Oι ποπουλιστές, οι συναινέσεις και η Προεδρική εκλογή

Νίκος Γκιώνης 19 Ιουν 2014

Πριν πολύ λίγα χρόνια ο Τζ. Ναπολιτάνο, κινούμενος επί των ορίων του πλαισίου των καθηκόντων του , αποδόμησε τον δημαγωγό της Δεξιάς Σ. Μπερλουσκόνι. Η ανάληψη της Πρωθυπουργίας από τον Μ. Μόντι ,ήταν το απαραίτητο ανάχωμα μιας κατασκευής, που σταδιακά και μέσα σε τρία- τέσσερα χρόνια οδήγησε στην ηγεσία Ρέντσι, αφού μεσολάβησε και η χρήσιμη διακυβέρνηση από τον Ενρίκο Λέτα.

Στην Ελλάδα, πέρα από την τελική αποτίμηση της θητείας του κάθε Προέδρου, η πολιτική συμπεριφορά των πολιτικών παικτών παραπέμπει, σε υπόγειες – κι όχι πάντα στέρεες- πολιτικές συμπεριφορές. Συνήθως όμως, αυτές οφείλονται στην εκ προοιμίου αντιθετική πόλωση, που καλλιεργείται από την μείζονα κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, με μόνες τις εξαιρέσεις του Κ. Στεφανόπουλου στην δεύτερη θητεία του και του Κ. Παπούλια , για προφανείς λόγους, που αφορούσαν στο νικημένο ΠΑΣΟΚ του 2004.

Κι έτσι όμως, η χώρα ευτύχησε να έχει τον Κων/νο Καραμανλή και τον Κωστή Στεφανόπουλο, ως συνετούς και συναινετικούς Προέδρους, στην τελική κρίση γι’ αυτούς. Μάλιστα πιο πολύ εξέπληξε η σταδιακή μετεξέλιξη ενός παραδοσιακού δεξιού της δεκαετίας του 1960, του Κ. Στεφανόπουλου , σ΄έναν πολίτη προσηλωμένο στην Ευρωπαϊκή ιδέα και κάθετα αντίθετο σε κάθε πατροπαράδοτο αναχρονισμό, με χαρακτηριστική την οργισμένη αντίδρασή του στην υπόθεση των ταυτοτήτων και την ύπουλη προσπάθεια επιβολής μιας κληρικαλιστικής ιδεολογικής κηδεμονίας.

Η ανάγκη σήμερα των – επιλεγομένων – αριστερών και δεξιών ποπουλιστών, με σκληρές και πολιτικά αντιαισθητικές λεκτικές, να χρησιμοποιήσουν την αντισυναινετική εμπλοκή στην Προεδρική εκλογή, για προφανείς λόγους πολιτικής προσπάθειας καθεστωτικής – κι ας λένε κατά καιρούς δια συνιστωσών, πως είναι πούροι αντικαθεστωτικοί σε αρκετούς κόμβους της αστικής δημοκρατίας – και πολιτικής ηγεμονίας οι μεν, κινούμενοι με λογικές προσωρινής επιβίωσης οι διαλυόμενοι δε, πρακτικώς όμως και οι δύο και κυρίως οι αριστεροί για την πολιτική τους σωτηρία μπας και υπερβούν τις περιοριστικές εκλογικές οροφές, οδηγεί τα πολιτικά θέσμια σε – δυνάμει – νοσηρές ανατροπές. Χρησιμοποιούνται τεθνεώτες άλλά και τεθνεούσες , προ 50-ετίας αμφιλεγόμενες ή και μελανωμένες πολιτικές κοινοβουλευτικές περίοδοι, ως ιδιότυπες απειλές προς την όποια συγκρότηση πολιτικής Προεδρικής πλειοψηφίας.

Αν όμως γίνουν εκλογές, και επειδή δεν έχουμε οιωνούς περί αλλαγής του 25% σε 35% και βάλε, πρέπει να υπάρξουν συναινετικώς ετούτη την φορά δυνητικοί σύμμαχοι στην βάση ενός σχετικά καλά ετοιμασμένου προσχεδίου κι όχι στην καθέδρα πλειοδοσίας ανεξόδων βερμπαλισμών μηδενικής κοινωνικής ωφελιμότητας. Και ειρήσθω εν παρόδω, παρακολουθούμε , και στο ΠΑΣΟΚ, λιγοφανέρωτες ακόμα λαϊκιστικές , καιροσκοπικές πολιτικές συμπεριφορές, οι οποίες συνδυαστικά με την μαζική είσοδο της Β’ Αθηνών στην κυβέρνηση από την μεριά της Ν.Δ., δεν προμηνύουν μιαν αταλάντευτη αντιποπουλιστική πολιτική . Βλέπετε, αυτό το ύπουλο καρκίνωμα- γονιμοποιό ωάριο της αντικοινοβουλευτικής Αριστεράς και Δεξιάς, εισχωρεί αδιακρίτως και οριζοντίως, λιγότερο ή περισσότερο, παντού.

Οι πρώιμες συναινετικές αντιλήψεις του Καρίγιο και του Μπερλινγκουέρ, οι παλιότερες δικές μας του Ηλιού και του Κύρκου, και οι πιο επίκαιρες του Γιαννίτση ή του Σημίτη και του Παπαδόπουλου, όπως και οι πολύ ενδιαφέρουσες του Ηλία Μόσιαλου, δεν κάρπισαν ιδιαίτερα.

Κι έτσι η πολιτική εκδικητικότητα και αντιαισθητικότητα των πρωταγωνιστών, που παριστάνουν τους αναζητητές νεοτσαρικών ανακτόρων ή και μιας Βαστίλλης, καταδεικνύουν απλώς την προγραμματική πολιτική γύμνια και την κλινική κοινοβουλευτική διπολικότητα. Άλλωστε ο Βαρούχ Σπινόζα , και μετά οι Γάλλοι διαφωτιστές, στην Πολιτική Πραγματεία του έγραψε:« Πολίτες δε γεννιόμαστε , γινόμαστε, αν γίνουμε».