον δικό του αρχηγό και υπουργούς τα δικά του στελέχη, θα προτιμήσει αυτή την λύση, παρά να μπει στην βάσανο των προγραμματικών συμφωνιών. Με ότι αυτό συνεπάγεται για το πριν και κυρίως για το μετά.