Σε ομιλία του στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ τον Μάιο του 2015 ο Αλ. Τσίπρας είχε πει ότι η κυβέρνησή του θα κάνει στροφή 360 μοιρών (αντί για 180) στα εργασιακά σε σχέση με τις προβλέψεις των προηγούμενων μνημονίων επαναφέροντας τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τη διαιτησία και είχε τότε διακωμωδηθεί για την επική γκάφα.
Ενάμιση χρόνο μετά αποδείχθηκε ότι η ρήση του πρωθυπουργού έμελλε να είναι προφητική, αφού θα κάνει το ανέκδοτο πραγματικότητα και όχι μόνο θα αποδεχθεί τις ρυθμίσεις που θεσπίστηκαν για τις εργασιακές σχέσεις με τις προβλέψεις των προηγούμενων μνημονίων, αλλά θα δεχθεί ακόμη επαχθέστερες.
Και αν αυτή η υποχώρηση από τις θέσεις και διακηρύξεις του Συριζα για τις εργασιακές σχέσεις είναι όχι μόνο ανώδυνη για την οικονομία, αλλά και ευεργετική, αφού δίνει κίνητρο στην ανάπτυξη και αποκαθιστά αρκετές στρεβλώσεις και ιδεοληψίες, οι πολλές στροφές των 360 μοιρών που έγιναν από τότε που ειπώθηκε η ανεκδοτολογία του πρωθυπουργού μέχρι σήμερα, αν και αναγκαίες και καλοδεχούμενες, μόνο ανώδυνες δεν ήταν για τη χώρα, γιατί συντελέσθηκαν αφού είχε προηγηθεί μια μακρά διαδρομή με πολλές αναταράξεις, μέχρι να επιστρέψουμε κάθε φορά στο ίδιο σημείο εκκίνησης, αλλά ευρισκόμενοι σε πολύ χειρότερη κατάσταση για να συνεχίσουμε την αναγκαία πορεία που δεν είναι βέβαια κυκλική, αλλά ευθεία και ανηφορική.
Την πιο σημαντική στροφή 360 μοιρών που ήταν η αποδοχή ενός τρίτου μνημονίου το καλοκαίρι του 2015, ύστερα από μια καθυστέρηση έξι μηνών με οδυνηρές συνέπειες για τη χώρα, ακολούθησε στη συνέχεια μια δεύτερη αντίστοιχη στροφή ως προς την εφαρμογή του. Η κυβέρνηση άφησε να κυλήσουν επτά ολόκληροι μήνες, για να καταλήξει σε συμφωνία ως προς τα εφαρμοστικά μέτρα τον Μάϊο του 2016 αντί για τον Οκτώβριο του 2015, χωρίς να κερδίσει κάτι ουσιαστικό από τη διαπραγμάτευση, εκτός ίσως από πρόσκαιρες εντυπώσεις που πίστευε ότι διασώζουν κάποια (αριστερά) προσχήματα, όπως η μη μείωση των κύριων συντάξεων (αλλά αποδεχόμενη τη σημαντική μείωση των επικουρικών και την κατάργηση του ΕΚΑΣ). Στη συνέχεια, τα επόμενα εφαρμοστικά μέτρα που αποτελούν προϋπόθεση για την συντέλεση της λεγόμενης δεύτερη αξιολόγησης, αντί να ολοκληρωθούν τον προηγούμενο Σεπτέμβριο (με καθυστέρηση ούτως ή άλλως σε σχέση με το χρονοδιάγραμμα του τρίτου μνημονίου), θα τελειώσουν στην καλύτερη περίπτωση τον Δεκέμβριο, χωρίς στο μεταξύ να έχει κερδηθεί κάτι σημαντικό από την παρατεταμένη διαπραγμάτευση και εφόσον τελικά η κυβέρνηση υποχωρήσει και δεν τραβήξει και αυτή τη διαδικασία για δικούς της καιροσκοπικούς λόγους, κυρίως παίζοντας και το χαρτί των εκλογών.
Δεν είναι όμως μόνο οι μεγάλες αναστροφές στο πιο σημαντικό θέμα του τρίτου μνημονίου και της εφαρμογής του, είναι και πολλές άλλες, στην κυριολεξία 360 μοιρών και αυτές, που έγιναν τους τελευταίους μήνες της διακυβέρνησης Συριζα, κατά τις οποίες η κυβέρνηση ξεκινούσε τη διαδρομή με πρόθεση (;) να στρίψει 180 μοίρες, όπως ήθελε να πει και ο πρωθυπουργός στην ανεκδοτολογική αποστροφή του, αλλά αναγκάζονταν από τα πράγματα, να ξαναγυρίσει στην αφετηρία – ευτυχώς βέβαια, γιατί αποφεύγαμε τα χειρότερα, σε όλες τις περιπτώσεις. Η διαδρομή αυτή όμως δεν ήταν ανώδυνη για τη χώρα, ίσως όμως το πολιτικό κόστος που είχε για τον Συριζα να ήταν μικρότερο σε σχέση με αυτό που θα υπήρχε αν δεν ξεκινούσε καθόλου αυτή την πορεία και παρέμενε εξαρχής στο σημείο που τελικά κάθε φορά επέστρεφε.
Υπάρχουν και πολλές άλλες περιπτώσεις επιμέρους κυβερνητικής πολιτικής στις οποίες ακολουθήθηκε αυτή η κυκλική διαδρομή και όχι μόνο η χαρακτηριστική (λόγω της κυριολεκτικής πραγμάτωσης του ανέκδοτου του πρωθυπουργού) περίπτωση των εργασιακών. Η πρόσφατη στροφή στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών και η κατάληξη στο σημείο που είμασταν έξι μήνες πριν, χωρίς κανείς να γνωρίζει τι ακριβώς θα γίνει στη συνέχεια, η επίσης πρόσφατη υπαναχώρηση από τις διακηρύξεις για τις αλλαγές στο θέμα των θρησκευτικών και η επαναφορά τελικά στην ίδια κατάσταση, είναι χαρακτηριστικά δείγματα κυβερνητικών άσκοπων διαδρομών.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτά, υπάρχουν και άλλα παραδείγματα ακόμη πιο επώδυνα για την οικονομία και για την εικόνα της χώρας. Η σημαντική επένδυση στις Σκουριές, όπου μετά από καθυστερήσεις και αναταράξεις που έθεσαν σε κίνδυνο τη συνέχισή της, η κυβέρνηση επέστρεψε στην ορθολογική στάση της ολοκλήρωσής της. Η ιδιωτικοποίηση του Ο.Λ.Π. που από την αρχική εξαγγελία του αρμόδιου υπουργού ότι η επένδυση της κινέζικης εταιρίας δεν θα προχωρήσει, φτάσαμε στην ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης του μεγαλύτερου λιμανιού της χώρας, αφού στο ενδιάμεσο έγιναν προσπάθειες αλλαγής των συμφωνηθέντων ακόμη και λάθρα κατά τη διαδικασία έγκρισής τους στη βουλή, οι οποίες εξέθεσαν τη χώρα.
Ολοι αυτοί οι άσκοποι λεονταρισμοί συντελούνταν για πολύ χρόνο, συστηματικά και κατ’εξακολούθηση και θα ήταν παράδοξο να γίνονταν από παρόρμηση του κάθε υπουργού ή της κυβέρνησης συνολικά. Προφανώς ήταν μέρος του κυβερνητικού σχεδιασμού και εξυπηρετούσαν τις ανάγκες του κομματικού ακροατήριου και των ψηφοφόρων, γιατί κατέληγαν στην ιδεολογικοποίηση των συμβιβασμών και των υπαναχωρήσεων, με την επίκληση κάθε φορά (και όχι μόνο για εσωκομματική χρήση), της επικοινωνιακής πλατφόρμας ότι η κυβέρνηση προσπάθησε με κάθε τρόπο να περάσει τις θέσεις της αλλά δεν μπόρεσε, οπότε εξαναγκάσθηκε σε στρατηγική υποχώρηση προκειμένου να μην καταρρεύσει η χώρα και να μη γίνει πράξη η επιδίωξη του «συστήματος» για αριστερή παρένθεση.
Χρησιμοποιήθηκαν επίσης οι διαδρομές αυτές πριν την αναστροφή, επικοινωνιακά ως δείγματα συνεπούς αριστερής στάσης, για να αποσπάσουν την προσοχή από άλλα κρίσιμα ζητήματα που είχαν κόστος για την κυβέρνηση, όπως κατ’εξοχήν έγινε με το θέμα των τηλεοπτικών αδειών που μας απασχόλησε ως βασικό ζήτημα κατά το τελευταίο εξάμηνο, δίνοντας τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να περάσει με λιγότερη δυσκολία τα επώδυνα μέτρα του τρίτου μνημονίου.
Μένει να δούμε, ύστερα και από τον πρόσφατο ανασχηματισμό, αν κατανόησε η κυβέρνηση ότι αυτή η τακτική έκανε τον κύκλο της και ότι πλέον δεν θα την σώσουν τα αριστερά προσχήματα αλλά η γρήγορη ανασύνταξη της χώρας και η επιστροφή της στην ανάπτυξη και τις επενδύσεις. Οτι δηλαδή η μόνη ορθολογική επιλογή είναι να αποδεχθεί πολιτικά, αν όχι και ιδεολογικά, τη στροφή που έκανε και να παύσει να αναζητεί διαρκώς προσχήματα. Κυρίως δε, να καταλάβει ότι δεν θα την διασώσει εκλογικά η αποδοχή της αριστερής της βάσης, όχι μόνο γιατί έχει συρρικνωθεί μετά τη δημιουργία άλλων αμιγώς αριστερών σχημάτων, αλλά και γιατί είναι αμφίβολο αν τα προσχήματα που προσπαθεί να της περάσει είναι πειστικά, ειδικά σε μια κατηγορία πολιτών, που αναπόφευκτα θα πληγούν από τα μέτρα που ψήφισε και οι συνέπειες των οποίων θα φανούν εντός του 2017.
Η διαφαινόμενη πρόθεσή της να παρατείνει και άλλο τη διαπραγμάτευση για τη δεύτερη αξιολόγηση, προσπαθώντας και πάλι να σώσει κάποια προσχήματα στα εργασιακά, δεν σηματοδοτεί αλλαγή τακτικής. Μακάρι να αποτελεί μόνο διαπραγματευτικό ελιγμό και η άμεση περαίωση της εκκρεμότητας της δεύτερης αξιολόγησης να καταδείξει ότι πράγματι αλλάζει πορεία.
Δημοσιεύεται και στο iefimerida