Οι ύβρεις στη Δημοκρατία

Πάσχος Μανδραβέλης 02 Αυγ 2012

Κακό παράδειγμα χρησιμοποίησε ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος για την «ύβρι στη Δημοκρατία». Μιλώντας προχθές στην Κοινοβουλευτική Ομάδα, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ χαριτολόγησε: «Ελπίζω να μην κατηγορηθούμε για ύβρι προς τη Δημοκρατία επειδή ζητούμε να συζητήσουμε ξανά για τους δυσμενείς όρους της δανειακής σύμβασης, που έχει κυρώσει με συντριπτική πλειοψηφία η Βουλή των Ελλήνων».

Η αλήθεια είναι ότι μπορούσε να φέρει ένα καλύτερο παράδειγμα: και το Σύνταγμα του 2001, του οποίου ήταν αρχιτέκτονας, ψηφίστηκε με ευρύτατη πλειοψηφία στη Βουλή. Και το 2006 τρέχαμε να το αναθεωρήσουμε. Οι φαεινές ιδέες του κ. Βενιζέλου για το «ασυμβίβαστο» των βουλευτών κατέληξαν στον κάλαθο αχρήστων της Ιστορίας. Βεβαίως -και στη συγκεκριμένη περίπτωση- δεν γνωρίζουμε αν οι αναθεωρήσεις ανά πενταετία του καταστατικού χάρτη της χώρας υπήρξαν «ύβρεις στη Δημοκρατία. Σίγουρα όμως έδειξε ότι η διαδικασία του 2001 ήταν αναθεώρηση του ποδαριού, πράγμα που δεν περιποιεί και ιδιαίτερη τιμή στη Δημοκρατία.

Δεν ξέρουμε, επίσης, αν περιποιεί ιδιαίτερη τιμή στον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο να συνομολογεί με τους εταίρους ένα πρόγραμμα εξόδου από την κρίση και μετά να αποφαίνεται ότι «δεν βγαίνει». Σίγουρα είναι ύβρις -αν όχι στη Δημοκρατία, αλλά τουλάχιστον στους λίγους πολίτες που τον ψήφισαν- να δοξολογεί προεκλογικώς τα γένια του ότι έσωσε τη χώρα με μια συμφωνία την οποία θεωρεί μετεκλογικώς αδιέξοδη. Επιπλέον: ποιος μας διαβεβαιώνει ότι το νέο «μείγμα» που τώρα προτείνει θα είναι λυτρωτικό; Η αξιοπιστία του; Ή η διορατικότητά του;

Επίσης δεν γνωρίζουμε αν είναι «ύβρις στη Δημοκρατία» να ψηφίζει η Βουλή με ευρύτατη πλειοψηφία ένα νόμο και αυτός να αλλάζει πριν εφαρμοστεί επειδή κάποιοι παρανομώντας δεν τον εφαρμόζουν. Σίγουρα δεν περιποιεί στους δύο πολιτικούς αρχηγούς που τον υπερψήφισαν. Ή έστω βγάζει το κακό όνομα στην πολιτική, την οποία όλο και περισσότεροι πολίτες βλέπουν ως φτηνή συναλλαγή. Είτε με τις συντεχνίες, είτε με τα συμφέροντα.

Ποιος νόμος μπορεί να γίνει σεβαστός σε μια χώρα που τα νομοσχέδια άγονται και φέρονται ανά εννιάμηνο στη Βουλή, αναλόγως με τα γούστα κάποιων μειοψηφιών που εκβιάζουν τη συντεταγμένη πολιτεία με «δυναμικές κινητοποιήσεις»;

Η χώρα έχει τεράστιο πρόβλημα αξιοπιστίας που τροφοδοτείται από το έλλειμμα σταθερού νομοθετικού πλαισίου, από το «είπα-ξείπα» με τους εταίρους, από μεταρρυθμίσεις που ψηφίζει με χίλια βάσανα η Βουλή και οι υπουργοί δεν εφαρμόζουν, από νομοθεσίες του ποδαριού που δεν έχουν στόχο να λύσουν προβλήματα, αλλά να τα αναβάλουν την εκδήλωση των επιπτώσεών τους. Αυτό δεν έγινε και με το ασφαλιστικό στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, όταν έντρομη η κυβέρνηση Σημίτη έθαψε την αναγκαία μεταρρύθμιση με τις τροπολογίες Ρέππα; Κάτι αντίστοιχο γίνεται και με την αντιμεταρρύθμιση στην Ανώτατη Παιδεία σήμερα που επιχειρεί ο κ. Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, ο οποίος θα μείνει στην Ιστορία σαν ο Ρέππας της Ανώτατης Εκπαίδευσης.

Η μόνη διαφορά του 2001 με το 2012 είναι ότι ο λογαριασμός των τωρινών υπαναχωρήσεων θα έρθει πιο γρήγορα και θα είναι πολύ πιο αλμυρός. Ακόμη και από αυτόν που πληρώνουμε σήμερα…