Όσον αφορά τουλάχιστον τον λαό μας, που θεωρούμε πως ακόμη διατηρεί υψηλό επίπεδο ενσυναίσθησης και με πρωτεργάτες τους Ακαδημαϊκούς μας δασκάλους, ας προσπαθήσουμε να ‘’χτίσουμε’’ κοινωνικούς χώρους που δεν θα ‘’κωφεύουν’’ στους πόνους των συνανθρώπων μας.
Το αποτρόπαιο
Η αφορμή για αυτό το άρθρο, μας δόθηκε από το ανήκουστο και τραγικό συμβάν, όπου στο Ηράκλειο, ένα άτυχο τρίχρονο παιδάκι, ο Άγγελος, ξεχασμένο από τους πάντες , βασανιζόταν από δύο ‘’τέρατα’’ που μόνο ανθρώπινα όντα δεν μπορούν να θεωρηθούν. Την μητέρα του και τον σύντροφό της! Από την εγκληματική αυτή κακοποίηση, το μεν αγοράκι κατέληξε να είναι εγκεφαλικά νεκρό , οι δε ‘’βασανιστές’’ του συνελήφθησαν και προφυλακίστηκαν. Το τραγικό αυτό συμβάν κρίνεται ως ένα βαρύτατο περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας , τόσο, που πιο βαρύ δεν γίνεται. Οι δράστες, που όπως φαίνεται αποτελούν βαριά διαταραγμένα άτομα, γιατί μόνο έτσι δικαιολογούνται οι αποτρόπαιες πράξεις τους, θα κριθούν και θα τιμωρηθούν από τη δικαιοσύνη. Η τιμωρία τους όμως αυτή, ναι μεν ικανοποιεί ως ένα βαθμό το περί δικαίου αίσθημα της κοινωνίας, όμως σε καμιά περίπτωση αυτό δεν αντισταθμίζει την αναίτια απώλεια μιας ζωής και μάλιστα μιας παιδικής ψυχής.
Τα μειωμένα κοινωνικά αντανακλαστικά
Ωστόσο, μετά από ένα τέτοιο θλιβερότατο συμβάν, προκύπτει πάντα και ένα μεγάλο και βαθύ τραύμα για το εγγύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Αυτό που συνέβαινε στην κατοικία αυτή, τουλάχιστον ως ένα βαθμό, θα είχε υποπέσει στην αντίληψη κάποιων σχετιζόμενων προσώπων. Κάποιοι γείτονες, κάποιοι συγγενείς, κάποιοι φίλοι ή ακόμη και κάποιοι περαστικοί κάτι θα είχαν αντιληφθεί . Όμως δυστυχώς δεν τόλμησαν να έχουν μία έστω και μικρή παρέμβαση που θα μπορούσε να βοηθήσει στο να αποτραπούν αυτές οι εγκληματικές συμπεριφορές. Η αυτονόητη εκδοχή του ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει σε ό,τι συμβαίνει στο σπίτι του διπλανού, σίγουρα αποτελεί εμπόδιο στο να προληφθούν κάποια τέτοια εγκληματικά συμβάντα. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως δυστυχώς στον δυτικό μας πολιτισμό δεν μπορεί να υπάρχει κώδικας συμπεριφοράς και δράσης που να ‘’παραβιάζει ‘’ την ιδιωτικότητα. Βέβαια το προνόμιο της ιδιωτικότητας κατά τα άλλα, θεωρείται κατάκτηση της σύγχρονης ζωής. Δεν γνωρίζουμε αν σε άλλους μακρινούς πολιτισμούς της Ασίας ή της Νότιας Αμερικής υπάρχει κάποια δυνατότητα παρέμβασης στην ΄΄ιδιωτικότητα’’ του διπλανού. Στις αρχαιότερες βέβαια Πατριαρχικές ή Μητριαρχικές κοινωνίες με τις πυρηνικές οικογένειες παρόμοιες εγκληματικές συμπεριφορές, δεν τους παρέχονταν τα περιθώρια να παρουσιαστούν. Όμως, η πρόοδος των κοινωνιών, όπου αναπτύχθηκε το φιλελεύθερο πνεύμα διαβίωσης, δεν κατάφερε να επινοήσει μηχανισμούς άμυνας σε βιαιότητες αυτού του είδους. ‘Έτσι λοιπόν οι σημερινές κοινωνίες δεν διαθέτουν τα ανάλογα αντανακλαστικά, αλλά ούτε και συλλογικές δράσεις κατά της ενδοοικογενειακής βιαιότητας.
Οι αδυναμίες και των θρησκειών
Σε αυτό το πεδίο, ούτε η Χριστιανική και η Εβραϊκή θρησκεία, οι κύριες θρησκείες του δυτικού πολιτισμού, αλλά ούτε και η Μουσουλμανική, κατάφεραν να αναπτύξουν μοντέλα και μηχανισμούς κοινωνικής άμυνας στις ενδοοικογενειακές βιαιότητες και κακοποιήσεις. Δεν γνωρίζουμε αν αυτό το κατάφεραν οι υπόλοιπες μεγάλες θρησκείες των Ινδουϊστών , των Βουδιστών , των Κομφουκιανιστών ή κάποια άλλα δόγματα της Άπω Ανατολής.
Όταν οι γύρω αδρανούν, τι να κάνει και ο Θεός!
Όλοι μας θα σκεφτόμασταν το, πώς ο Θεός θα άφηνε να συντελείται μια ανήκουστη τέτοια βαρβαρότητα απέναντι σε μια παιδική ψυχή! Όμως με τον προβληματισμό μας αυτόν, φτάνουμε στο σημείο να σκεφτόμαστε για την έννοια του Θεού και της Θεϊκής μέριμνας. Σαν Θεϊκή μέριμνα και προστασία για κάθε ανθρώπινη ψυχή, πρέπει να αντιλαμβανόμαστε ένα πλέγμα από τις έγνοιες όλων των γύρω συνανθρώπων της , σχετιζόμενων ή μη μαζί της. Το πλέγμα αυτό ας θεωρήσουμε πως αιωρείται ως δίχτυ προστασίας πάνω από κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, και έχει σαν σκοπό, το να προσπαθεί να αποτρέψει όλα εκείνα που την θέτουν σε κίνδυνο και υπάρχει η πιθανότητα να την οδηγήσουν ακόμη και ως την ανυπαρξία και τον θάνατο. Όταν με αυτό τον τρόπο αντιλαμβανόμαστε τον Θεό και τη προστασία του, καταλαβαίνουμε πως την ευθύνη για την ζωή των συνανθρώπων μας, την έχουμε εμείς οι ίδιοι με το να εκδηλώνομε την έγνοια μας για αυτούς. Όταν δηλαδή εμείς έχουμε έγνοια για την διπλανή μας ψυχή, αυτό είναι το φανέρωμα της Θεϊκής έγνοιας και προστασίας! Έτσι λοιπόν όταν οι γύρωθεν άνθρωποι αδρανούν, τι να κάνει κι ο Θεός, αφού αυτός είναι η ίδια η έγνοια των ανθρώπων, που όμως δυστυχώς δεν εκδηλώνεται.
Η έγνοια προς τον συνάνθρωπο, ή «ο συλλογικός ψυχισμός»
Είναι εύκολο να διαπιστώσουμε πως τα πολιτικά μας συστήματα δεν διαθέτουν ευαισθησίες που να σχετίζονται με τις νοητικές ή ψυχολογικές αναζητήσεις των πολιτών, είτε τις συλλογικές είτε τις ατομικές. Παρατηρούμε όμως ότι ακόμη και οι θρησκείες αδυνατούν να τις καθοδηγήσουν και να τις συντονίσουν. Έτσι λοιπόν, το χρέος εναπόκειται πλέον στον κάθε κοινωνικό χώρο , δηλαδή σε όλους εμάς συλλογικά και στον κάθε ένα μας ατομικά. Δεν θα ήταν υπερβολή να θεωρήσουμε πως ένα θεμελιώδες στοιχείο που απουσιάζει από τις, κατά τα άλλα, σύγχρονες κοινωνίες, είναι ‘’ο συλλογικός ψυχισμός τους΄΄. Όπου, ως συλλογικό ψυχισμό θα ορίζαμε όλα εκείνα τα νοητικά αλλά και συναισθηματικά σχήματα που δομούν το ‘’εσωτερικό υπόβαθρο’’ του κάθε λαού ή του κάθε ξεχωριστού κοινωνικού χώρου.
Ο «συλλογικός ψυχισμός» των Ελλήνων
Τουλάχιστον όσον αφορά τον δικό μας λαό και τις κοινωνίες μας, εκτιμούμε πως δεν έχουμε ακόμη απωλέσει την συλλογική μας συνείδηση και την συλλογική μας αίσθηση ανθρωπιάς και αλληλεγγύης. Αυτό είναι εξ άλλου και το μεγάλο πλεονέκτημά μας, που μας το αναγνωρίζουν οι ξένοι επισκέπτες μας. Εκείνοι το περιγράφουν ως η ζεστασιά που νοιώθουν όταν συναναστρέφονται με τους Έλληνες. Αυτό λοιπόν το κοινωνικό μας πλεονέκτημα, που εμείς θα το ονομάζαμε ως ‘’ο συλλογικός μας ψυχισμός’’, ας το προσέξουμε περισσότερο και ας φροντίζουμε με την καθημερινή μας συμπεριφορά να το κληρονομήσουμε και στα παιδιά μας. Πρωτεργάτες της προσπάθειας αυτής θα μπορούσαν να είναι οι Ακαδημαϊκοί μας δάσκαλοι στα Πανεπιστήμια, οι οποίοι και θα το μεταδώσουν στους εκπαιδευόμενους μελλοντικούς εκπαιδευτικούς και όχι μόνον σε αυτούς. Με αυτό τον τρόπο, όλη η εκπαιδευτική μας κοινότητα θα αποτελεί τους ιμάντες μεταβίβασης των νουθετήσεων αυτών, τόσο προς τους πολύ μικρούς μαθητές όσο όμως και στους μαθητές των Γυμνασίων και των Λυκείων. Οι διαρκείς αυτές επαφές τόσο ανταλλαγής γνώσεων και ήθους, όσο όμως και η καλλιέργεια υψηλής ενσυναίσθησης, ευελπιστούμε πως θα δομήσουν κοινωνικούς χώρους που δεν θα ‘’κωφεύουν’’ στους πόνους των συνανθρώπων μας.