«Είσαστε μόνοι; Θα με ακολουθήσετε χωρίς να γράφει η κάμερα» μας είπε ο νεαρός, που συστήθηκε ως «σύνδεσμος». Το ραντεβού μας ήταν κάπου στην 3η Σεπτεμβρίου και «για λόγους ασφαλείας» θα πηγαίναμε πεζοί μέχρι την Κεφαλληνίας, όπου ήταν το πρώτο στρατηγείο της «Χρυσής Αυγής». Ήταν η πρώτη φορά που άνοιγαν τις πόρτες τους στα Μέσα Ενημέρωσης, και κυρίως σε ένα «καθεστωτικό» κανάλι γι’ αυτούς, όπως ήταν το Mega. Το ρεπορτάζ ήταν για τις ανάγκες της καθημερινής εκπομπής του Νάσου Αθανασίου. Και θα μιλούσαν ο Μιχαλολιάκος της Χρυσής Αυγής, ο Καψάλης, εκδότης, τότε, της εφημερίδας «Στόχος», ο υπεύθυνος του εθνικιστικού βιβλιοπωλείου «Νέα Θέσις», ο πρόεδρος της νεολαίας του εθνικιστικού κόμματος ΕΝΕΚ, και όλοι αυτοί υπό τον απαράβατο όρο ότι στη ζωντανή εκπομπή θα βρισκόταν στο στούντιο ο Κωνσταντίνος Πλεύρης, νοσταλγός της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου και του Μεταξά και αδιαμφισβήτητος θεωρητικός του «εθνικιστικού χώρου».
Ήταν Άνοιξη του 1994 και ήδη ακροδεξιές οργανώσεις είχαν αρχίσει να κάνουν έντονη την παρουσία τους, χρησιμοποιώντας ως κολυμβήθρα εξαγνισμού, τις εξελίξεις στο Μακεδονικό. Και ήδη τα Μέσα Ενημέρωσης είχαν αρχίσει να ξεψαχνίζουν το «ένθοξο» παρελθόν των πρωταγωνιστών τους. Όπως για παράδειγμα τη δικαστική εμπλοκή του γραμματέα της «Χρυσής Αυγής» στη βομβιστική επίθεση στον κινηματογράφο «Έλλη».
Ο «σύνδεσμος», λοιπόν, μας οδήγησε στο στρατηγείο της οργάνωσης, σε ένα δυόροφο της Κεφαλληνίας. Από έξω τίποτα δεν πρόδιδε ότι επρόκειτο για κάτι τέτοιο. Όταν με το συνθηματικό άνοιξε η πόρτα, αποκαλύφθηκε μία πραγματική «σφηκοφωλιά».
Ασφυκτικά γεμάτο κάθε δωμάτιο του μεγάλου διαμερίσματος, με περισσότερους από 100 οπαδούς του «αρχηγού»: κουρεμένους με την ψιλή, με μαύρα μπλουζάκια, στενά τζιν που έμπαιναν μέσα στις απαραίτητες στρατιωτικές αρβύλες.
Λίγα λόγια, ελάχιστες καρέκλες, λίγα γραφεία, και στους τοίχους σημαίες με το σήμα του «Λαϊκού Συνδέσμου», που ακόμη δεν είχε υποστεί το «απαιτούμενο» λίφτινγκ και ευθέως παρέπεμπε στον αγκυλωτό σταυρό.
Και παρακολουθώντας το παράγγελμα «εγέρθητι», ή κάπως έτσι, της προχθεσινής συνέντευξης – παρωδία, θυμήθηκα ότι συνοδεύοντάς μας στο γραφείο του «αρχηγού» για τη συνέντευξη, τα πρωτοπαλίκαρα του Μιχαλολιάκου, συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλον στο ποιος θα «χτυπήσει» την πιο δυνατή προσοχή μπροστά μας, με σαφή την επιδίωξη επίδειξης πειθαρχίας και αφοσίωσης. Ο «αρχηγός» στις δηλώσεις του ήταν αποκαλυπτικός: αντικοινοβουλευτικός, λάτρης των φυλετικών διαχωρισμών, φανατικός αναγνώστης του «Μαιν Καμφ» του Χίτλερ και έτοιμος για σύγκρουση.
Την επόμενη ημέρα της μετάδοσης της εκπομπής, η κυρία Κατερίνα Δασκαλάκη, τότε διευθύντρια της εφημερίδας, έγραφε σκωπτικά στο άρθρο της στη «Μεσημβρινή»: «Παρακολουθούσαμε έναν μελαψό κύριο να προσπαθεί εξηγήσει τη σημασία της ανωτερότητας της Αρείας Φυλής, σε έναν κατάξανθο δημοσιογράφο που τον κοιτούσε με τα έκπληκτα καταγάλανα μάτια του».
Για την ιστορία, στο ρεπορτάζ είχε μιλήσει και ο Βασίλης Ραφαηλίδης, συνεπής επικριτής της ακροδεξιάς και ιδεολογικός «εχθρός» του εθνικιστικού χώρου. Εν τούτοις, ως συστηματικός υπερασπιστής του δικαιώματος της ελευθερίας στη διάδοση των ιδεών, ο Ραφαηλίδης αποδοκίμαζε κατηγορηματικά τις επιθέσεις που δεχόταν το εθνικιστικό βιβλιοπωλείο «Νέα Θέσις», το οποίο τότε βρισκόταν στο ισόγειο της πολυκατοικίας που έμενε στα Εξάρχεια. «Θα ήταν γελοίοι, αν αυτά που έλεγαν δεν τα πίστευαν και μάλιστα φανατικά» ήταν η φράση του Ραφαηλίδη, που ακόμη στριφογυρίζει στα αφτιά μου.
Και κάτι δεύτερο, επίσης για την ιστορία αλλά περισσότερο διδακτικό. Τότε έκανε την πρώτη τηλεοπτική του συνέντευξη, με προφανή συστολή, ένας «φέρελπις» νέος του χώρου, ο πρόεδρος της εθνικιστικής νεολαίας, που αργότερα θα ίδρυε το «Ελληνικό Μέτωπο». Ο οποίος μας ζήτησε να κάνουμε το γύρισμα δύο φορές, για να πει ξεκάθαρα ότι απορρίπτει τη βία: πρόκειται για τον πρώην υπουργό και νυν βουλευτή, Μάκη Βορίδη (σ.σ. η φωτογραφία με το τσεκούρι κυκλοφορούσε από τότε). Ποιος τα θυμάται, πλέον, αυτά; Μα αυτή η επιλεκτική μνήμη, είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα. Που αγνοεί ότι η «Χρυσή Αυγή» δεν είναι πολιτικό άκρο, αλλά είναι μία οργάνωση, η συμμετοχή της οποίας στις εκλογές θα έπρεπε να κριθεί ως μη συνταγματική.
Ο Γιώργος Σταματόπουλος είναι δημοσιογράφος