Οκ. Τσίπρας όχι μόνο μίλησε στο Συνέδριο του SPD, του ιστορικού κόμματος των γερμανών σοσιαλδημοκρατών, αλλά και καταχειροκροτήθηκε. Χειροκροτήθηκε πολύ περισσότερο σε ένταση και σε συχνότητα από όσο στο τελευταίο συνέδριο του κόμματός του. Εκεί τα χειροκροτήματα έκλεψε ο ακροδεξιός σύντροφος Καμμένος. Χειροκροτείται εκεί όπου είχαν χειροκροτηθεί πραγματικοί statesmen της πολιτικής, δημόσιοι άντρες σαν τον Willy Brandt, τον Helmut Schmidt και τον Gerhard Schroder, ένας άνθρωπος «χωρίς ιδιότητες», σοβαρές ιδέες και αίσθηση της ηθικής της ευθύνης.
Τα στελέχη του SPD χειροκρότησαν θερμά τον κ. Τσίπρα όταν αυτός τους είπε πως «ξεκάθαρος στόχος για μια αριστερή επιτυχία στην Ευρώπη είναι η αναδιανομή του πλούτου και η στήριξη των αδυνάτων». Χειροκρότησαν μια παρόλα, στο κόμμα που ποτέ δεν μιλούσαν γενικά για αναδιανομή αλλά μόνο για αναδιανομή που προκύπτει μετά την ανάπτυξη της οικονομίας και ως αποτέλεσμα της τριμερούς συνεργασίας εργασίας, κεφαλαίου και συνδικάτων. Για αυτήν την τριμερή συνεργασία δεν τους μίλησε ο κ. Τσίπρας, ίσως επειδή δεν τη γνωρίζει ή επειδή δεν τον ενδιαφέρει ή και για τους δύο λόγους μαζί.
Χειροκρότησαν τον άνθρωπο που μιλάει για την Αριστερά ως προστάτη των αδυνάμων, στελέχη το κόμμα των οποίων πάντοτε υποστήριζε ότι Αριστερά δεν σημαίνει προστασία, αλλά σχέδιο για ισχυρή οικονομία, ώστε η ενίσχυση των αδυνάμων να είναι περιττή ή η ύστατη λύση. Μίλησε και χειροκροτήθηκε ένας ηγέτης που υποστηρίζει την επιδότηση της φτώχειας, σε ένα κόμμα που πάντοτε υποστήριζε ότι δεν ενδιαφέρεται για μια επιδοματοκεντρική αναπαραγωγή της φτώχειας, αλλά για το πώς να κάνει την κοινωνία πλούσια παρέχοντάς της κοινωνικές υπηρεσίες και κίνητρα για ανάπτυξη. Χειροκρότησαν τον ανεύθυνο ηγέτη που έκανε ολόκληρο δημοψήφισμα για το μέλλον της χώρας του σε πέντε μέρες, μέλη ενός κόμματος που για να αποφασίσουν για τις συμμαχίες τους συζητούν επί δύο μήνες και μετά ψηφίζουν.
Χειροκρότησαν τον ηγέτη που ανήλθε στην εξουσία με το σύνθημα «εμείς ή αυτοί» εν αντιθέσει και σε ευθεία ρήξη με την πολιτική των «μεγάλων συμβιβασμών» του κόμματός τους. Χειροκρότησαν έναν Πρωθυπουργό που με τον τρόπο που κυβέρνησε, από κοινού με την ελληνική «ψεκαστική» Ακροδεξιά, ευτέλισε την πολιτική.
Οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες χειροκρότησαν έναν λόγο που απέδωσε την ελληνική κρίση «στη συστηματική κλοπή του πλούτου από τις ελίτ». Μια υπεραπλούστευση που βρίσκεται στον πυρήνα της ακροδεξιάς αφήγησης, η οποία κατά τα άλλα είναι ο μεγάλος εχθρός. Χειροκρότησαν έναν λόγο που δεν στάθηκε καθόλου στις τεχνολογικές εξελίξεις που αναδιαρθρώνουν τις σύγχρονες ταξικές και κομματικές ταυτότητες. Σημείο το οποίο πρέπει να τοποθετηθεί στο επίκεντρο της συζήτησης για το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας. Χειροκρότησαν, τέλος, έναν λόγο γεμάτο με αυτοδοξολογίες, ατάκες, μεσσιανικές κορόνες, υποσχεσιολογία και υπεραπλουστευτικά διλήμματα.
Η αγωνία μου δεν είναι αν ο κ. Τσίπρας καταλάβει τον χώρο της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας. Βρίσκει και τα κάνει. Αλλο με ανησυχεί. Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία ήταν ένας οργανισμός που ποτέ δεν προσέτρεχε στον αριστερό λαϊκισμό για να αντιμετωπίσει τον δεξιό. Αυτή απεχθανόταν τα απλοϊκά σχήματα. Παρ’ όλο που πολλές φορές είχε ηγέτες που δεν προέρχονταν από την ελίτ, όλοι τους ήταν καλλιεργημένοι άνθρωποι. Σήμερα δείχνει αδιάφορη απέναντι στους όρκους που έχει δώσει στην κοινωνία της γνώσης. Αυτονόητα επομένως τα χειροκροτήματα στο «κέρας της αμάθειας» που της πουλάει ως αριστερή σκέψη ο κ. Τσίπρας. Προκαλούν θλίψη αλλά πρωτίστως εκπέμπουν σήμα κινδύνου για το μέλλον της.
Η σοσιαλδημοκρατία δεν χάνει ούτε επειδή υποστηρίζει την πολυπολιτισμικότητα ούτε λόγω της αδυναμίας της να εκφράσει τον «πατριωτισμό» και το έθνος. Ούτε επειδή δεν εγκατέλειψε την Ατζέντα Schroder, όπως ισχυρίστηκε ο πρώην πρόεδρος του SPD Sigmar Gabriel. Αν οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες πέφτουν στο μισό της δύναμής τους λόγω αυτής της Ατζέντας, τότε πώς συμβαίνει και οι γερμανοί Πράσινοι που συγκυβέρνησαν μαζί τους την ίδια περίοδο και ήταν μάλιστα το μικρό κόμμα, το οποίο σε ανάλογες περιπτώσεις είναι αυτό που πρωτίστως χάνει (δες συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠαΣοΚ), έχουν αυτή τη στιγμή διπλασιάσει το ποσοστό τους; Καλά να χρησιμοποιούν τετριμμένες ερμηνείες για την αδυναμία τους οι δικοί μας νεήλυδες σοσιαλδημοκράτες, αλλά και οι Γερμανοί;
Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία χάνει γιατί ενώ παγκοσμιοποιούνται οι επιχειρήσεις, οι αγορές, τα κεφάλαια, η παραγωγή, την ίδια στιγμή η ίδια έχει εγκλωβιστεί σε πολιτικές των εποχών της κυριαρχίας του κράτους-έθνους. Χάνει γιατί αδυνατεί να βγει από το κλουβί του εθνικού κράτους. Η σοσιαλδημοκρατία οφείλει να αναστοχαστεί για το πώς μπορεί να ασκήσει κοινωνικές πολιτικές στη βάση μιας παγκοσμιοποιημένης συμμαχίας των μεσαίων με τα ασθενέστερα στρώματα, με κριτική αλλά όχι απαξίωση των ελίτ. Σήμερα αυτή παρακολουθεί, αλλά δεν προγραμματίζει την παγκοσμιοποίηση. Χειροκροτεί τον Τσίπρα, όχι τον Μακρόν.
Η σοσιαλδημοκρατία δεν θα ανακάμψει αναζητώντας λύσεις σε «προοδευτικές συμμαχίες» με κόμματα και ηγέτες που ερμηνεύουν με απλοϊκά διλήμματα την πραγματικότητα, τύπου «πρόοδος ή συντήρηση», ευτελίζοντας έτσι την πολιτική, αλλά και την πρόοδο. Δεν θα ανακάμψει «επιστρέφοντας στις ρίζες της». Θα ανακάμψει, αν θυμηθεί ότι μοναδική της ρίζα, όταν αλλάζουν οι συνθήκες και τα γεγονότα, είναι η κίνηση και η αλλαγή του εαυτού της. Η λύση δεν βρίσκεται στην επιστροφή στις «αριστερίζουσες» κοινοτοπίες του κ. Τσίπρα, αλλά στην αναζήτηση θεσμών παγκόσμιας διακυβέρνησης που θα λογοδοτούν σε αντιπροσωπευτικά σώματα και πολιτικών ισότητας και ελευθερίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό όμως είναι μια συζήτηση που δεν μπορεί να γίνει χειροκροτώντας τον λαϊκισμό και την κοινοτοπία.