Οι πόλεις τα βράδια…

Βασίλης Δεληγκάρης 19 Δεκ 2013

Νυχτώνει, γρήγορα όλοι στα σπίτια, κλείστε τα παντζούρια, φορέστε ανιασφυξιογόνες μάσκες, έξω κυκλοφορούν αιωρούμενα σωματίδια!…

Είναι μερικές μέρες που οι πόλεις θυμίζουν πια εικόνες από ταινίες που αναπαριστούν τη ζωή σε μια άλλη εποχή, περασμένων αιώνων ή κάποιου εφιαλτικού μέλλοντος. Ομίχλη, καπνός, κρύο, έρημοι δρόμοι, οι σύγχρονοι άθλιοι να αναζητούν μια γωνιά για να κουρνιάσουν, κορίτσια του δρόμου να ψάχνουν πελάτες σε κεντρικούς δρόμους, άνθρωποι να βουτάνε στους κάδους για να μαζέψουν απομεινάρια, κάποιοι με βλέμμα θολό να κάνουν μια βιαστική συναλλαγή για τη «δόση» τους, κάποιοι άλλοι να είναι ήδη ακίνητοι στην άκρη του δρόμου.

Υπάρχουν αποφάσεις που πλήττουν μονομερώς μεγάλα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού και αφήνουν άλλα, λίγα είναι αλήθεια, ανέγγιχτα. Όμως στις πόλεις σε λίγο δεν θα μπορεί να έχει μια κανονική ζωή κανείς, ούτε οι φτωχοί ούτε οι πλούσιοι. Ακόμη και αν έχει κάποιος λίγα ή πολλά χρήματα για να περάσει, πώς θα μπορεί να ζήσει και να μεγαλώσει τα παιδιά του, όταν με δυσκολία θα μπορεί να αναπνεύσει, όταν δεν θα έχει την δυνατότητα να κυκλοφορήσει έξω από το σπίτι του μόλις πέσει η νύχτα, όταν δεν θα αισθάνεται ασφαλής ακόμη και εκεί κλεισμένος, όταν δεν θα μπορεί να προστατέψει την ζωή, τη δική του και της οικογένειάς του. Ακόμη και αν οι έχοντες χωρίσουν την πόλη (λέμε τώρα) σε καντόνια,(!) το καντόνι ας πούμε της Κηφισιάς και της Εκάλης, απέναντι σε αυτά των δυτικών συνοικιών και του ολίγον Οργουελιανού κέντρου της Αθήνας, όταν η κατάσταση συνεχίσει να χειροτερεύει κανείς και τίποτα δεν θα μπορέσει να τους προστατέψει από την εγκληματικότητα και τον αέρα που θα αναπνέουν.

Τα αποτελέσματα μιας κοινωνικής καταστροφής, οι συνέπειες ενός πραγματικού πογκρόμ επάνω σε μισθούς συντάξεις και θέσεις εργασίας και μιας άγριας έμμεσης και άμεσης υπερφορολόγησης σε καύσιμα, εισοδήματα, ακίνητα, είναι πια ορατά και από την θλιβερή εικόνα που αποκτούν οι πόλεις τα βράδια.

Ο κόσμος όταν δεν έχει πια τη δυνατότητα να ζεσταθεί με πετρέλαιο, δεν μπορεί να καταναλώσει αρκετό ρεύμα, (αν ακόμη έχει ρεύμα στο σπίτι του) θα πάει λοιπόν και θα κάψει ότι βρει, ότι κόψει παράνομα και με όποιο τρόπο μπορεί να το κάψει. Συμβαίνει έτσι κατά έναν παράδοξο και τραγικό τρόπο, όχι ως επιλογή αλλά ως συνέπεια απεγνωσμένων πράξεων, να λαμβάνουν οι «άθλιοι» και τα θύματα της κρίσης, κάποιου είδους εκδίκηση από αυτούς που λουφάρουν, κερδίζουν από την κρίση και φοροδιαφεύγουν. Από αυτούς οι οποίοι τους φόρτωσαν τα επιπλέον βάρη και τις συνέπειες της οικονομικής καταστροφής και που νομίζουν ότι θα μπορούν να ζήσουν καλά σε αυτή την χώρα, στο υποτιθέμενο αποστειρωμένο περιβάλλον που με το χρήμα τους μπορούν να αγοράσουν.

Γιατί λοιπόν, πέραν των άλλων άμεσων δράσεων που πρέπει να αναληφθούν, δεν μειώνεται ο φόρος στα καύσιμα αφού πλέον οι συνέπειες της υπερφορολόγησης είναι δεδομένες και καταγεγραμμένες, μείωση δηλαδή αντί αύξησης των εσόδων του κράτους, σημαντική επιβάρυνση στις τιμές αγαθών, τίποτα το σημαντικό στην καταπολέμηση της λαθρεμπορίας, τρομερή υποβάθμιση και κίνδυνος της ζωής των ανθρώπων και πολύ μεγάλη επιβάρυνση του περιβάλλοντος; Γιατί δεν αναιρείται ένα απολύτως αποτυχημένο μέτρο; Τι είναι αυτό, τιμωρία για τις «αμαρτίες» μας όλα τα προηγούμενα χρόνια από τους «αναμάρτητους» δανειστές;… Ελπίζω πως όχι, πως πρόκειται μόνο για μια δογματική – βλακώδη εμμονή που γρήγορα θα αλλάξει, αν και η βλακεία δεν είναι λιγότερο επικίνδυνη.