Οι δημοσκοπικές «φωτογραφίες της στιγμής» δεν αλλάζουν το πολιτικό σκηνικό σε μια χώρα. Η πραγματική αλλαγή του δεν μπορεί να γίνει παρά μετά από μια εκλογική καταγραφή του συσχετισμού των πολιτικών δυνάμεων στην κάλπη. Μέχρι τότε και εφ’ όσον οι αποχωρήσεις των βουλευτών του δεν θα υπερβούν τις 14, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα είναι η αξιωματική αντιπολίτευση της χώρας και αρχηγός της θα είναι αυτός που εξελέγη στην πρόσφατη εσωκομματική διαδικασία. Ο Στέφανος Κασσελάκης.
Ωστόσο, όταν οι «φωτογραφίες της στιγμής» συνοδεύονται από διαδοχικά εκλογικά αποτελέσματα που τις επιβεβαιώνουν για αρκετά χρόνια - στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ για περισσότερο από μια πενταετία - τότε δημιουργείται στους πολίτες η εντύπωση ότι αποτυπώνουν μια πραγματικότητα που δύσκολα μπορεί να αλλάξει. Και πάντως όχι από τους ίδιους ανθρώπους που πρωταγωνίστησαν στη διαμόρφωση των στιγμιαίων φωτογραφιών των τελευταίων χρόνων. Αυτή είναι ακριβώς και η αιτία της νίκης του Κασσελάκη που, απ’ όσο φαίνεται από τις «φωτογραφίες» που ακολούθησαν την εκλογή του, δεν στάθηκε ικανή να αλλάξει την δημοσκοπική του εικόνα. Γιατί το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο αρχηγός του αλλά, κυρίως, η έλλειψη πειστικού μεταμνημονιακού αφηγήματος.
Η έλλειψη αφηγήματος είναι καθοριστική για την προοπτική του κόμματος της «Ριζοσπαστικής Αροστεράς». Γι αυτό και δεν έχουν καμιά απολύτως σημασία οι, επικοινωνιακού κυρίως χαρακτήρα, διεργασίες που γίνονται αυτές τις μέρες υπό στενή τηλεοπτική παρακολούθηση. Ούτε και μπορεί να αντιστραφεί το δυσμενές για τον ΣΥΡΙΖΑ πολιτικό κλίμα όσο το αφήγημα θα παραμένει το ίδιο είτε με την επίσημη σημερινή «Πολακική» του εκδοχή είτε με τη «Λαφαζανική» εκδοχή ενός νέου σχήματος. Για τον ίδιο λόγο δεν μπορεί να έχουν καμιά τύχη και οι διάφορες ιδέες περί ενός ελληνικού Επινέ που ρίχνονται στη μάχη της επιβίωσης. Η ολοκλήρωση του πολιτικού κύκλου ενός κόμματος-θρέμματος της κρίσης μοιάζει να είναι αναπόφευκτη.
Εκείνο που επίσης φαίνεται να παγιώνεται από τις πρόσφατες «φωτογραφίες της στιγμής» είναι η εικόνα ενός πολιτικού σκηνικού όπου το ενδιαφέρον εστιάζεται στον ανταγωνισμό για τη δεύτερη θέση ενώ η Νέα Δημοκρατία μοιάζει να μην απειλείται παρά από τις δικές της αστοχίες και μεταρρυθμιστικές υπαναχωρήσεις. Η ευθύνη της αμφισβήτησης της μονοκομματικής κυριαρχίας περνάει σταδιακά στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και στη διαμόρφωση της δικής του εναλλακτικής πρότασης εξουσίας. Όσο πιο γρήγορα αντιληφθεί η ηγεσία του ότι η ανοδική του πορεία δεν θα εξαρτηθεί από τον διαμερισμό των εναπομεινάντων ιματίων του ΣΥΡΙΖΑ αλλά από τη δυνατότητά του να απευθυνθεί και να ξανακερδίσει τον χώρο του Πολιτικού Κέντρου, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες θα έχει για να ανατρέψει το πολιτικό σκηνικό.