Όσλο – Αθήνα

Κώστας Μποτόπουλος 21 Απρ 2016

Είναι ασφαλώς λίγες. Αλλά υπάρχουν φορές που αναρωτιέται κανείς αν ο όρος «υπερβολική δημοκρατία» έχει νόημα. Και μετά σκέφτεται αυτά που συμβαίνουν όταν η δημοκρατία είναι υπερβολικά λίγη και ηρεμεί.

Το Δικαστήριο του Όσλο όχι μόνο δέχτηκε να εξετάσει την προσφυγή του Αντερς Μπρέιβικ ότι παραβιάζονταν τα ανθρώπινα δικαιώματά του στη φυλακή αλλά αποφάνθηκε ότι σε δύο τουλάχιστον από τις αιτιάσεις του είχε δίκιο και κατά συνέπεια υποχρέωσε το Νορβηγικό κράτος να του πληρώσει αποζημίωση 35.000 ευρώ. Ναι, το κράτος υποχρεώθηκε από το δικαστήριο να πληρώσει το δολοφόνο 77 ανθρώπων, τον άνθρωπο που αφού σκότωσε με μια βόμβα στο κέντρο της πόλης, πήρε το καραβάκι, κατέβηκε στο νησί όπου διεξαγόταν η καλοκαιρινή συνάντηση της νεολαίας ενός μεγάλου κόμματος και, επί μία ώρα, θέρισε παιδιά και δασκάλους. Και γιατί κρίθηκε ένοχο το κράτος; Γιατί αυτός ο άνθρωπος μπήκε σε απομόνωση, κάτι που αποτελεί «απάνθρωπη μεταχείριση», και γιατί δεν έλαβε υπόψη του την «ψυχική του κατάσταση», δηλαδή τη δολοφονική τρέλα του, κάτι που αποτελεί «ταπεινωτική μεταχείριση». Η ετυμηγορία δικαιολογείται από το ότι, κατά το νορβηγικό δικαστήριο, «η απαγόρευση απάνθρωπης και ταπεινωτικής μεταχείρισης αποτελεί μια θεμελιώδη δημοκρατική αξία, η οποία ισχύει σε κάθε περίπτωση, ακόμα και για τους τρομοκράτες και τους δολοφόνους».

Να θαυμάσει ή να καγχάσει κανείς; Φυσικά και κάθε δημοκρατική κοινωνία πρέπει να αποφεύγει να ταπεινώνει κάθε άνθρωπο αλλά με τα ίδια μέτρα και σταθμά θα κριθεί άραγε ο κλέφτης μιας φρατζόλας και εκείνος που δολοφόνησε 77 ανθρώπους μέσα σε ένα παραλήρημα κατά της ίδιας της δημοκρατικής κοινωνίας; Και αποτελεί άραγε δημοκρατική υπέρβαση το να κρατείται αυτός ο άνθρωπος μακριά από όλους τους άλλους φυλακισμένους που θα μπορούσε να δηλητηριάσει όχι μόνο με το μέγεθος της πράξης του αλλά και του μίσους του για το ανθρώπινο γένος; Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι οικουμενικά, ισχύουν για όλους και έναντι όλων, αλλά η απονομή τους, και αντίστοιχα το δικαίωμα να τα επικαλούνται και να απολαμβάνουν κάποιοι άνθρωποι, δεν θα πρέπει να περιορίζονται ούτε στο ελάχιστο από το ποιόν και τις πράξεις αυτών των ανθρώπων; Το ίδιο και με τον ίδιο τρόπο «μη απάνθρωπο» οφείλει να είναι το κράτος και έναντι εκείνων που υπήρξαν παραπάνω από απάνθρωποι μέσω των δικών τους πράξεων; Μήπως δικαιώνοντας τον Μπρέιβικ η δημοκρατία δολοφονεί τον εαυτό της;

Κρίσιμα και εύλογα ερωτήματα. Αλλά μόνο στη θεωρία. Γιατί αν σκεφτεί κανείς ότι ο άλλος δρόμος έναντι των δικαιωμάτων είναι ο δρόμος του «δεν βαριέσαι», του «τα δικαιώματα είναι σχετικά», του «πρώτα η ασφάλεια», του «αυτό δεν θα άρεσε στην κοινή γνώμη», τότε μπορεί να αποδεχτεί την απολυτότητα της νορβηγικής λογικής. Δικαίωμα να ζητήσει το δίκιο του και να βρει το δίκιο του έχει ακόμα και ο στυγνός κατά συρροή και ενσυνείδητος δολοφόνος. Αν καταδικαστεί, και αυτός ο δολοφόνος έχει δικαίωμα, και το κράτος αντίστοιχη υποχρέωση, να μην ταπεινωθεί –στη φυλακή και έναντι της υπόλοιπης κοινωνίας. Ακόμα και αν με αυτό τον τρόπο ανοίγουν ξανά οι πληγές των γονιών των δολοφονημένων παιδιών της Ουτόγια, αυτόν τον τρόπο έχει για να δώσει μάθημα δημοκρατίας μια πραγματική δημοκρατία.

Και, σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν έτσι η δημοκρατία και το κράτος δικαίου εμφανίζονται αδύναμοι μπροστά στους εχθρούς τους, παρέχοντας σε κείνους που αρνούνται τις αρχές τους πολύ μεγαλύτερα δικαιώματα από όσα εκείνοι αφαίρεσαν από τα θύματα τους, είναι χίλιες φορές προτιμότερη μια τέτοια αντίληψη, μια τέτοια υπερβολή», από τη στάση του κράτους που επιζητά διαρκώς να ελέγξει και να ποδηγετήσει τους θεσμούς της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης και του κράτους δικαίου. Η «υπερβολική» δημοκρατική ευαισθησία το πολύ-πολύ να οδηγήσει σε μαλθακότητα. Η έμμεση ή άμεση κατάπνιξη των δικαιωμάτων μετατρέπει με βεβαιότητα τη δημοκρατία σε αυταρχισμό.