H εγχώρια πολιτική έχει δύο ψυχές. Μία συντηρητική. Μία προοδευτική. Η σύγκρουσή τους είναι διαρκής. Η αντιστοιχία τους δε με τα κόμματα δεν είναι εξ ορισμού δεδομένη. Οι οριζόντιες διαχωριστικές γραμμές υποκαθιστούν πλέον σε μεγάλο βαθμό τις παλιές κάθετες. Πρόοδος και συντήρηση αναδιατάσσονται στη βάση των σημερινών δεδομένων. Η αναδιάταξή τους αποτυπώνεται και στο εσωτερικό των κομματικών σχημάτων. Είτε έχουν αριστερή είτε δεξιά σήμανση. Και στις δύο περιπτώσεις συνυπάρχουν ο εθνοκεντρισμός με τον κοσμοπολιτισμό. Η εθνικόφρονα Δεξιά με τη δογματική Αριστερά. Ο λαϊκισμός με τον εκσυγχρονισμό. Ο αυταρχισμός με τον φιλελευθερισμό. Ο κρατισμός με την ανοιχτή οικονομία. Η εσωστρέφεια με την εξωστρέφεια. Οι πελατειακές σχέσεις με την αξιοκρατία. Τα σύνορα του νέου διπολισμού επαναχαράσσονται εκτός και εντός κομμάτων.
Η κρίση και η ανάδυση του λαϊκισμού – δεξιόστροφου, αριστερόστροφου – επέτειναν τη σύγχυση. Ο διαχωρισμός προοδευτικού – συντηρητικού καθίσταται δυσδιάκριτος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ. Κάθε άλλο παρά κυριαρχία των προοδευτικών ιδεών και δυνάμεων συνιστά. Πολύ περισσότερο δεν οφείλεται στην αποδοχή της Αριστεράς. Οι εκλογείς του ασπάστηκαν τον ακραίο καταγγελτικό, λαϊκίστικο λόγο του. Κινήθηκαν με τιμωρητική πρόθεση έναντι των αποκαλούμενων «παλιών κομμάτων εξουσίας». Οι συριζαίικες αποσκευές υπερχείλιζαν από ιδεοληπτικές, παρωχημένες και κρατικίστικες θέσεις. Αν και αυτάρεσκα ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως φορέας του νέου, στην πραγματικότητα είναι προσηλωμένος σε αναχρονιστικές πρακτικές. Το αποδεικνύουν το στελεχικό δυναμικό και η εκλογική του βάση. Ετσι ερμηνεύεται η συμπόρευσή του με την Ακροδεξιά του Καμμένου, καθώς και με τους εκφραστές του παλιού ΠΑΣΟΚ και του νεοκαραμανλισμού.
Το πλεονέκτημά του ήταν ο Αλέξης Τσίπρας. Ωστόσο, δεν επιβλήθηκε επειδή παρέπεμπε σε σύγχρονες απόψεις. Αλλά διότι εμφανίστηκε ως τιμωρός των αντιπάλων. Η πρωθυπουργική του θητεία, άλλωστε, αποκαλύπτει ότι οι πολιτικές του αποπνέουν συντήρηση.
Ο λαϊκισμός στον οποίο συστηματικά επιδίδεται ο ΣΥΡΙΖΑ απέχει παρασάγγας από μια προοδευτική στρατηγική. Η απέχθεια στην ιδιωτική οικονομία, η ενοχοποίηση της επιχειρηματικότητας, η αποστροφή για τις επενδύσεις, η αλλεργία στις αποκρατικοποιήσεις, η συναλλαγή με τις συντεχνίες, οι θωπείες στη δημοσιοϋπαλληλία, οι πελατειακές σχέσεις για την άγρα ψήφων, η κομματοκρατία, η χειραγώγηση της ενημέρωσης, η ποδηγέτηση της Δικαιοσύνης, η στοχοποίηση των αντιπάλων πιστοποιούν τη βαθιά συντηρητική κυβερνητική πρακτική.
Οι ψευδεπίγραφες προοδευτικές πολιτικές δεν περιορίζονται στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ. Διαπερνούν σχεδόν το σύνολο των κομμάτων. Αναμφίβολα υπάρχουν δυνάμεις προόδου εντός των τειχών τους. Είναι όμως μειοψηφίες. Η Νέα Δημοκρατία – όσο κι αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί τον εκσυγχρονισμό της – δυσκολεύεται να απεγκλωβιστεί από τον συντηρητισμό που υπάρχει στο γενετικό της υλικό. Ωστόσο, το κομματικό της δυναμικό τον ακολουθεί, προσβλέποντας στην προοπτική της εξουσίας. Τέλος, ο κεντροαριστερός χώρος που διαχρονικά επιδεικνύει ισχυρό προοδευτισμό, βρίσκεται σήμερα σε πρωτοφανή υποχώρηση. Στο ΚΙΝΑΛ, το οποίο διεκδικεί να τον εκπροσωπήσει, η συντηρητική ψυχή εξουδετέρωσε την προοδευτική.
Η κυρίαρχη αντίθεση «συντήρηση – πρόοδος» μας θέτει το δίλημμα: Ή θα παραμείνουμε νοσταλγοί του παρελθόντος. Ή θα αναζητήσουμε έναν νέο πολιτικό εαυτό.