Προ τριμήνου διαφημίστηκε εκ μέρους της κυβέρνησης με τυμπανοκρουσίες η συγκρότηση της τεσσαρακονταμελούς Επιτροπής Διαλόγου για τις Μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία με πρόεδρο τον ομότιμο καθηγητή του ΕΚΠΑ Α. Λιάκο. Η επιτροπή έδωσε τα πορίσματά στη δημοσιότητα, αλλά και στον έχοντα το ρόλο του υπουργού παιδείας, φύλακα άγγελο των μαρξιστικών παραδόσεων του ΣΥΡΙΖΑ και αιώνιο φοιτητή Ν. Φίλη. Κάποιοι από εμάς χαρακτήρισαν εξ υπαρχής ως προσχηματικό το διάλογο, γνωρίζοντας πολύ καλά τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την παιδεία, αλλά και την ποιότητα των ανθρώπων, που συναπαρτίζουν τον πυρήνα του κόμματος και της κυβέρνησης.
Προ τριών εβδομάδων παραδόθηκε και πάλι με τυμπανοκρουσίες, παρουσία του υπουργού παιδείας, η έκθεση της επιτροπής. Όμως, πριν αλέκτωρ λαλήσει, το πόρισμα πετάχθηκε στον κάλαθο των αχρήστων, ως μη αρμόζον με το Κυβερνητικό Πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα, στη συνέντευξη του κ. Γιάννη Παντή, Γενικού Γραμματέα του υπουργείου παιδείας, που δημοσιεύτηκε στην «Μακεδονία της Κυριακής» στις 12-6-2016, αποδόμησε πλήρως τις προτάσεις του Πορίσματος της Επιτροπής Διαλόγου για τις Μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία.
Συγκεκριμένα, διευκρίνισε ότι:
1. Οι προτάσεις δεν είναι δεσμευτικές για το υπουργείο παιδείας, ενώ, προκειμένου να μην παρεξηγήσουμε το ρόλο της επιτροπής, ξεκαθάρισε ότι κανένα από τα σχέδια που έχουν κατατεθεί δεν αποτελεί θέση του υπουργείου παιδείας.
2. Δεν θα γίνουν συγχωνεύσεις σχολείων δημιουργώντας μεγάλες Σχολικές Μονάδες με κρίσιμη μάζα καθηγητών και μαθητών, όπως προτείνει η Επιτροπή Λιάκου, ώστε να μπορεί να εφαρμοστεί το Εθνικό Απολυτήριο με διευρυμένες επιλογές μαθημάτων από τους μαθητές Λυκείου. Αντιθέτως, τόνισε ότι θα γίνουν μόνον οι συγχωνεύσεις, που θα θεωρηθούν αναγκαίες για τη βιωσιμότητα των σχολικών μονάδων, λόγω μείωσης του μαθητικού δυναμικού.
3. Δεν θα προχωρήσει το «συμβόλαιο τιμής», δεδομένου ότι η πρόταση δεν έχει πάρει την οριστικοποιημένη μορφή της, και, επομένως, η πρόταση δεν απασχολεί το υπουργείο και δεν τίθεται καν στο τραπέζι των συζητήσεων.
4. Η κατάργηση προσευχής και μαθητικών παρελάσεων δεν εμπεριέχεται σε κάποιο επίσημα δημοσιευμένο κείμενο του Τμήματος Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ και, ως εκ τούτου, δεν τους απασχολεί.
5. Το τετραετές Γυμνάσιο με το διετές Λύκειο, δεν αποτελεί δεσμευτική πρόταση για το υπουργείο παιδείας και δεν είναι προτεραιότητα που αυτή τη στιγμή χρειάζεται η εκπαίδευσή μας.
6. Το σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ, που προτείνει η Επιτροπή, δεν απορρίπτεται συλλήβδην, αλλά οι όποιες αλλαγές γίνουν θα εφαρμοστούν σε βάθος εξαετίας.
7. Όσον αφορά στην μείωση του αριθμού εισακτέων στα ΑΕΙ, αυτή απορρίπτεται, αφού προέχει η ορθή κατανομή των εισακτέων, η βελτίωση της εκπαίδευσής τους, η εξασφάλιση των επαγγελματικών δικαιωμάτων τους και όχι η μείωσή τους.
8. Όσον αφορά στο θέμα των συγχωνεύσεων των Πανεπιστημίων, το υπουργείο παιδείας είναι ακόμη σε εμβρυϊκό στάδιο συζητήσεων (δυστυχώς σε εμβρυακό στάδιο βρίσκεται ολόκληρη η ηγεσία του υπουργείου παιδείας και όχι μόνον). Και για να μην μας μείνει κάποια αμφιβολία, τόνισε και πάλι ότι δεν υπάρχει απολύτως καμία σκέψη για κατάργηση ή συγχώνευση Πανεπιστημίων.
9. Στο θέμα της αναδιάρθρωσης των ΤΕΙ, τόνισε και πάλι ότι όλο αυτό το σχέδιο είναι ακόμη στα σπάργανα και δεν αφορά το άμεσο μέλλον.
10. Για την πρόταση της Επιτροπής Λιάκου να εφαρμοστούν δίδακτρα σε ξενόγλωσσα Προπτυχιακά προγράμματα Σπουδών στα Πανεπιστήμια, τόνισε με δέος ότι ούτε ως ανέκδοτο δεν υπάρχει αυτό στη σκέψη τους.
Δυστυχώς, δικαιωθήκαμε όσοι τονίσαμε από την ημέρα ορισμού της Επιτροπής, ότι ο δήθεν Εθνικός και Κοινωνικός Διάλογος για την Παιδεία ήταν προσχηματικός. Το ερώτημα, που προσωπικά θέτω προς τον συνάδελφο κ. Α. Λιάκο είναι το ακόλουθο. Δέκα ημέρες μετά την κατάθεση του πορίσματος της επιτροπής, της οποίας προήδρευε, το υπουργείο παιδείας νομοθέτησε την κατάργηση του ολοήμερου Σχολείου, της Ευέλικτης Ζώνης μαθημάτων και μείωσε τις ώρες διδασκαλίας στα σχολεία. Δηλαδή, νομοθέτησε σε αντίθεση με αυτά που η επιτροπή διαλόγου πρότεινε. Στη θέση του κάθε άνθρωπος, που θέλει να διατηρήσει το κύρος του και την αξιοπρέπειά του, θα δήλωνε ότι παραιτείται και θα στηλίτευε την πράξη του υπουργού. Δεν το έπραξε τότε. Μετά την προχθεσινή σχεδόν ολοκληρωτική απόρριψη των προτάσεων της Επιτροπής, δεν αισθάνθηκε άραγε την ανάγκη να τοποθετηθεί δημοσίως;
Τελειώνω την επισήμανση αυτή, αναφέροντας ότι μεταξύ των θέσεων της Επιτροπής, είδαμε και πλήθος επεξεργασμένων και υλοποιημένων προτάσεων από τη θητεία της Άννας Διαμαντοπούλου στο υπουργείο παιδείας 2009-2012. Θέσεις, οι οποίες είχαν καταργηθεί τόσο από τον Α. Μπαλτά όσο και από τον σημερινό υπουργό. Ήταν φυσικό, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ποιότητα και τις ιδεοληψίες που χαρακτηρίζουν τους ανεπαρκείς για οιοδήποτε λειτούργημα ανθρώπους, να απορριφθούν μετά βδελυγμίας.
Τι πρέπει να γίνει όμως, προκειμένου το Εκπαιδευτικό Σύστημα, που θεωρείται ως ο υπ’ αριθμόν ένα παράγων ανάπτυξης, να αναρρώσει και να δώσει προοπτική στη κοινωνία; Πολλά έχουν καταγραφεί σε πρόσφατες μελέτες των Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία, της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, του Ποταμιού και της Νέας Δημοκρατίας. Όλες με μικρές ή και μεγαλύτερες αποκλίσεις μεταξύ τους, αλλά με κεφαλαιώδεις διαφορές από εκείνες του ΣΥΡΙΖΑ. Οι τελευταίες αποπνέουν κρατισμό, αντιευρωπαϊσμό και εμμονή στην εξυπηρέτηση του κόμματος και των συνδικαλιστών.
Τα κύρια θέματα, πλην αυτών που έχουν ήδη καταγραφεί και ειπωθεί κατ’ επανάληψη, είναι τα ακόλουθα:
(α) Συγχώνευση σχολείων, ώστε να δημιουργηθούν Σχολικές Μονάδες με κριτική μάζα καθηγητών και μαθητών, προκειμένου να δίδεται η δυνατότητα να οργανώνονται μαθήματα επιλογής σε θεατρική, εικαστική και μουσική παιδεία, σε πληροφορική, σε ξένες γλώσσες, σε θέματα ενημέρωσης επί των διεθνών οργανισμών κ.λπ.
(β) Εφαρμογή του Ολοήμερου Σχολείου σε όλη την υποχρεωτική εκπαίδευση με επαναφορά της Ευέλικτης Ζώνης, που θα δίνει έμφαση στην περιβαλλοντική, θεατρική, εικαστική και μουσική παιδεία, στην εκμάθηση ξένων γλωσσών, πληροφορικής, υγιεινής και εξοικείωση με τους διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους συμμετέχει η χώρα.
(γ) Να δοθεί έμφαση στην Τεχνική Μέση Εκπαίδευση, ώστε να καταστεί ελκυστική στους νέους. Ας επαναλάβουμε ότι, σύμφωνα με τις εκθέσεις του ΟΟΣΑ (Education at a glance of OECD) η Ελλάδα είναι πρώτη σε γενική παιδεία και προτελευταία σε τεχνική παιδεία.
(δ) Απονομή του Εθνικού Απολυτηρίου στο τέλος του Λυκείου, μετά από πανελλαδικές εξετάσεις σε όλα τα μαθήματα.
(ε) Χωροταξικός ανασχεδιασμός της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με τη δημιουργία Πανεπιστημίων με κρίσιμη μάζα (ΕΚΠΑ, ΕΜΠ, ΟΠΑ, Αττικό Πανεπιστήμιο στο οποίο θα ενταχθούν όλα τα άλλα παν/μια της Αττικής, ΑΠΘ με συγχώνευση του Παν. Μακεδονίας, ΔΠΘ, Παν. Ιωαννίνων, Παν. Πατρών με συγχώνευση του Παν. Πελοποννήσου και κατάργηση τμημάτων που ήδη υπάρχουν στην Πάτρα, Παν. Θεσσαλίας, Ιόνιο Παν., Παν. Αιγαίου με τα τμήματα κάθε σχολής να λειτουργούν στην ίδια πόλη, Παν. Κρήτης και Πολυτεχνείο Κρήτης).
(στ) Χωροταξικός ανασχεδιασμός των ΤΕΙ με κρίσιμη μάζα και μετακίνηση κάποιων τμημάτων, μετά από αξιολόγηση, τόσο σε Πολυτεχνεία ή Πολυτεχνικές Σχολές όσο και σε Κέντρα Επαγγελματικής Κατάρτισης (π.χ. ξυλουργών, βρεφονηπιοκόμων, ανθοκόμων, οδοντοτεχνιτών κ.λπ.).
(ζ) Δημιουργία σε κάθε νομό Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης, ώστε να δοθεί έμφαση στην τεχνολογική επαγγελματική κατάρτιση.
(η) Αναγνώριση από την Πολιτεία ότι δεν μπορεί η Ελλάδα να εισάγει το 80% των εξεταζομένων για εισαγωγή στα ΑΕΙ (Πανεπιστήμια και ΤΕΙ), ενώ ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ είναι 30%. Το 2011 εισήχθησαν 46.000 από τους 110.000 διαγωνιζομένους, ενώ το 2016 εισάγονται 80.000 + 2.000 ισοβαθμούντες από τις 103.000 διαγωνιζομένους. Αποτέλεσμα αυτής της ανισορροπίας είναι να έχουμε 12πλάσιους νομικούς, 10πλάσιους γιατρούς και 6πλάσιους μηχανικούς, με συνέπεια την αυξημένη ανεργία σε αυτούς τους κλάδους.
(θ) Τα ΑΕΙ σε συμφωνία με την Πολιτεία θα ορίσουν τους αριθμούς εισακτέων σε κάθε σχολή και θα ορίσουν τους συντελεστές βαρύτητας των βασικών μαθημάτων, βάσει των οποίων θα γίνει η εισαγωγή τους, μετά φυσικά από εκδήλωση ενδιαφέροντος των υποψηφίων για τις σχολές προτίμησης.
(ι) Επαναφορά των διατάξεων του ν. 4009/2011 και υλοποίηση της διάταξής του περί αξιολόγησης της εφαρμογής του και στη συνέχεια αναθεώρησή του βάσει των εκθέσεων των εμπειρογνωμόνων.
(ια) Η Ελλάδα στέλνει σε πανεπιστήμια της αλλοδαπής 43.000 φοιτητές. Εντός της χώρας λειτουργούν δεκάδες Κολλεγίων – παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων, στα οποία φοιτούν κάποιες χιλιάδες νέων. Εμείς επιθυμούμε αφ’ ενός μεν να επαναφέρουμε όλους αυτούς τους φοιτητές από την αλλοδαπή, ώστε να δαπανούνται τα χρήματα εντός της χώρας, αφ’ ετέρου δε να λειτουργούν με αυστηρά κριτήρια ποιότητας τα εντός της χώρας μη κρατικά πανεπιστήμια. Η ΑΔΙΠ θα πρέπει να στελεχωθεί καταλλήλως και να της δοθούν αρμοδιότητες αυστηρού ελέγχου των μη κρατικών ΑΕΙ, με τα κριτήρια που ισχύουν και για τα δημόσια. Με αυτόν τον τρόπο το κέρδος θα είναι διπλό. Και οικονομικό, αλλά και δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας επιστημόνων. Τέλος, έως το 1967 τα τότε λειτουργούντα Πανεπιστήμια ήσαν ν.π.ι.δ. Η Χούντα τα μετέτρεψε σε ν.π.δ.δ., προκειμένου να ασκεί ασφυκτικό έλεγχο σε αυτά, κάτι που δεν τόλμησε η Μεταπολίτευση να επαναφέρει. Αυτό πρέπει να αλλάξει, ώστε να αποκτήσουν τα ΑΕΙ την απαιτούμενη αυτοδιοίκηση. Υπό αυτή την προϋπόθεση θα γίνει εφικτή και η συγκρότηση των Συμβουλίων των Ιδρυμάτων με την συμμετοχή και εκπροσώπων κοινωνικών φορέων. Κατά συνέπεια, είναι άμεση η ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος.
(ιβ) Τα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών, η λειτουργία τους, τα δίδακτρα που θα επιβληθούν και οι στόχοι τους αποφασίζονται αποκλειστικά και μόνο από τα ίδια τα ΑΕΙ, χωρίς την παρέμβαση της Πολιτείας. Η προσπάθεια νομοθετικής παρέμβασης του υπουργείου παιδείας είναι αντισυνταγματική, αφού προσκρούει στην από το άρθρο 16 επιβαλλόμενη αυτοδιοίκηση και την ακαδημαϊκή αυτοτέλεια των ΑΕΙ.
(ιγ) Σύνδεση τόσο της Τεχνικής Λυκειακής Εκπαίδευσης όσο και της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, τις κοινωνικές ανάγκες και την αδήριτη ανάγκη εφαρμογής καινοτόμων και τεχνολογικών επιτευγμάτων στις παραγωγικές μονάδες της χώρας.
Όλα αυτά, που αναφέρω δεν αποτελούν προσπάθεια εφεύρεσης του σχήματος του τροχού. Αυτό έχει εφευρεθεί εδώ και χιλιετίες. Το ίδιο συμβαίνει και με τους σκοπούς, που πρέπει να υπηρετεί το εκπαιδευτικό σύστημα, και με τον τρόπο που αυτό πρέπει να διαρθρωθεί. Υπάρχουν δοκιμασμένα συστήματα, που ελήφθησαν υπ’ όψιν στη μεγάλη προσπάθεια μεταρρύθμισης, που τόλμησε και πέτυχε η πλέον επιτυχημένη (πάντα κατά την ταπεινή γνώμη μου) υπουργός παιδείας της Μεταπολίτευσης, δηλαδή η Άννα Διαμαντοπούλου. Η καταστροφή, που προκαλείται μεθοδικά και σταδιακά από τη σημερινή κυβέρνηση, είναι επικίνδυνη και διαλυτική για το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας.
Υποτίθεται ότι, όταν παρουσίασαν το Πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία, ήσαν έτοιμοι να το εφαρμόσουν. Αποδείχθηκε, τελικώς, ότι και σε αυτό το κεφαλαιώδες θέμα πελαγοδρομούσαν, ήσαν ανερμάτιστοι και κατευθύνοντο αποκλειστικά και μόνον από τις ιδεοληψίες τους. Έχω πλέον πειστεί. Θα τους χαρακτήριζα με ευκολία ως οπαδούς του ολοκληρωτισμού, αντιδημοκρατικούς, αντιευρωπαϊστές και οπαδούς του Τσάβες. Στόχος τους είναι η απομάκρυνση της χώρας από τον Ενιαίο Ευρωπαϊκό Χώρο Εκπαίδευσης και η μετατροπή των σχολείων και των ΑΕΙ από χώρους μάθησης σε χώρους παραγωγής κομματικών στελεχών με μέτριες έως ανύπαρκτες επιστημονικές γνώσεις. Γι αυτό ή περαιτέρω παραμονή τους στην εξουσία είναι αρνητικώς καταλυτική για την επιβίωση της χώρας.