Η ιδέα της αναδιάρθρωσης του κράτους υφίσταται συντριπτικά διαδοχικά πλήγματα. Το πρώτο δόθηκε με μια αντισυνταγματική Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου και τον απίθανο χειρισμό της ΕΡΤ: Αντί να ακολουθηθεί μια διαδικασία αναδιάρθρωσης εν λειτουργία, την κλείνουν, απολύουν 2.500 υπαλλήλους, τους αποζημιώνουν, θα επαναπροσλάβουν 2.000 περίπου και, μετά, θα σκαρώσουν κάποια άλλη ΕΡΤ, που παραμένει απροσδιόριστη. Κι αυτό, το είπαν… μεταρρύθμιση. Τριάντα ημέρες μετά, δεύτερο πλήγμα: Αντί να ξεκινήσουν την αναδιάρθρωση του κράτους, επιδίδονται στο κυνήγι των αριθμών. Διώχνουν υπαλλήλους είτε τους χρειάζονται οι υπηρεσίες όπου δούλευαν είτε όχι και τους τοποθετούν σε άλλες, είτε τους χρειάζονται είτε όχι. Η Δημοτική Αστυνομία, για παράδειγμα, καταργείται (χρειαζόταν ή όχι;..), οι 4.000 υπάλληλοι μετακινούνται στην ΕΛ.ΑΣ. (χρειάζεται, άραγε, 4.000 ακριβώς;..) χωρίς να εξετάζεται αν πληρούν τις προδιαγραφές όλοι, κανένας ή κάποιοι. Αυτό, το λένε… κινητικότητα.
Χωρίς κριτήρια, αξιολόγηση υπηρεσιών και υπαλλήλων, χωρίς ένα υποτυπώδες σχέδιο για ένα κράτος φιλικό στην ανάπτυξη, στην αλυσίδα των χαμένων ευκαιριών προστίθεται άλλη μία: Η ευκαιρία της αναδιάρθρωσης του κράτους. Ενοχοποιείται, πάλι, η έννοια της μεταρρύθμισης και (το δεινό…) με τσαπατσουλιές της εσχάτης ώρας, μπαίνουν τα θεμέλια για ένα δυσοίωνο αύριο της Ελλάδας, καθώς η επίδραση όσων διαπράττονται δεν είναι στιγμιαία, μένει και συνθλίβει το αύριο. Οπως συμβαίνει από το 2007 και μετά, την τελευταία 3ετία ειδικά. Από το 2010, όταν μας έκοψαν οι αγορές, μέχρι σήμερα, έχουμε δανειστεί από την τρόικα 208,5 δισ. ευρώ με ευνοϊκά επιτόκια. Δεν ήταν τα λεφτά, λοιπόν, το κύριο πρόβλημα. Ηταν (και παραμένει…) το πολιτικό σύστημα των πελατών και του παρασιτισμού. Εξαιτίας του, κάθε χρόνο (α) η οικονομία γίνεται ασθενέστερη και (β) η τρόικα απαιτεί μέτρα που πριν από λίγους μήνες ήταν αδιανόητα – δεν έθετε για συζήτηση, καν.
Για να μην πάνε χαμένες οι θυσίες του ελληνικού λαού και να μην ανατραπούν όσα έχουν επιτευχθεί χάρη σε αυτές, είναι ανάγκη να μπει πάτος στο βαρέλι της ύφεσης και τέλος στις τσαπατσουλιές της εσχάτης ώρας που (όπως σήμερα, πάλι…) προσφέρονται για τη δικαιολόγηση μιας στυγνά ταξικής πολιτικής. Τον Ιούνιο 2014 θα πάρουμε την τελευταία δόση από το δανειακό πακέτο των 240 δισ. ευρώ συνολικά. Τότε, είτε θα πρέπει να αναζητήσουμε στις αγορές δάνεια με υψηλά επιτόκια, που θα πνίξουν τη χώρα, είτε θα έχουμε μια νέα συμφωνία με την Ευρώπη και το ΔΝΤ – αν παραμείνει στην Ευρώπη. Οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να αρχίσουν φέτος, το φθινόπωρο. Ολα θα τεθούν εξαρχής – το υπάρχον Μνημόνιο γίνεται παρελθόν. Δύο είναι τα ενδεχόμενα: (α) Είτε να συρθούμε σε μια εθνικά επιβλαβή συμφωνία που θα παρατείνει τα αδιέξοδα. (β) Είτε να σχεδιάσουμε και να θέσουμε στο τραπέζι ένα πρόγραμμα ανάταξης της χώρας, χωρίς έωλες υποσχέσεις, με ειλικρίνεια, δικαιοσύνη και αξιοκρατία. Ο κίνδυνος είναι να συρθούμε στο πρώτο, αν δεν υπάρξουν οι πολιτικές προϋποθέσεις προκειμένου να διεκδικήσουμε το δεύτερο.