*… Ο Σταύρος Θεοδωράκης έθεσε το ερώτημα: «Λαϊκισμός ή Μεταρρυθμίσεις;» Το ίδιο ερώτημα, ας θυμηθούμε, έβαλε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην ομιλία του προ ολίγου: «Λαϊκισμός ή Μεταρρυθμίσεις;» Και όμως εγώ δεν είμαι σε αυτό ούτε με τον Σταύρο, ούτε με τον Κυριάκο.Η ερώτηση είναι σωστή, αλλά το συμπέρασμα κατά τη γνώμη μου είναι λάθος. Πράγματι δεν θα γίνουν μεταρρυθμίσεις όσο υπάρχει μια λαϊκιστική κυβέρνηση, όπως αυτή των Σύριζα και Αν.Ελ. Το συμπέρασμα όμως που πρέπει να βγάλουμε δεν είναι ότι υπάρχει ένας δρόμος για μεταρρυθμίσεις. Υπάρχουν πολλοί δρόμοι. Δεν είμαστε όλοι οι μεταρρυθμιστές στην ίδια όχθη.
Ας υποθέσουμε ότι είσαστε μια άνεργη μητέρα με άνεργο σύζυγο και με δύο παιδιά. Πώς ζείτε σήμερα; Μέχρι πρόσφατα, το 90% των ανέργων στην σημερινή Ελλάδα δεν λάμβανε καμία βοήθεια από το κράτος. Δεν είναι ακόμα γνωστό πόσοι επωφελούνται από τις αποσπασματικές αλλαγές που έκανε ο Σύριζα πέρσι. Το αντίστοιχο ποσοστό στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή όσων δεν δικαιούνται καμίας βοήθειας από το κράτος έναντι της ακραίας φτώχειας, ήταν και είναι 0%. Δηλαδή όλοι όσοι έχουν ανάγκη έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν βοήθεια. Ως γνωστόν τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν τις υψηλότερες κοινωνικές δαπάνες στον κόσμο. Δεν είναι «νεοφιλελεύθερα» κάστρα όπως ψευδώς λέει ο Σύριζα.
Η άνεργη μητέρα στην Ελλάδα πιθανώς ζει με την βοήθεια των παππούδων και των γιαγιάδων. Οι συντάξεις τους θα πληρώνουν τα απολύτως αναγκαία, το νοίκι, το σουπερμάρκετ, τους λογαριασμούς. Τα ρούχα όμως των παιδιών, παιχνίδια και βιβλία; Ίσως τα καλύπτουν οι φίλοι. Ίσως. Αυτή είναι η σημερινή τραγική πραγματικότητα για ένα ζευγάρι ανέργων χωρίς περιουσία ή άλλα εισοδήματα.
Ούτε το ΠαΣοΚ, ούτε η Νέα Δημοκρατία, αλλά ούτε και ο Σύριζα έκανε προτεραιότητα το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, για το οποίο πρώτο το Ποτάμι μίλησε την άνοιξη του 2014. Η αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας δεν ήταν γι αυτούς προτεραιότητα.
Τι λέτε, θα ενδιαφέρουν το άνεργο ζευγάρι οι μεταρρυθμίσεις; Εγώ πιστεύω ότι δεν δίνουν δεκάρα. Θα ασχολούνται με την πολιτική, όταν βασικές τους ανάγκες είναι σε κίνδυνο; Ένας οικονομολόγος ίσως τους πει ότι μόνο με μεταρρυθμίσεις στην κλειστή οικονομία μας θα παραχθεί πλούτος, που είναι απολύτως απαραίτητος για την Ελλάδα. Έτσι έγινε κι αλλού. Ναι, σωστά, χρειαζόμαστε αυτόν τον πλούτο.
Ποιος όμως στην δική μας κοινωνία θα καρπωθεί αυτόν τον πλούτο; Η οικογένεια των ανέργων, ή ο δισεκατομμυριούχος που ελέγχει την ραδιοτηλεόραση; Η οικογένεια των ανέργων ή ο πονηρός βολεμένος σε μια αργομισθία; Η οικογένεια των ανέργων ή ο γιατρός που κάνει αχρείαστες καισαρικές; Η οικογένεια των ανέργων ή ο διεφθαρμένος υπάλληλος της Δ.Ο.Υ.; Η οικογένεια των ανέργων ή ο αδίστακτος φοροφυγάς; Δεν μπορούμε να μιλάμε για μεταρρυθμίσεις αν δεν δούμε πρώτα κατάματα την αλήθεια για την κοινωνία μας. Μια αλήθεια που μας θύμισε πριν από λίγο ο Guy Verhofstadt με τον ευγενικό τρόπο του. Θα το πω χωρίς περιστροφές.
Είμαστε μια κοινωνία που σαπίζει από την διαφθορά. Η κοινωνία μας δεν περνά μόνο οικονομική κρίση. Όλες οι έρευνες δείχνουν ότι είμαστε η πιο άνιση, η πιο κοινωνικά άδικη κοινωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι θεσμοί μας γίνονται όλο και περισσότερο προσχήματα για την εξαπάτηση των πολλών από τους λίγους. Ακόμα και η πρόεδρος του Αρείου Πάγου δεν έχει ιδέα για το ποιος είναι ο ρόλος της ή τι απαιτεί από αυτήν το κράτος δικαίου.
Στην καρδιά της κατάστασης αυτής βρίσκεται το πελατειακό κράτος, η πιο γνωστή μορφή διαφθοράς στην Ελλάδα. Πολιτικά κόμματα και αιρετοί αξιωματούχοι χρησιμοποιούν συστηματικά τις εξουσίες τους για τους δικούς τους ιδιωτικούς σκοπούς (για τον εαυτό τους ή την οικογένειά τους), όχι αποκλειστικά για το γενικό καλό, όπως επιτάσσει το καθήκον τους. Όποιος μπορεί καταλαμβάνει ένα μικρό κομμάτι της Ελλάδας και το κάνει ό,τι θέλει.
Είμαστε έτσι μια χώρα που δεν δίνει ίσες ευκαιρίες σε κανέναν, αλλά προτιμά τους πονηρούς, τους αδίστακτους και τους κληρονόμους. Η κοινωνία μας είναι μια την πράξη ολιγαρχία των πολιτικά δικτυωμένων. Έχουμε γίνει ένα Κράτος των Λίγων. Η πραγματικότητα αυτή – και η γενική παραδοχή ότι πράξεις διαφθοράς παραμένουν ατιμώρητες όταν γίνονται από τους ισχυρούς – είναι ένα δηλητήριο που απονεκρώνει κάθε προσπάθεια για αλλαγή.
Αυτήν την αλήθεια την έπιασε, νομίζω ο κ. Τσίπρας. Έπιασε τον σφυγμό του κόσμου, ότι η οργή του δεν πηγάζει μόνο από τις οικονομικές στερήσεις, αλλά από την διάχυτη αίσθηση ότι το παιχνίδι είναι στημένο.
Έχει δίκιο, είναι στημένο. Γι αυτό όταν είπε «εμείς ή αυτοί» ο κόσμος τον άκουσε. Δεν τον άκουσε επειδή έγιναν ξαφνικά οπαδοί του μαρξισμού. Αλλά επειδή τους εξοργίζει η διάχυτη κοινωνική ανισότητα και αδικία που βλέπουν παντού στην ελληνική κοινωνία. Ο Σύριζα έτσι ανέβηκε πάνω στο κύμα της οργής των Ελλήνων. Καλλιέργησε και ενίσχυσε το κύμα της οργής με καλά υπολογισμένα ψεύδη για τους αντιπάλους του ενισχύοντας το μίσος για τους ξένους, τους «γερμανοτσολιάδες», τους «νεοφιλελεύθερους» και άλλους φανταστικούς εχθρούς. Βασίστηκε σε τέτοιες ανοησίες και αντί να προσφέρει λύσεις, προσέφερε ψέμα και μίσος. Και τώρα δρέπει τους καρπούς του. Γι αυτό όμως το 45% των ψηφοφόρων δεν ψήφισε κανένα κόμμα στις εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Το Ποτάμι είναι για μένα το αίτημα δικαιοσύνης των Ελλήνων πολιτών, όχι μόνο για τα οικονομικά, αλλά για τα πιο βασικά. Αυτά που κάνουν μια κοινωνία ευνομούμενη και δίκαιη. Αυτά που χάσαμε τα τελευταία χρόνια. Αυτά που φτιάχνουν την σχέση μας με τους άλλους. Το Ποτάμι είναι μια υπόσχεση δικαιοσύνης.
Η υπόσχεση αυτή περιλαμβάνει ισότητα δικαιωμάτων, ισότητα ευκαιριών και ισότητα στην αλληλεγγύη. Οι αρχές αυτές μας είναι οικείες. Σε αυτές βασίζεται η δημοκρατική και συνταγματική μας παράδοση, που ξεκίνησε πριν σχεδόν διακόσια χρόνια. Πρέπει τώρα όμως να διατυπώσουμε μια νέα αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας που θα στηρίζεται στους θεσμούς και το κοινωνικό κράτος και θα υπόσχεται απλά δικαιοσύνη.
Επειδή αυτό που ζητάμε είναι τόσο απλό και τόσο βασικό, πρέπει να το διεκδικούμε με απλότητα, σοβαρότητα και αξιοπιστία. Δεν χρειαζόμαστε εύληπτα συνθήματα, ή εκθέσεις ιδεών, ή ασύνδετες λίστες με προτάσεις. Χρειαζόμαστε μια απλή εναλλακτική πρόταση δικαιοσύνης. Ένα κυβερνητικό πρόγραμμα που θα εξηγεί και θα πείθει, ότι αυτό που λέμε το εννοούμε. Όσο πιο πολύπλοκο το κάνουμε, όσο το στρογγυλεύουμε, τόσο λιγότερο μας πιστεύει ο κόσμος.
Το πραγματικό δίλημμα είναι «Ολιγαρχία ή Δικαιοσύνη». Αυτό μας ξεχωρίζει από την Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη και το ΠαΣοΚ της Φώφης Γεννηματά, που επί δεκαετίες έστησαν ένα πελατειακό, άνισο, ολιγαρχικό κράτος των λίγων. Δεν αρκεί να παράγουμε περισσότερο πλούτο. Πρέπει όλοι μας να γνωρίζουμε ότι ο πλούτος θα μοιράζεται δίκαια.
Και η απλή αυτή ιδέα μπορεί να ενώσει όσους θέλουν να δουν ένα μεγάλο μεταρρυθμιστικό κίνημα που θα ενώσει τον προοδευτικό χώρο. Δεν θέλουμε μόνο πλούτο και ανάπτυξη. Θέλουμε δικαιοσύνη. Για αυτό χρειαζόμαστε σήμερα ανανέωση στην πολιτική μας ζωή. Για να κάνουμε την δικαιοσύνη την αναζωογονητική ιδέα της ανασυγκρότησης της Ελλάδας.
* Ομιλία στο συνέδριο του Ποταμιού