Δεν ήταν η πρώτη φορά ασφαλώς -και ούτε θα είναι η τελευταία- που το σοβινιστικό κιτς ξεχειλίζει στην εξέδρα: Ρωμαίοι με πλαστικές χλαμύδες, Έλληνες Μεγαλέξανδροι, Γότθοι Καρνάβαλοι, ξανθιές με πατριωτικό σεξαπίλ, όλες και όλοι τζάμπα τροφή για τις αδηφάγες κάμερες του Euro.
Ούτως ή άλλως, το ποδόσφαιρο, εκτός από βασιλιάς των σπορ και πηγή μεγάλων συγκινήσεων, ήταν, είναι και θα παραμείνει μία πρώτης τάξεως φάμπρικα – “μηχανισμός”, το λένε οι κοινωνιολόγοι – που αναπαράγει με τον πιο εύπεπτο και αποτελεσματικό τρόπο τις κυρίαρχες ιδεολογίες στα τέσσερα σημεία του πλανήτη.
Το ξέρουμε, το αποδεχόμαστε, γι αυτό και το αγαπάμε, χωρίς… αυταπάτες.
Αν το σημειώνουμε, δεν είναι για να κάνουμε θεωρία, αλλά για να υποστηρίξουμε ότι, για πρώτη φορά στα ποδοσφαιρικά χρονικά, μέλη αυτής της εθνο-αθλητικής παράτας, που σε ορισμένες περιπτώσεις παίρνει χαρακτήρα δημόσιας παράκρουσης, δεν είναι μόνο “ειδικοί” θεατές και τρελαμένοι χουλιγκάνοι, αλλά δημοσιογράφοι, εφημερίδες μεγάλης κυκλοφορίας, κρατικά media, ακόμα και πολιτικοί ηγέτες.
Τι συνέβη, λοιπόν, και τα ευυπόληπτα κατά τα λοιπά γερμανικά κανάλια προσχώρησαν στη γραμμή της Bild και έκαναν ακραία εθνικιστική πλάκα στον Καραγκούνη, στον Σαμαρά και στους άλλους Έλληνες παίκτες; Τι μεσολάβησε και η Μέρκελ πανηγύριζε στις θέσεις των επισήμων, όπως δεν είχε τολμήσει να κάνει ούτε ο Γκαγκάτσης – δεν λέω ο Καραμανλής – στην Πορτογαλία, το 2004; Κι αν το τραβήξουμε και λίγο παραπέρα, τι είναι αυτό που έφερε την Ισπανία και την Πορτογαλία ένα βήμα πριν από τη διακοπή των διπλωματικών τους σχέσεων, ή, που οδήγησε πολιτικούς και διαμορφωτές της κοινής γνώμης να πετροβολούν τον Πλατινί, επειδή, λέει, έστησε “παράγκα” κατά της χώρας τους;
Το ποδόσφαιρο, ασφαλώς, δεν υπήρξε ποτέ λίκνο του διεθνισμού. Ο ανταγωνισμός, η κόντρα, ακόμα και η εθνικιστική προπαγάνδα, είναι στοιχεία χαραγμένα στο DNA του. Από αυτό όμως το σημείο, μέχρι να μετατραπεί σε πεδίο διπλωματικού πολέμου μια ευρωπαϊκή διοργάνωση, που είχε πάντοτε χαρακτήρα αθλητικής γιορτής, υπάρχει, όπως και να το κάνεις, μια κάποια απόσταση.
Είναι η ίδια απόσταση που χωρίζει τον πόλεμο από το παιχνίδι. Τη συνεννόηση από τον ηγεμονισμό. Την Ευρώπη του χθες, από την Ευρώπη του σήμερα. Τον Χέλμουτ Κολ από την Άγκελα Μέρκελ…
Για σκεφθείτε το: θα μπορούσαν και παλιότερα τα γερμανικά media να λοιδωρούν τους “βρωμοέλληνες”, όπως με συνέπεια έκαναν τόσες μέρες, ή μήπως ο οίστρος τους έχει σχέση και με το γενικότερο κλίμα; Και να ’ναι άσχετο, άραγε, που ο εθνοκεντρισμός χτυπάει σήμερα κόκκινο στα γήπεδα, ή κάποια σχέση έχει και με το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή ιδέα κείτεται ξέπνοη πια στο καναβάτσο των αγορών, πληγωμένη από ρωμαλέους ηγεμονισμούς και εθνικές αδιαλλαξίες;
Και μία τελευταία κουβέντα: με όρους ποδοσφαιρικούς, το ντέρμπι για τον χαρακτήρα της Ευρώπης που ακόμα “παίζεται”, δεν χωράει ούτε ισοπαλίες, ούτε άλλη παράταση. Κερδίζεις ή χάνεις. Στα πέναλτι, άλλωστε, κερδίζουν πάντα οι Γερμανοί.
.
Ο Χρήστος μαχαίρας είναι δημοσιογράφος