Έχουν μεγάλη πλάκα, οι διάφορες αντιμαχόμενες μερίδες, που σφάζονται επί της ουσίας, παθιασμένες για το άκαιρο ερώτημα, που γεννάει ο καθένας με την γκλάβα του την ξερή, και κανένας δεν παίρνει χαμπάρι, τι σήμαινε αυτό το « όχι δεν πουλάμε, όχι δεν πουλάμε...» που εκστόμισε με πάθος η Πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου.
Απ την άλλη μεριά βέβαια, η δικιά μας ευρωβουλευτίνα το είχε εκλάβει, με την έννοια του ότι, όχι δεν πουλάμε, αλλά, πουλιόμαστε ανά πάσα ώρα και στιγμή.
Είναι αλήθεια στιγμή που πονάει.
Είναι αλήθεια μια συνθήκη, που μας έχει αφήσει άφωνους άπαντες. Και όποιος το παίζει αδρανής και απαθής , σκατά στα μούτρα του θα βρει , δεν έχει πάρει χαμπάρι, ένα απλό πράγμα. Η ελκυστικότητα της Ευρώπης, έχει πάψει να λειτουργεί ως εργαλείο για την προώθηση των πολιτικών της.
Άραβες , Κινέζοι Ινδοί και λοιποί ανερχόμενοι, πήραν χαμπάρι την ένδυα αλλά και την απληστία που δημιούργησε το πελώριο οικοδόμημα, που κτίστηκε στις Βρυξέλλες, χωρίς εγκράτεια και προκαλώντας.
Έγραφα πριν από πολλά χρόνια, πως φίλος μου, καθηγητής θεωρητικής φυσικής, στο ουνιβερσιτέ λιμπρ ντε Μπριξελ, έπαιρνε περίπου, το ένα τρίτο, από τις παράδες που έπαιρνε ο πρωτοδιοριζόμενος μεταφραστής, στο Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Αυτές τις ανισότητες δεν τις δημιούργησα εγώ, ούτε τις πεθυμούσαν τα κράτη-μέλη, λέω εγώ. Ήταν όμως δημιούργημα ενός άθλιου τρόπου διοίκησης και διαχείρισης, αυτού του απέραντου πολυεθνικού στρατού. Δεν ήταν απλά μια Βαβέλ, που έχασαν τον μπούσουλα τους κάποιοι και δεν ξέραν πώς να τη διαχειριστούν. Ήταν μια μάχη δημιουργίας μιας νομενκλατούρας, που σε λίγο χρόνο μέσα κατάφερε να ταράξει τις σχέσεις, ανάμεσα στα κράτη-μέλη. Ιδίως δε μετά τη είσοδο των κάποτε κουμουνιστών , τότε είναι που χάθηκε η μπάλα. Τότε είναι που έκλαψαν μανούλες, γιατί κανείς δεν είχε την πρόνοια, στις φτωχές κοινωνίες, που ερχόντουσαν προς την ελευθερία, να μην δημιουργηθούν προκλήσεις και επιθετικού χαρακτήρα, ανισότητες.
Και ήρθε πια η γερασμένη Ευρώπη και εκλιπαρεί επί της ουσίας, τους τέως υποτακτικούς, να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και αυτοί μαθημένοι από τους δασκάλους, βγάζουν από τις τσέπες τους παράδες και τους μοιράζουν.
Εδώ είναι που χάθηκε το μετρό, εδώ είναι που έχασε η Καϊλή τα αβγά και τα πασχάλια . Νόμιζε ότι ακόμα θα έχει να κάνει με καραγκιόζηδες, σαν τους πρώτους της μέντορες της, που όπως θυμόμαστε πουλιόντουσαν για μισό κιλό ροδάκινα και νόμιζαν ότι είναι και μάγκες.
Εδώ τα πράγματα είναι διαφορετικά. Εδώ καλή μου κυρία, κανείς δεν σου είπε ότι είναι κοινωνία αγγέλων και αθώων. Κοπρόσκυλα αγριεμένα είναι. Αλλά τα κοπρόσκυλα, έχουν κι αυτά τους κανόνες τους.
Και κανένας δεν θέλει πλέον να κοιτάζει προς την Ευρώπη, ως σωτηρία ή, ως λύση στο άδικο πρόβλημα, της πείνας πρώτα και κύρια. Γιατί αυτό είναι το πιο άδικο. Όταν ο άλλος πεινάει, τίποτε δεν τον συγκρατει.
Σε όλο αυτό το μπαχαβρά που δημιουργήθηκε, με την κυρία Καϊλή, που έκανε γιούργια στον ταβά με τα κουλούρια , υπήρξαν μερικοί που χαρήκαν που την πάτησε η πασόκα , που δεν υπήρχε πιθανότητα να την πηδήξει, σε μια τέτοια επικίνδυνη λεηλασία, αλλά δεν μέτρησαν καθόλου, γιατί φυσικά δεν φτάνει μέχρι εκεί το βλέμμα τους, το τί σημαίνει όλο αυτό, σε βάρος της Ελλάδας. Δεν πήραν χαμπάρι τα ζώα, ότι το μοναδικό εργαλείο που χρησιμοποιούσαν , μικροί και μεγάλοι, απέναντι στους γύρω-γύρω, είναι το πλεονέκτημα, ότι εμείς είμαστε στην Ευρώπη κι δεν έχουμε πάρει χαμπάρι, ότι σε λίγο θα το λέμε αυτό και θα μας δείχνουν τα αχαμνά τους
Σικ καιμε καντάρ.
Και αντι να σκεπτόμαστε, το πώς θα σχεδιάσουμε και χαράξουμε, μια νέα προοπτική πετώντας την σαπίλα και τη δική μας, από πάνω μας, μετράμε σαν παλιοί αργυραμοιβοί, με το γυαλί στη άκρη της μύτης , νομίζοντας ότι θα βγάλουμε σύντομα από την μύγα ξύγκι.
Ουστ ρε , μόνο αυτό μας αρμόζει. Ουστ ρε.