Ολοι ισότιμα, χωρίς ηγεμονισμούς

Σπύρος Λυκούδης 24 Αυγ 2013

«Αν δεν θες να κάνεις κάτι, φτιάξε μια επιτροπή», συνήθιζε να λέει ο Γεώργιος Παπανδρέου. Η ρήση του θα μπορούσε να αφορά όσα συμβαίνουν τελευταία στον ευρύτερο χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Μια σειρά από επιτροπές φτιάχνονται και ξαναφτιάχνονται, αυτοακυρώνονται πριν ξεκινήσουν, συζητήσεις επί συζητήσεων γίνονται σε σπίτια και ταβέρνες, άρθρα περί Κεντροαριστεράς γεμίζουν σελίδες στον Τύπο και στο Διαδίκτυο. Τα αποτελέσματα ωστόσο είναι γνωστά, μηδενικά. Επίσης, τα δεδομένα είναι γνωστά, όπως εξίσου γνωστά είναι και τα πρόσωπα που καλούνται να παίξουν ρόλο σε αυτές τις διεργασίες.

Αυτό που απουσιάζει είναι μια σοβαρή συζήτηση αλλά με συμπεράσματα, κατάληξη και αποτέλεσμα, για την πολιτική και προγραμματική ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς – κυρίως απέναντι στις ασκούμενες πολιτικές μέσα στο μνημονιακό πλαίσιο και μετά από αυτό. Κακά τα ψέματα, αυτό που χρειάζεται είναι η διατύπωση ενός εναλλακτικού, προοδευτικού, ρεαλιστικού, άρα και πειστικού πολιτικού σχεδίου.

Εκτιμώ ότι στις φημολογούμενες πρωτοβουλίες, θα τεθούν επί τάπητος το ξεπέρασμα της γενικόλογης πολιτικής φλυαρίας περί Κεντροαριστεράς και το θέμα της προγραμματικής της πρότασης. Μπορεί κάποιος να ελπίζει σε αισιόδοξες εξελίξεις, αν σκεφτεί ότι στον ευρύτερο χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού συναντώνται σημαντικοί διανοούμενοι, ακαδημαϊκοί, τεχνοκράτες και βεβαίως δρώντα πολιτικά πρόσωπα που μπορεί να παίξουν ρόλο στη χάραξη μιας νέας προοδευτικής πορείας για τη χώρα. Η ΔΗΜΑΡ ενδιαφέρεται και πρέπει να αποφασίσει τη συμμετοχή της σε αυτές τις διεργασίες χωρίς να προβάλλει αλλά και χωρίς να δέχεται ηγεμονισμούς και αποκλεισμούς. Οι παλαιότεροι γνωρίζουμε τα καταστροφικά αποτελέσματα της λογικής τού «εμείς, εμείς οι μόνοι συνεπείς», όπως επίσης και το προσβλητικό για την καθ? ημάς Αριστερά «ΠΑΣΟΚ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις».

Κατά συνέπεια, από όλους απαιτούνται αυτογνωσία, γενναιότητα, αποφασιστικότητα. Αν δεν υπακούσουμε στο αίτημα των καιρών, θα αφήσουμε πεδίο λαμπρό αφενός στη συντηρητική Νέα Ελλάδα του κ. Σαμαρά, αφετέρου στην αντιμεταρρυθμιστική, λαϊκίστικη αριστερά, στο ανατριχιαστικό φόντο αυτή τη φορά της μαύρης Χρυσής Αυγής.