Πολλοί αναρωτιούνται στην Ευρώπη: «Μήπως ο Σύριζα θα μπορούσε να κάνει μια κεντροαριστερή’ στροφή;» Όσοι παρακολουθούν την ελληνική πολιτική από πιο κοντά, γνωρίζουν ότι αυτό είναι αδύνατον. Η κυβέρνηση Συριζα και ΑνΕλ παραπαίει διότι βρίσκεται σε ένα υπαρξιακό αδιέξοδο. Ενώ θέλει τα δισεκατομμύρια της οικονομικής βοήθειας της ΕΕ, δεν θέλει να κάνει την Ελλάδα μια χώρα ανταγωνιστική και δεν προχωρά έτσι στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που μας ζητά η ΕΕ, ώστε να διευκολύνουμε τις εγχώριες και να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις.
Στο βαθμό που ο κ. Τσίπρας θέλει την Ελλάδα στην Ευρωζώνη, την θέλει ως μια ιδιαίτερη περίπτωση, που από καιρού εις καιρόν θα εισπράττει το ένα μετά το άλλο τα πακέτα στήριξης, χωρίς όμως επώδυνες υποχρεώσεις. Προβάλει δηλαδή στο εξωτερικό τον ίδιο διεκδικητικό παρασιτισμό που έχει υιοθετήσει και στο εσωτερικό. Δεν τον ενδιαφέρει η Ελλάδα να σταθεί στα πόδια της οικονομικά όπως και δεν τον ενδιαφέρει να φτιάξει δομές ανάπτυξης της ελεύθερης οικονομίας στο εσωτερικό.
Οι λόγοι είναι και ιδεολογικοί αλλά και ψηφοθηρικοί. Η ιδεολογία του Σύριζα είναι ένας αντιευρωπαϊκός εθνολαϊκισμός, που θεωρεί την Ελλάδα πάντα θύμα των «ξένων δυνάμεων». Σε αυτό ο Σύριζα καθώς φαίνεται συμφωνεί με την άκρα δεξιά, τους συντηρητικούς Ιεράρχες, κάποιους δικαστές αλλά και πρώην ‘Καραμανλικούς’ πολιτικούς με τους οποίους η κυβέρνηση διατηρεί άριστες σχέσεις. Η κυβέρνηση έτσι εκφράζει ένα μεγάλο κομμάτι της συντηρητικής Ελλάδας όταν καταδικάζει των Ευρωπαϊκό τρόπο ζωής ως άσπλαχνο ‘νεοφιλελευθερισμό’.
Αλλά η πολιτική επιτυχία του Σύριζα στηρίζεται σε κάτι άλλο, όχι μόνο σε αυτήν την ημιμαθή ερμηνεία της Ευρώπης. Ο αντιευρωπαϊσμός του Σύριζα εκφράζει ένα βασικό πυρήνα της εκλογικής του πελατείας καθαρά από ιδιοτέλεια. Η εκλογική πελατεία αυτού του είδους είναι περίπου το 15% ή 20% της ελληνικής κοινωνίας που είναι εξαιρετικά οργανωμένη και έχει άριστη πρόσβαση στα κέντρα εξουσίας της Αθήνας. Το έργο της είναι βασικά να παρασιτεί έναντι της πλειοψηφίας. Το κάνει μέσω του πελατειακού κράτους και μέσω της διάχυτης διαφθοράς.
Μέρος αυτής της καλά οργανωμένης μειοψηφίας είναι για παράδειγμα οι φοροφυγάδες ελεύθεροι επαγγελματίες, οι χαμηλών προσόντων δημόσιοι υπάλληλοι που δεν θέλουν αξιολόγηση, οι μεγαλο-συνταξιούχοι των ΔΕΚΟ που δεν κατέβαλαν ποτέ επαρκείς εισφορές, οι διάφοροι συνταξιούχοι των 50 ετών, κλπ, κλπ. Για όλους αυτούς οι ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις θα σήμαιναν απώλεια των μικρών ή μεγάλων προνομίων τους. Δεν είναι τυχαίο ότι οι μεγάλες επαγγελματικές ενώσεις των βασικών φοροφυγάδων ήταν εξ’ αρχής κατά του ‘μνημονίου’. Η παρασιτική αυτή συμμαχία ήταν πάντα κατά της μεταρρύθμισης (όπως περιέγραψα αναλυτικά στο άρθρο μου ‘Το Κράτος των Λίγων’ που δημοσιεύτηκε το 2014). Το βασικό πολιτικό μας μοντέλο παραμένει ο «καπιταλισμός των κολλητών» (ή crony capitalism).
Ο Σύριζα ποτέ δεν μίλησε για αυτές τις δομές, ούτε και κατάλαβε ότι η Ελλάδα βρισκόταν σε εντελώς διαφορετικό μήκος κύματος από την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Αντίθετα, θεωρούσε ότι την κρίση την έφερε η ίδια η Ευρώπη και το «κεφάλαιο». Οι υποσχέσεις του κ. Τσίιπρα για το τέλος της λιτότητας αποδείχτηκαν όμως μια καλά στημένη απάτη. Απάτη ήταν και η δήθεν εξάμηνη «διαπραγμάτευση» (όπως έχω δείξει αναλυτικά αλλού). Αλλά και η υπόσχεση για μάχη εναντίον της διαπλοκής απάτη ήταν. Προεκλογικά ο κ. Τσίπρας συναντήθηκε με μεγάλη μυστικότητα, όπως μάθαμε εκ των υστέρων, με κάποιους από τους ολιγάρχες. Είναι προφανές ότι σκοπός του ήταν η συναλλαγή με κάποιους από αυτούς. Το σύστημα που προέβλεπε η ψευδo-μεταρρύθμιση της τηλεόρασης του κ. Παππά, ήταν έτσι το ίδιο ολιγαρχικό με το παλιό, λιγότερο όμως πολυφωνικό και άρα πολύ πιο εύκολα ελεγχόμενο από την εκάστοτε εξουσία. Δεν προέβλεπε τίποτε για την δημοσιογραφική δεοντολογία και την ανεξαρτησία της ενημέρωσης από κάθε ιδιοκτήτη (δημόσιο ή ιδιωτικό).
Ο Σύριζα έχει δείξει όμως αξιοσημείωτη ευελιξία. Η όποια ιδεολογία έδωσε την θέση της στην ψηφοθηρία. Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι η επιβίωση της απαιτεί πλέον τον έλεγχο του κράτους αλλά και την συνέχιση των προνομίων της στενής εκλογικής της πελατείας. Η διαρκής ρητορική μίσους και διχασμού είναι έτσι ένα επικοινωνιακό τέχνασμα που κρύβει μια εκστρατεία διατήρησης της ανισότητας που συνιστά το πραγματικό οικονομικό πρόγραμμα της κυβέρνησης Σύριζα και ΑνΕλ. Για αυτό το όποιο «πλεόνασμα» δόθηκε τον Δεκέμβριο στους συνταξιούχους, και όχι στους πραγματικά φτωχούς, αυτούς που δεν παίρνουν καμία απολύτως βοήθεια από το κράτος και που ακόμα στερούνται το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, που η ΕΕ προσπαθεί να φέρει στην Ελλάδα εδώ και πέντε χρόνια.
Η Ελλάδα αποκλείεται να αλλάξει, όσο μένουν άθικτες αυτές οι βασικές δομές ανισότητας. Δυστυχώς, ούτε η Νέα Δημοκρατία ούτε και το ΠαΣοΚ δείχνουν να θέλουν να πάρουν το ρίσκο της σύγκρουσης με την παρασιτική Ελλάδα. Ειδικά το ΠαΣοΚ, παρά τις μεμονωμένες προσπάθειες, έχει δείξει ότι ούτε μπορεί αλλά ούτε και θέλει να κάνει αυτήν την ρήξη. Έτσι λοιπόν, όπως ακριβώς το 2012, έτσι και σήμερα υπάρχει η ανάγκη για ένα νέο προοδευτικό κόμμα που θα μιλήσει ανοικτά για την ολιγαρχική δομή της κοινωνίας μας και θα προτείνει λύσεις για μια πιο δίκαιη Ελλάδα. Ένα τέτοιο μεταρρυθμιστικό και προοδευτικό κόμμα, προσπάθησε αλλά δεν κατάφερε τελικά να γίνει το Ποτάμι.
Ένα νέο προοδευτικό κόμμα πρέπει τώρα να ξαναστηθεί από το μηδέν, χωρίς τα λάθη του παρελθόντος. Το νέο κόμμα δεν πρέπει να είναι αρχηγικό, χρειάζεται ευέλικτη περιφερειακή οργάνωση, ισχυρή επιστημονική υποστήριξη και ανοικτούς και δημοκρατικούς θεσμούς στο εσωτερικό του. Μόνο έτσι θα αποκτήσει ρίζες στην κοινωνία. Για αυτό είναι θέμα κλειδί η νέα ηγεσία να εκλεγεί από τη βάση μέσα στους πρώτους μήνες της ίδρυσής του, μετά από ανοικτές και δημόσιες εκστρατείες όσων έχουν την φιλοδοξία να ηγηθούν χωρίς αποκλεισμούς και με ανοικτή συμμετοχή. Μια τέτοια προοδευτική συμμαχία χρειάζεται κατά τη γνώμη μου να θέσει τρεις εθνικούς στόχους.
Πρώτον, θα πρέπει να γίνει ένα μη πελατειακό κόμμα, ώστε να γίνει παράδειγμα για ένα μη πελατειακό πολιτικό σύστημα. Η πελατειακή διαφθορά έχει κυριολεκτικά καταστρέψει την ελληνική οικονομία και κοινωνία (όπως δείχνουν όλες οι έρευνες που συγκρίνουν την Ελλάδα με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ). Το νέο προοδευτικό κόμμα θα πρέπει έτσι να γίνει πρότυπο σοβαρής, συλλογικής και μη αρχηγικής οργάνωσης, με σταθερούς εσωτερικούς κανόνες και θεσμικές εγγυήσεις που θα εμποδίζουν κάθε πελατειακή συναλλαγή και κάθε αυθαιρεσία, όπως γίνεται αλλού στην Ευρώπη. Θα διευκολύνει την αυτό-οργάνωση των τοπικών και περιφερειακών οργανώσεών του, θα διατυπώσει με προσοχή και μεθοδικότητα ένα νέο πρόγραμμα ανάπτυξης της Ελλάδας και ανανέωσης των θεσμών της, θα αναδείξει νέα στελέχη – όχι μόνο τον αρχηγό του κόμματος. Θα πρέπει μέσα σε λίγους μήνες να είναι σε θέση να διατυπώσει συγκεκριμένο κυβερνητικό πρόγραμμα.
Δεύτερον, θα πρέπει να είναι υπέρ της ανοικτής οικονομίας, με έμφαση στην εξωστρέφεια, τις ίσες ευκαιρίες και την παραμονή στο Ευρώ. Φυσικά, η ανοικτή οικονομία έχει πολλές αποχρώσεις. Στο κόμμα αυτό χωράνε για παράδειγμα και οι υποστηρικτές των ιδιωτικοποιήσεων αλλά και όσοι είναι πιο σκεπτικοί απέναντί τους, όπως ακριβώς συμβαίνει και σε άλλα προοδευτικά κόμματα της Ευρώπης, όπου διαφορετικές προτεραιότητες στα οικονομικά συνυπάρχουν μέσα στην ίδια στέγη. Αυτοί που δεν χωράνε είναι μόνο όσοι θεωρούν την οικονομία λάφυρο της εκάστοτε εξουσίας και όσοι αποδέχονται την ατιμωρησία της διαφθοράς.
Τρίτον, θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στο κοινωνικό κράτος και να στηρίξει ως ζήτημα πρώτης προτεραιότητας την εφαρμογή σε όλη την Ελλάδα του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, που θα βοηθήσει χιλιάδες ανέργους και οικογένειες και θα προστατεύσει όλους από την ακραία ανέχεια. Θα στηρίξει όμως και ουσιαστικές υπηρεσίες φροντίδας για όσους τις χρειάζονται (και ιδίως τα παιδιά) και με πραγματικό εθνικό σύστημα υγείας, που θα δίνει πρόσβαση σε όλους. Αξίζει να επαναλάβουμε ότι επί πέντε χρόνια ΠαΣοΚ, ΝΔ, ΔημΑρ και Σύριζα συμφωνούν στο ότι προτιμούν τα πελατειακά αποσπασματικά κοινωνικά επιδόματα σε ορισμένες ευγενείς κατηγορίες δικαιούχων, παρά να φτιάξουν εθνικό πρόγραμμα αντιμετώπισης της φτώχειας.
Για αυτούς τους τρεις μεγάλους στόχους, δηλαδή για το μη πελατειακό πολιτικό σύστημα, την ανοικτή οικονομία και το κοινωνικό κράτος, χρειάζεται το νέο προοδευτικό κόμμα. Ελπίζω να ιδρυθεί μέσα στο 2017 και μακάρι να ενταχθεί πλήρως στις εργασίες ίδρυσής του το Ποτάμι, όπως δείχνει να έχει αποφασίσει, προς τιμήν του, ο Σταύρος Θεοδωράκης και η υπόλοιπη ηγεσία του. Μακάρι να έλθουν μαζί και στελέχη από το ΠαΣοΚ και το Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών, όλοι όσοι δεν πιστεύουν ότι η διαφθορά είναι κάτι το φυσιολογικό, όσοι δεν θεωρούν ότι η Ελλάδα πρέπει να έχει μια παρασιτική οικονομία, όλοι όσοι πιστεύουν σε μια εξωστρεφή Ελλάδα χωρίς πελατειακά προνόμια.
Δεν υπάρχει καιρός για χάσιμο. Η έξοδος από την κρίση απαιτεί μια πλήρη αλλά και αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας, που θα δείξει τον δρόμο για να αλλάξει η Ελλάδα. Οι τρεις στόχοι του προοδευτικού κινήματος είναι και στόχοι της χώρας.