Η επικύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών από την Π.Γ.Δ. της Μακεδονίας δρομολογήθηκε, πλέον, έπειτα από την πρώτη ψηφοφορία για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Μπορεί να απομένουν δύο ψηφοφορίες ακόμα και 100 ημέρες σχετικής συζήτησης και διεργασιών αλλά πολύ δύσκολα θα αντιστραφεί η πορεία.
Πρόκειται για μια άκρως θετική εξέλιξη για την περιοχή, καθώς θα κλείσει μία από τις βαλκανικές εκκρεμότητες, για τους γείτονες, καθώς τους ανοίγει το “δυτικό δρόμο” αλλά και για τη χώρα μας, καθώς μπορεί να την απαλλάξει από ένα διπλωματικό βραχνά σχεδόν τριών δεκαετιών. Τα προηγούμενα, κατά τη γνώμη μου, ισχύουν, ανεξαρτήτως των όποιων επιμέρους επιφυλάξεων και ενστάσεων έχουν διατυπωθεί.
Βέβαια, η υπερψήφιση της πρότασης συνταγματικής αναθεώρησης από τη Βουλή της Π.Γ.Δ. της Μακεδονίας αποτέλεσε έκπληξη πρώτου μεγέθους, με βάση τα έως πρότινος δεδομένα για τους εκεί συσχετισμούς.
Οι μέθοδοι που, απ’ ότι φαίνεται, ακολουθήθηκαν για να επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα δεν είναι (και δεν πρέπει να είναι) αδιάφορες. Όχι μόνο επειδή ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα, όπως έχει πολλάκις αποδειχθεί. Αλλά και επειδή, ιδιαίτερα, στην εποχή μας, η αντίδραση σε (πραγματικά ή/και εικαζόμενα) πλήγματα στην εθνική αξιοπρέπεια μπορεί μεσομακροπρόθεσμα να οδηγήσει σε απρόβλεπτες και επικίνδυνες εξελίξεις.
Εφόσον η συνταγματική αναθεώρηση ολοκληρωθεί στην Π.Γ.Δ.Μ. έρχεται, πλέον, η σειρά της ελληνικής Βουλής να επικυρώσει τη συμφωνία. Θα ήταν αδιανόητο να μην το πράξει. Κατ’ αρχάς, από τη στιγμή που οι γείτονες θα έχουν κάνει αυτά που προέβλεπε η συμφωνία γι αυτούς (και ήταν πολλά και δύσκολα) αν η Ελλάδα υπαναχωρούσε θα έμπαινε σε καθεστώς μέγιστης διεθνούς απομόνωσης και εις βάρος της πίεσης. Κατά δεύτερον, επειδή θα συνέβαλε καθοριστικά στις προαναφερθείσες ως πιθανές επικίνδυνες εξελίξεις στη γείτονα, καθώς θα έριχνε κι άλλο λάδι στη φωτιά.
Ας έρθουμε, λοιπόν, στο εγχώριο πολιτικό τοπίο. Την κατάσταση ώστε να ακολουθηθεί το αυτονόητο που περιγράψαμε πριν, περιπλέκει ο… θίασος που κυβερνά τη χώρα. Συνέδεσε την κύρωση της συμφωνίας με την παράταση του βίου του, όταν οι… αντιπολιτεύσεις θεωρούν πως κάτι τέτοιο βλάπτει σοβαρά τη χώρα. Επιπλέον, χειρίσθηκε το θέμα με αντισυναινετικό/διχαστικό τρόπο, ενώ το θέαμα που παρουσιάζει, πλέον, η “συνεργασία” των δύο (αντιτιθέμενων επί του θέματος) εταίρων της κυβέρνησης είναι κωμικοτραγικό, πολιτικά προβληματικό, ηθικά προσβλητικό και συνταγματικά οριακό.
Τούτων δοθέντων πώς πρέπει να κινηθούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης;
Δεν πιστεύω πως η Ν.Δ. πρόκειται να μεταβάλλει την αρνητική στάση στην οποία οδηγήθηκε και τηρεί. Άλλωστε, η εξέλιξη τις προάλλες στα Σκόπια περισσότερο ωφελημένο αφήνει τον Κ. Μητσοτάκη στον οποίο δε θα έρθει η “καυτή πατάτα” της επικύρωσης, πράγμα που θα συνέβαινε αν η Π.Γ.Δ.Μ. οδηγείτο σε πρόωρες εκλογές.
Όμως, τα κόμματα του “ενδιάμεσου χώρου”, ΚΙΝΑΛ και Ποτάμι που εξαιτίας του θέματος, εν πολλοίς, διαχωρίστηκαν και ακολουθούν έως τώρα διαφορετική στάση θα μπορούσαν να καταλήξουν σε μια ενιαία αντιμετώπιση της συμφωνίας όταν έρθει στην ελληνική Βουλή, εθνικά υπεύθυνη και πολιτικά/κομματικά αποτελεσματική. Κι αυτή θεωρώ πως θα ήταν να δηλώσουν πως θα την υπερψηφίσουν, παρά τις όποιες επιφυλάξεις τους, υπό τον όρο η εναπομείνασα (μετά τη διαφημιζόμενη αποχώρηση Καμμένου) κυβέρνηση να δεσμευθεί για την προκήρυξη εκλογών αμέσως μετά και σε κοινά συμφωνημένο χρόνο.
Υ.Γ. Υπήρξαν κάποιοι αμίλητοι στα social media για πολλά δεινά του τελευταίου διαστήματος, οι οποίοι «βγήκαν από την τρύπα τους» αμέσως μετά τις 80 ψήφους στη Βουλή της Π.Γ.Δ.Μ. Κάνουν λάθος αν νομίζουν πως έτσι αποδεικνύουν την… εθνική υπευθυνότητά τους ή την πίστη τους σε θέσεις αρχών επί του θέματος. Είναι ορατή δια γυμνού οφθαλμού η εργαλειοποίηση του μακεδονικού στο βωμό της «συριζοφιλίας» τους. Ίσως για αυτό, άλλωστε, «όταν όλα τάσκιαζε η φοβέρα», εκεί στις αρχές της δεκαετίας του 90, οι θέσεις τους δεν ήταν εξίσου «καθαρές».