Παρ ότι ο κόσμος ακόμη ζει την χαλαρότητα των διακοπών και του Καλοκαιριού, οι πρώτες έρευνες της κοινής γνώμης, δείχνουν δυσφορία για την κυβερνητική πολιτική.
Οι επικρίσεις εστιάζονται κυρίως, στην διαχείριση των πυρκαγιών και της πανδημίας.
Κοντά στο 60% του συνόλου των ερωτηθέντων και περίπου το 30% των ψηφοφόρων της ΝΔ, κρίνουν αρνητικά την κυβέρνηση, όπως περίπου το 60% κρίνει αρνητικά τον συντονιστικό ρόλο του Πρωθυπουργού.
Ανάλογη είναι και η γνώμη των ερωτηθέντων, για την διαχείριση της πανδημίας.
Ενώ η κυβέρνηση καταγράφει μείωση 2% στην πρόθεση ψήφου, από την μέτρηση της ίδιων εταιρειών, τον Ιούνιο.
Η κυβέρνηση ξέρει, ότι τα δυσκολότερα της υγειονομικής κρίσης είναι μπροστά, ακόμη χειρότερα ξέρει ότι οι λογιστικές βελτιώσεις στο φετινό ΑΕΠ, δεν θα έχουν συνέχεια και, κυρίως δεν θα υπάρχει διάχυσή του, στην πλειοψηφία της κοινωνίας.
Η κυβέρνηση, μπορεί να χαμογελά από την στασιμότητα που καταγράφουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όμως αν η πτώση της επιταχυνθεί, τότε μπορεί να διαπιστώσει, ότι, θα χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και την άνεση να μεταθέτει τον χρόνο των εκλογών, χωρίς να φοβάται την απλή αναλογική, με την προσδοκία της επικράτησης στις επαναληπτικές με το πλειοψηφικό σύστημα που ψήφισε, μόλις κέρδισε τις εκλογές το 2019.
Σε κάθε περίπτωση, το Φθινόπωρο θα έχει έντονες πολιτικές, κοινωνικές και κομματικές εξελίξεις και αυτές ξεκινούν με τον κυβερνητικό ανασχηματισμό.
Εδώ πρέπει να παραδεχτώ ότι, ο Πρωθυπουργός πρωτοτυπεί, σε σχέση με όλους τους προκατόχους του. Μπορεί να έχασε την ισχύ της η παλιά αρχή, ότι «η υποτίμηση του νομίσματος δεν προαναγγέλλεται», μετά την υιοθέτηση του ευρώ, όμως παρέμεινε σε ισχύ ο άλλος άγραφος νόμος, ότι «ο ανασχηματισμός δεν προαναγγέλλεται».
Ο κ. Μητσοτάκης κατήργησε αυτή την αρχή από τον πρώτο ανασχηματισμό, που τον είχε προαναγγείλει ένα μήνα πριν και, το ίδιο επαναλαμβάνει και τώρα.
Πηγαίνοντας στην ουσία και τον στόχο του ανασχηματισμού, μπορούμε εύκολα από αυτά που έδειξε μέχρι τώρα ο Πρωθυπουργός να δούμε την πιο μεγάλη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης, που μεγάλωνε κάθε έξι μήνες περίπου, να μεγαλώσει ακόμη περισσότερο, για να μην δυσαρεστήσει νυν και για να ευχαριστήσει βουλευτές και από άλλες εκλογικές περιφέρειες. Άλλωστε όσο και να μεγαλώσει η κυβέρνηση, το ίδιο στενό επιτελείο του Μαξίμου θα παίρνει τις σημαντικές αποφάσεις, με την συνεργασία των τριών αναπληρωτών στα κρίσιμα, υπουργία, εκτός αν οι αναπληρωτές οριστούν και τυπικά υπουργοί, και αναφέρομαι στα υπουργεία Οικονομικών, Οικονομίας και Υγείας.
Ανασχηματισμό επανεκκίνησης, τον προαναγγέλλει το κυβερνητικό ρεπορτάζ, ανάχωμα για την διαφαινόμενη κατάρρευση θα τον ονομάσω εγώ, και προεκλογικό.
Πότε θα γίνουν οι εκλογές, σίγουρα, όπως ο κάθε Πρωθυπουργός που βάσιμα πιστεύει ότι θα τις κερδίσει, τις κάνει πριν η καμπύλη των δημοκοπικών επιδόσεων πλησιάσει επικίνδυνα την κόκκινη γραμμή, από όπου δεν υπάρχει επιστροφή. Μόνη αβεβαιότητα η εξέλιξη της πανδημίας, αν και νομίζω, η πρώτη παράμετρος θα είναι η καθοριστική.
Υπάρχει και μια ακόμη παράμετρος, που θα παίξει ρόλο στον καθορισμό του χρόνου των πρόωρων εκλογών, είναι οι Γερμανικές εκλογές στις 26 Σεπτεμβρίου, δηλαδή σε λιγότερο από ένα μήνα..
Το παράδοξο που έχουν αυτές οι εκλογές είναι ότι: αν κερδίσουν οι Σοσιαλδημοκράτες, μπορεί να δώσουν μια ανάσα στον Πρωθυπουργό, γιατί όπως δηλώνουν, δεν θα ζητήσουν άμεση επαναφορά των αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων, που για την χώρα μας με την «Αυξημένη Εποπτεία», είναι ισοπεδωτικοί. Τα ανεξέλεγκτα ελλείμματα και η πρόσθετη αύξηση του θεόρατου δημόσιου χρέους, που πρόσθεσε η ύφεση της πανδημίας και η διοχέτευση δανεικού κρατικού χρήματος στις επιχειρήσεις και σε μεγάλο αριθμό πολιτών για να μην καταρρεύσουν πλήρως, καθιστά εφιαλτικό για την κυβέρνηση, αλλά και για την χώρα, το σενάριο που θα έχει νικητές των Γερμανικών εκλογών του ομοϊδεάτες της ΝΔ, οι οποίοι ζητούν την άμεση επαναφορά των αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων
Συνήθως, ο Σεπτέμβρης ήταν καλός μήνας για τις κυβερνήσεις, αυτός νομίζω, κανείς δεν μπορεί να ξέρει, τι θα φέρει, πριν φύγει.