Εξοργισμένοι φαίνεται να είναι οι Ευρωπαίοι με τις διπλωματικές κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος χθες με ένα τηλεφώνημα έκανε άνοιγμα στη Ρωσία για να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, αδειάζοντας τον Ζελένσκι αλλά και την Ευρώπη που τον κατηγορεί πλέον ότι καίει τα διαπραγματευτικά χαρτιά της Δύσης και δίνει δώρα στον Πούτιν.
Όπως σημειώνει το politico οι ηγέτες της Ευρώπης άρχισαν να προσαρμόζονται στον ψυχρό νέο κόσμο τους χωρίς αμερικανική προστασία και άρχισαν να αντιδρούν στο ειρηνευτικό σχέδιο του Ντόναλντ Τραμπ για την Ουκρανία.
Στις Βρυξέλλες, το Βερολίνο, το Παρίσι και το Λονδίνο,πληθαίνουν οι φωνές -άλλες ήπιεςς, άλλεςοργισμένες- που προειδοποιύν τον πρόεδρο των ΗΠΑ ότι η παραδοχή στις απαιτήσεις του Ρώσου ηγέτη Βλαντιμίρ Πούτιν για έδαφος θα ισοδυναμούσε με «κατευνασμό». Ο όρος, ο οποίος χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις καταδικασμένες διπλωματικές προσπάθειες πριν από το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου που απέτυχαν να σταματήσουν τον Χίτλερ.
γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν προειδοποίησε εναντίον της σύναψης συμφωνίας ειρήνης που θα ισοδυναμούσε κατ’ αυτόν με την «παράδοση» της Ουκρανίας και διερωτήθηκε αν και κατά πόσον ο ρώσος ομόλογός του Βλαντίμιρ Πούτιν είναι «ειλικρινά» διατεθειμένος να δεχτεί «διαρκή» κατάπαυση του πυρός, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Financial Times που δημοσιεύεται σήμερα.
Εάν επιτραπεί «ειρήνη που είναι παράδοση» αυτό θα ήταν «κακή είδηση για όλους», τόνισε ο κ. Μακρόν στην εφημερίδα - απευθυνόμενος εμμέσως πλην σαφώς στον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
«Το μοναδικό ερώτημα σε αυτό το στάδιο είναι αν και κατά πόσον ο πρόεδρος Πούτιν είναι, κατά τρόπο ειλικρινή, διαρκή, βιώσιμο και αξιόπιστο, διατεθειμένος να συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός», ανέφερε, κρίνοντας ακόμη πως η Ευρώπη «έχει ρόλο να διαδραματίσει» στις συζητήσεις για την περιφερειακή ασφάλεια.
Κατά τον κ. Μακρόν, «μόνο» στον ουκρανό ομόλογό του Βολοντίμιρ Ζελένσκι επαφίεται να «διαπραγματευτεί με τη Ρωσία» εξ ονόματος της χώρας του.
Επίσης, ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς και επανέλαβε τη θέση της γερμανικής κυβέρνησης για μια «δίκαιη ειρήνη», τόνισε από την πλευρά του ότι η χώρα του δεν θα υποστηρίξει ποτέ μια υπαγορευμένη ειρήνη στην Ουκρανία,
«Η ειρήνη πρέπει να μπορεί να διαρκέσει. Και για αυτό μια υπαγορευμένη ειρήνη δεν θα έχει ποτέ την υποστήριξή μας», δήλωσε ο κ. Σολτς. Ταυτόχρονα, πρόσθεσε, «θα πρέπει να κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας προκειμένου να μην υπάρξει ποτέ ξανά πόλεμος στη Γερμανία». Αυτή η δήλωση μπορεί να ακούγεται ασυνήθιστη, αλλά σε αυτή την κατάσταση είναι κατάλληλη, συνέχισε ο καγκελάριος και επανέλαβε ότι το «φρένο χρέους» θα πρέπει να μεταρρυθμιστεί προκειμένου να χρηματοδοτηθούν επιπλέον αμυντικές δαπάνες. Κάλεσε μάλιστα το ομοσπονδιακό κοινοβούλιο να κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης, λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία, προκειμένου να απελευθερωθούν τα απαραίτητα κεφάλαια πέρα από τον τρέχοντα προϋπολογισμό.
Ο Μ. Ρούμπιο αναχώρησε για την Ευρώπη
Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Μάρκο Ρούμπιο αναχώρησε τελικά την περασμένη νύκτα για την Ευρώπη, αφού νωρίτερα χθες, Πέμπτη, το αεροπλάνο του είχε υποχρεωθεί να κάνει αναστροφή εξαιτίας μηχανικού προβλήματος, σύμφωνα με την εκπρόσωπό του.
Στο δεύτερο ταξίδι του στο εξωτερικό, ο Ρούμπιο αναμένεται σήμερα στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια και πρόκειται στη συνέχεια να πραγματοποιήσει περιοδεία στη Μέση Ανατολή. Όμως το αεροπλάνο του χρειάσθηκε ξαφνικά να ανακρούσει πρύμναν και να προσγειωθεί στην αεροπορική βάση Άντριους, σε προάστιο της Ουάσινγκτον, σύμφωνα με δημοσιογράφο του Γαλλικού Πρακτορείου που τον συνοδεύει.
Ο Ρούμπιο πρόκειται να συναντήσει στο Μόναχο τον αμερικανό αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς και να συναντηθούν σήμερα με τον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Πρόκειται για μια σημαντική και πολυαναμενόμενη συνάντηση μετά την τηλεφωνική επικοινωνία ανάμεσα στον Ντόναλντ Τραμπ και τον Βλαντίμιρ Πούτιν σχετικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία, η οποία κάνει τους Ευρωπαίους και πολλούς παρατηρητές να ανησυχούν μήπως συναφθεί ειρήνη σε βάρος του Κιέβου.
Ο Ρούμπιο πρόκειται στη συνέχεια να μεταβεί στο Ισραήλ, στη Σαουδική Αραβία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.