Είναι λογικό και πολιτικά συμφέρον για μια κυβέρνηση να θεωρείται επιτυχία η μείωση της κοινοβουλευτικής της στήριξης – του πολιτικού εύρους της και του αριθμού των βουλευτών; Και όμως αυτό είναι το κλίμα ικανοποίησης της ηγεσίας της Ν.Δ. μετά την αποχώρηση των υπουργών που υπέδειξε η ΔΗΜ.ΑΡ. Δεν είναι μόνον που κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία, είναι η θεωρία «όσο λιγότεροι τόσο καλύτερα, γιατί έτσι καθαρίζουν οι γραμμές μας» που φαίνεται να ενέπνευσε τις επιλογές του πρωθυπουργού στην κρίση της ΕΡΤ.
Η μικρή, αλλά άνοδος των δημοσκοπικών ποσοστών της Ν.Δ. μετά την κρίση δίνει εικόνα επιβεβαίωσης της πολιτικής γύρω από την ΕΡΤ. Ορθότερα όμως πρέπει να την αποδώσουμε κυρίως στον επιτυχή χειρισμό του χαρτιού «εκλογές», στην παραταξιακή συσπείρωση μέσα στην κρίση και στην ανακούφιση ενός τμήματος των πολιτών από την αποφυγή τους.
Νέα ώθηση με τα πρόσωπα του δικομματισμού, του παλιού, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει. Γιατί η συρρίκνωση της πολιτικής βάσης της κυβέρνησης θα περιορίσει τα περιθώρια πρωτοβουλιών, ελιγμών και στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων και στη σχέση με τη κοινωνία. Και αυτές οι δυσκολίες θα φανούν γρήγορα στους χειρισμούς στη δημόσια ραδιοτηλεόρασην που παραμένει κλειστή, αλλάν στα μεγάλα άμεσα προβλήματα: μείωση αριθμού δημοσίων υπαλλήλων, χρηματοδότηση ασφαλιστικών ταμείων και κυρίως του ΕΟΠΥΥ.
Οι προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης -κίνηση επιβεβλημένη- θα εικονογραφήσουν τη δεξιά στροφή, αντίθετα με όσα έγραφαν και έλεγαν πολλοί για τον ρόλο των υπουργών της ΔΗΜ.ΑΡ. Θα προσδιορίσουν και τα πεδία τριβών με το ΠΑΣΟΚ. Ο μετασχηματισμός της κυβέρνησης τον οποίο γρήγορα και με επαγγελματισμό αποδέχθηκε και υιοθέτησε η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ούτε εμπνέει ούτε αναδεικνύει συσπείρωση δυνάμεων ούτε ενισχύει την ικανότητα διαχείρισης. Οι κρίσιμες αντικαταστάσεις των Αντ. Μανιτάκη και Αντ. Ρουπακιώτη καθώς και στο υπουργείο Υγείας μιλούν καθαρά. Αν συνυπολογίσουμε ότι αυξήθηκε η έλξη των αιφνιδιασμών, των εκβιασμών και των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου (μόνον με τις υπογραφές των νεοδημοκρατών υπουργών), η πίεση στο ΠΑΣΟΚ θα μεγαλώνει και επομένως και οι εντάσεις.
Το άμεσο ερώτημα είναι πόσο μπορεί να κρατήσει αυτή η κυβέρνηση ή, για να είμαστε ακριβέστεροι, πόσο θα θέλει να την κρατήσει η ηγεσία της Ν.Δ. Θα κυριαρχήσει στις συζητήσεις το επόμενο διάστημα και ειδικά τον Σεπτέμβριο. Το βέβαιο είναι – αντίθετα με όσα γράφονται περί εναγκαλισμών – ότι δεν υπάρχει κοινός κυβερνητικός σχεδιασμός και για τις εκλογές. Υπάρχουν επιμέρους κομματικοί σχεδιασμοί, που μπορεί να συμπίπτουν τώρα. Το φθινόπωρο όλα μπορεί να αλλάξουν. Γενικότερα η ηγεσία της Ν.Δ. δεν συμβιβάζεται με τις συμμαχικές κυβερνήσεις τις βλέπει σαν ένα προσωρινό σκαλοπάτι προς την αυτοδυναμία.
Το κύριο, πάντως, ερώτημα είναι αν μια κυβέρνηση του παλαιού δικομματισμού μπορεί να κατευθύνει τη χώρα και την κοινωνία στις συνθήκες της μεγάλης κρίσης, της συνεχιζόμενης ύφεσης, να διασφαλίσει την ανοδική ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, να κατανείμει δίκαια τα βάρη της κρίσης. Όλα δείχνουν ότι όχι, αλλά και συγχρόνως η πλειονότητα των πολιτών δεν θέλει το βάρος των πρόωρων εκλογών. Ιδού η αντίφαση που πρέπει πολιτικά να λυθεί.