Στο ερώτημα της ευριπίδειας Ιοκάστης προς τον Ετεοκλή, «τον θρόνο θέλεις ή το καλό της χώρας;», ο κ. Τσίπρας και οι συγκυβερνήτες του δίνουν διαρκώς την απάντηση: Τον θρόνο! Γι’ αυτό άλλωστε και δεν τους ενδιαφέρει να λύσουν κανένα απολύτως πρόβλημα της χώρας, εκτός από ένα: Αυτό της διατήρησής τους στην εξουσία.
Πρόκειται για μία στάση, που παράγει και το αντίστοιχο ήθος, με το οποίο μολύνουν ό, τι και αν αγγίξουν. Τέτοια εκδήλωση κακοήθους μόλυνσης, ήταν και το «μακεδονικό». Το οποίο χρησιμοποίησαν εργαλειακά, για να διαλύσουν τη δημοκρατική αντιπολίτευση και ιδίως τη ΝΔ. Και ο τρόπος, σατανικά ευφάνταστος:
Ξέρουν στον ΣΥΡΙΖΑ ότι δεν μετακόμισαν στην αυλή του από τη ΝΔ, για να γίνουν εταίροι του, όλοι οι «καμένοι» και οι «κατσίκηδες». Έτσι, γνωρίζουν ότι δίπλα στην εκσυγχρονιστική πτέρυγα που εκπροσωπεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ελλοχεύει πάντοτε και ένα ισχυρό αντιευρωπαϊκό ρεύμα «ανελλήνιστων Ελληναράδων», το οποίο συνεχίζει να γεννάει τέρατα, δηλαδή νέους «καμμένους» και νέους «κατσίκηδες». (Δεν κατονομάζονται συγκεκριμένα πρόσωπα, αλλά ανθρωπολογικοί τύποι).
Αυτό το ρεύμα, στα πρώτα χρόνια της κρίσης, αποπειράθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ να το οδηγήσει στην Χρυσή Αυγή, μέσω του «αποχαρακτηρισμού» της. Όταν δηλαδή, την περίοδο των συλλήψεων, προσπάθησαν να την εμφανίσουν ως θύμα δήθεν άδικης δίωξης των «Σαμαροβενιζέλων», υποστηρίζοντας ότι δεν υπήρχαν στοιχεία για τα εγκλήματα για τα οποία διώκονταν ή ότι δεν επέτρεπε το Σύνταγμα τις συλλήψεις των πρωταιτίων. Οι σχετικές δημόσιες τηλεοπτικές «γνωμοδοτήσεις» αντιμνημονιακών συνταγματολόγων του ΣΥΡΙΖΑ, είναι μνημεία νομικής αναισχυντίας.
Επειδή όμως το αίμα έρρεε στους δρόμους, απέτυχαν να παραπλανήσουν την κοινωνία και την δικαιοσύνη και έτσι η ΧΑ, αντιμετωπίζοντας την κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης, δεν ήταν δυνατόν να αποκτήσει την μαζικότητα που θα ήθελε το αντιμνημονιακό μέτωπο.
Άλλωστε οι «νοικοκυραίοι», τους οποίους προσπαθούσαν να οδηγήσουν στην ΧΑ, μπορεί να αναζητούν έναν Μουσολίνι για να ταυτιστούν μαζί του, ώστε να αισθανθούν σημαντική την ασήμαντη ύπαρξή τους, όμως όλα κι όλα! Είναι και «αξιοπρεπείς»! Δεν θέλουν να ταυτιστούν με μαχαιροβγάλτες και ανθρώπους της νύχτας, όπως είναι υπόκοσμος της ΧΑ. Έτσι, απέτυχαν να την αναδείξουν σε μαζικό κόμμα.
Το πάθος όμως για την εξουσία, δεν γνωρίζει φραγμούς. Πίστεψαν λοιπόν στον ΣΥΡΙΖΑ ότι με το μακεδονικό, ήρθε ξανά η ευκαιρία για να πετύχουν αυτό που απέτυχαν με την ΧΑ. Ότι δηλαδή, η «μόχλευση» του ρεύματος των «ανελλήνιστων Ελληναράδων» μέσω του μακεδονικού, θα είχε συνέπεια την δημιουργία της ελληνικής «Λέγκας του Βορρά». Ενός δηλαδή μαζικού παλαιοφασιστικού κινήματος «νοικοκυραίων», με εθνικιστική ρητορική, δανεισμένη από την παράδοση του μουσολινισμού. Μάλιστα, είχε βρεθεί και ο αυτόχθων Μουσολίνι, στο πρόσωπο ενός παραληρούντος από ασυναρτησία, χυδαιότητα και εξαγριωμένο εθνικισμό, απόστρατου στρατηγού.
Όταν λοιπόν οι εταίροι έκριναν ότι οι γεωπολιτικές συνθήκες επέβαλλαν την άμεση λύση του μακεδονικού προβλήματος, πράγμα που επέτρεπε και η ανάδειξη στην γειτονική χώρα ενός σοβαρού ηγέτη, ο ΣΥΡΙΖΑ θεώρησε ότι ήρθε η στιγμή, όχι βεβαίως για την λύση του μακεδονικού – τίποτε άλλωστε δεν τον ενδιαφέρει να λύσει – αλλά για το «μεγάλο κόλπο».
Ποιο ήταν το «μεγάλο κόλπο»; Πρώτα απ’ όλα, εκμεταλλεύτηκαν το γεγονός ότι, ως κυβέρνηση, δεν είχαν καμία απολύτως θέση για τη λύση του Μακεδονικού. Διότι η μόνη προφανώς θέση που υπήρξε, ήταν αυτή που υπέβαλαν οι εταίροι. Την οποία φανέρωσαν μεν στον Αρχιεπίσκοπο, αλλά απέκρυψαν από την αντιπολίτευση! Και μετά από αυτά, ζητούσε επιτακτικά ο κ. Τσίπρας από τον κ. Μητσοτάκη, να διατυπώσει την διαπραγματευτική του θέση πάνω στην πρόταση των εταίρων, την οποία του έκρυβε!
Άρα, γνωρίζοντας ο κ. Τσίπρας ότι ήταν αδύνατον να λάβει θέση ο κ. Μητσοτάκης σε πρόταση που δεν γνώριζε, σημαίνει ότι καλούσε κάποιους άλλους στο προσκήνιο. Οι οποίοι αντίθετα, δεν χρειάζεται να γνωρίζουν κάτι για να ορύονται. Και αυτοί δεν ήταν άλλοι, από το μαύρο μέτωπο των «καμμένων» και των «κατσίκηδων», που παρέμεναν στη ΝΔ.
Και είναι αλήθεια, ότι στην πρώτη περίοδο πέτυχαν να προκαλέσουν κινητοποίηση αυτού του μετώπου, με μεγάλες μάλιστα συγκεντρώσεις, στις οποίες τον τόνο έδωσαν εμβληματικοί φορείς του μίσους.
Η επιτυχία τους όμως δεν είχε συνέχεια. Διότι, η μοναδική ζημιά που προκάλεσαν στην χώρα με την μεθόδευσή τους, ήταν μια προσωρινή εκτίναξη στο προσκήνιο μισαλλόδοξων και διαταραγμένων τυχοδιωκτών του εθνικισμού.
Ούτε επίσης μπορείς να ονομάσεις επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, την δημιουργία νέου κόμματος γραφικών γυρολόγων φιλοναζί, που μάλλον τους γελοιογράφους ενδιαφέρουν. Άρα, η αποτυχία του σχεδιασμού του ΣΥΡΙΖΑ για ανατροπή του πολιτικού σκηνικού μέσω του μακεδονικού, είναι ολοκληρωτική.
Έλα όμως, που το «παράπλευρο» αποτέλεσμα της ίδιας μεθόδευσης, επιβεβαίωσε την πανουργία της «ετερογονίας των σκοπών». Η οποία συχνά παραμονεύει πίσω από κάθε ανθρώπινη δράση και μας φέρνει μπροστά σε αναπάντεχες εκπλήξεις. Όταν δηλαδή προκύπτει εντελώς άλλο αποτέλεσμα, από το σκοπούμενο. Ή, όπως λέει και ο στίχος: «Εμείς γι’ αλλού κινήσαμε γι’ αλλού κι αλλού η ζωή μας πάει».
Έτσι, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ κίνησε να χρησιμοποιήσει εργαλειακά το μακεδονικό για να καταστρέψει την δημοκρατική αντιπολίτευση – διότι είπαμε, ενδιαφέρεται μόνον «για τον θρόνο και όχι της χώρας το καλό» – προέκυψε αιφνιδίως κάτι εξαιρετικά θετικό, που ούτε καν το φαντάστηκε: Η λύση του μακεδονικού!
Και μάλιστα μία τέτοια λύση, που μπορεί να δημιουργήσει ομαλή σχέση με την γειτόνισσά μας χώρα στο διηνεκές. Διότι, εξ αιτίας του ορθολογισμού των εταίρων μας που την σχεδίασαν, αποφεύχθηκε η ταπείνωση του αδύναμου γείτονα. Κάτι εξαιρετικά θετικό, αφού το χειρότερο που μπορεί να σου τύχει, είναι ο ταπεινωμένος γείτονας, που μετατρέπεται σε βέβαιο και αιώνιο εχθρό.
Και η λύση του μακεδονικού επιτεύχθηκε, ακριβώς επειδή ούτε την σκέφτηκαν, ούτε την σχεδίασαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ούτε βεβαίως την διαπραγματεύτηκαν. (Μία φορά υποδύθηκαν ότι έκαναν διαπραγμάτευση και το μόνο που πέτυχαν, είναι να διαφωνούμε στη συνέχεια όλοι, αν η ζημιά που προκάλεσαν στη χώρα είναι 100 ή 200 δις €). Απλώς η λύση του μακεδονικού τους «ξέφυγε», την στιγμή που αυτοί μηχανορραφούσαν για κάτι άλλο: Την εξόντωση της δημοκρατικής αντιπολίτευσης.
Και το ότι ούτε καν σκέφτηκαν τη λύση, προκύπτει από το γεγονός ότι δεν έχουν καταλάβει ακόμη ότι το μακεδονικό λύθηκε! Διότι, αν το είχαν καταλάβει, θα υπερασπίζονταν και τη λύση που δόθηκε. Και δεν θα παρουσιαζόταν το θέαμα ενός περιφερόμενου θιάσου, όπου κορυφαίος υπουργός ψηφίζει την κυβέρνηση για να υπογράψει την συμφωνία των Πρεσπών, αλλά δηλώνει ταυτόχρονα ότι «οι Πρέσπες δεν θα εφαρμοστούν ποτέ», ενώ όλοι μαζί βρίζουν την αντιπολίτευση, επειδή οι ίδιοι που βρίζουν, υπέγραψαν την συμφωνία των Πρεσπών!
Ηθικόν δίδαγμα: Όταν η «ετερογονία των σκοπών» έχει καλό σκοπό, κάνει θαύματα! Ακόμη και αν η κυβέρνησή σου είναι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Αυτό το απίθανο μάγμα ψεκασμένου πρωτοφασισμού, νεοσταλινικής αριστεράς και παλαιοπασοκικού τυχοδιωκτισμού.