Τις ημέρες που μας πέρασαν ένα από τα πολιτικά μυστήρια οδηγήθηκε με αίσιο τρόπο στη λύση του. Και τη λύση την έδωσε ο ίδιος ο πρωταγωνιστής του μυστηρίου, ο Γιάννης Βαρουφάκης, ο οποίος, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο δήλωσε ότι είναι αποφασισμένος να μην καταθέσει την υποψηφιότητά του στις επόμενες εκλογές. Προκειμένου δε να μην αφήσει ίχνος αμφιβολίας και να κλείσει τα στόματα όσων θα προθυμοποιούνταν να τον δελεάσουν εκβιάζοντάς τον συναισθηματικά ή, απειλώντας με αποχή από τις κάλπες, θα έκαναν τις τελευταίες και απέλπιδες προσπάθειες για να τον μεταπείσουν επανέλαβε την περίφημη ρήση του Τόνι Μπεν. «Παραιτούμαι από τη Βουλή για να ασχοληθώ σοβαρά με την πολιτική». Ο κ. Βαρουφάκης είπε ότι τον ενδιαφέρει ιδιαιτέρως η πολιτική ώστε να τη συνδέσει με κάποιο από τα υπάρχοντα κόμματα τα οποία την κακοποιούν. Δήλωση που έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία αν σκεφθεί κανείς ότι το ενδιαφέρον του δεν περιορίζεται στη θεωρητική θέαση της ευγενούς δραστηριότητας. Ο κ. Βαρουφάκης δεν είναι πλατωνικός. Του αρέσει να παρεμβαίνει και, είναι η αλήθεια, ότι πολλοί ανησυχούν αν περάσει μία ολόκληρη εβδομάδα χωρίς να τον δουν να διακηρύσσει από το δημόσιο βήμα την καταστροφή του ευρώ και την απόλυτη χρεοκοπία.
Οφείλω να ομολογήσω ότι ο κ. Βαρουφάκης μού είναι συμπαθής. Ζηλεύω την άνεσή του να προβλέπει τα μελλούμενα, ακόμη κι αν πέφτει έξω, και δεν μπορώ να μη θαυμάσω τη χαρακτηριστική του αυταρέσκεια που προδίδει δυνατό χαρακτήρα έμπλεο αυτοπεποίθησης χτισμένο πάνω στα στιβαρά υλικά της επιστήμης της οικονομίας. Και είναι η αλήθεια ότι τις προάλλες όταν τον είδα να στέκει απέναντι στον κ. Ντινόπουλο ο οποίος έδειχνε πολύ θυμωμένος, τον συμπάθησα ακόμη περισσότερο. Τέτοιοι αντίπαλοι είναι να μη σου λάχουν στη ζωή αυτή και, δυστυχώς, η αγαπημένη μας Ελλάδα, εκτός όλων των άλλων, όλο με κάτι τέτοιους σε φέρνει αντιμέτωπο. Είναι κι αυτό, το είδος Ντινόπουλου, μέρος της γοητείας αυτού του τόπου. Ομως ας επανέλθουμε στον κ. Βαρουφάκη. Ειδικότερα δε, σε μια ανοιχτή επιστολή που απηύθυνε στον ιδρυτή του «Ποταμιού» – θα έπρεπε να έχουν σκεφτεί ότι η γενική του τίτλου δεν είναι και τόσο εύηχη. Ο κ. Σταύρος Θεοδωράκης είναι φίλος και συνεργάτης του κ. Βαρουφάκη και, ως εκ τούτου ο κ. Βαρουφάκης απευθύνεται στον κ. Θεοδωράκη στον ενικό και έχει την άνεση να του πει ορισμένα πράγματα «έξω από τα δόντια» που λέμε, χωρίς περιστροφές και με την αμεσότητα του ανθρώπου που αγαπάει πραγματικά την πολιτική. Για κάποιον λόγο όλα αυτά δημιουργούν ένα ιδιαιτέρως λυρικό ύφος στην επιστολή. Αφού, για παράδειγμα, χαρακτηρίσει το «Ποτάμι» «θείο δώρο στο αποτελματωμένο πολιτικό σκηνικό» -υποθέτω το εννοεί μεταφορικά- καταλήγει στο συμπέρασμα πως «όπως στη φύση έτσι και στην πολιτική, η εξέλιξη έρχεται μέσα από τις απρόβλεπτες «μεταλλάξεις» που διακόπτουν και μεταλλάσσουν τη διαδικασία «προσαρμογής»- σε απλά ελληνικά μέσα από απρόβλεπτες τομές, κάτι σαν επαναστατικές, που δημιουργούν νέες συνθήκες. Φέρνει δε ως παραδείγματα τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τον Ανδρέα Παπανδρέου και λοιπούς προδρόμους του Σταύρου Θεοδωράκη.
Συμφωνώ ότι η κατάσταση της πολιτικής ζωής της χώρας είναι απελπιστική, κατά συνέπεια, οτιδήποτε καινούργιο, μέχρι να παλιώσει, μαγνητίζει το βλέμμα σου, ειδικά αν ξεφεύγει από την πεπατημένη. Θα συμφωνήσετε όμως μαζί μου πως ένα από τα προβλήματα της δημόσιας ζωής του τόπου είναι η ανάδειξη πρωταγωνιστών και σωτήρων από διάφορους που ταυτίζουν την πολιτική με τον λυρικό καημό τους. Το χειρότερο που θα μπορούσε να πάθει ο κ. Θεοδωράκης θα ήταν να νομίσει πως το «Ποτάμι» είναι «θείο δώρο» και η τομή που πάει να κάνει αντίστοιχη με αυτή του Βενιζέλου. Κοινώς να πάρει κατά γράμμα τους Βαρουφάκηδες του κόσμου τούτου.