Ο σχηματισμός κυβέρνησης, ικανής να διαχειριστεί με επιτυχία μια μεγάλη και περίπλοκη οικονομική και κοινωνική κρίση, είναι το ζητούμενο των εκλογών της 17ης Ιουνίου. Η αναμονή και ταυτόχρονα η ανησυχία για το εκλογικό αποτέλεσμα είναι στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες αλλά και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού μεγάλες.
Η «ανησυχία» έχει δύο πτυχές. Μία ελληνική και μία ευρωπαϊκή. Ξεκινάμε από την ευρωπαϊκή, καθώς είναι η «μεγάλη εικόνα» μέσα στην οποία εξελίσσεται η ελληνική περιπέτεια. Η Ισπανία είναι η τέταρτη κατά σειράν χώρα της Ευρωζώνης που προσέφυγε σε ευρωπαϊκή δανειακή βοήθεια. Ενώ η Ιταλία είναι μία χώρα επίσης «υποψήφια» για κάτι αντίστοιχο…
Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι κάτι «στραβό» υπάρχει στη λειτουργική δομή της Ευρωζώνης. Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι το αποσπασματικό ευρωπαϊκό σχέδιο που χρησιμοποιήθηκε μέχρι τώρα για την αντιμετώπιση της κρίσης απέτυχε. Και το τρίτο συμπέρασμα είναι ότι κανένα ολοκληρωμένο και ρεαλιστικό σχέδιο για την έξοδο της Ευρωζώνης από την κρίση δεν έχει παρουσιαστεί ακόμα. Η Γερμανία, δυστυχώς, μέχρι πρόσφατα τουλάχιστον, αρνιόταν να αποδεχθεί την ευρωπαϊκή διάσταση της κρίσης. Εβλεπε μόνο «άτακτες» δημοσιονομικά χώρες. Ετσι είχαμε εμβαλωματικές παρεμβάσεις, που στη συνέχεια υπερκαλύπτονταν από το επόμενο «κύμα της κρίσης» κ.ο.κ.
Η κρίση όμως έχει εισέλθει σε μια φάση «καλπασμού». Οι λύσεις δεν μπορούν να περιμένουν για πολύ. Το λένε όλοι. Από τον Ομπάμα μέχρι τον τελευταίο κοινοτικό υπάλληλο των Βρυξελλών. Χρειάζεται ένας συνδυασμός άμεσων επεμβάσεων που δεν θέλουν χρόνο και θεσμικών αλλαγών στην Ευρωζώνη και την ΕΕ που απαιτούν ευρύτερο χρόνο, πέραν της δημοσιονομικής προσαρμογής. Οι σχετικές ιδέες έχουν «πέσει στο τραπέζι» και είναι γνωστές. Η εκλογή Ολάντ και το «άγγιγμα» της Ισπανίας και της Ιταλίας από μια κρίση που δεν «ανακόπτεται» εύκολα αλλάζουν όλα τα δεδομένα. Η Ευρώπη οφείλει, για να υπάρξει, να αντιδράσει διαφορετικά.
Μέσα σ’ αυτό το «εύφλεκτο» ευρωπαϊκό περιβάλλον, διεξάγονται οι ελληνικές εκλογές. Εχουμε μια περίπτωση όπου η «συνταγή σωτηρίας» φαίνεται ότι απέτυχε και το παλαιό κυρίαρχο πολιτικό σύστημα παραπαίει. Είναι σαφές ότι η Ευρώπη ανησυχεί για τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Υπάρχει «καχυποψία» ως προς την ειλικρίνεια και τη διαχειριστική φερεγγυότητα των αναδυόμενων νέων πολιτικών συσχετισμών, αλλά και «φόβος» για τις ευρωπαϊκές συνέπειες μιας αναθεώρησης της δανειακής σύμβασης που προβάλλει ως έναν βαθμό αναπόφευκτη.
Από την άλλη πλευρά, μπορεί η Ευρώπη να ετοιμάζεται για το χειρότερο σενάριο, αυτό της εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ, αλλά δεν παύει, αυτήν τη στιγμή τουλάχιστον, να μην είναι πρώτη επιλογή, καθώς κάτι τέτοιο θα είχε καταστροφικές συνέπειες για το ευρώ. Είναι σενάριο υψηλού και «αχαρτογράφητου» ρίσκου, που παρά τα «αναχώματα» που έχουν δημιουργηθεί δεν μπορεί εύκολα να επιλέξει. Ιδίως σε μία περίοδο που η «φωτιά» στον Νότο εξαπλώνεται και μια «γρήγορη κατάσβεση» δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Στην ουσία βρισκόμαστε σε μια «μεταβατική» περίοδο «ορισμένου χρόνου» και για την Ευρώπη και για την Ελλάδα, στην οποία θα παγιωθούν νέα δεδομένα. Αυτό μας δίνει μια «ευκαιρία αλλαγών». Οφείλουμε, για το καλό της χώρας, να το εκμεταλλευτούμε θετικά. Και για να γίνει αυτό, χρειάζεται μια κυβέρνηση ισχυρή, ευρύτερης αποδοχής και προοδευτικής κατεύθυνσης, που θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της χώρας για να τις… αλλάξει!
Κακά τα ψέματα. Ούτε «καταγγελία» μπορεί να γίνει, ούτε να μείνουν τα πράγματα ως έχουν. Λύσεις εθνικές και ευρωπαϊκές υπάρχουν. Αρκεί να υπάρξει ευφυής και υπεύθυνη διαχείριση των ευκαιριών και των κινδύνων..