Η πρόσφατη ανακοίνωση της Ε.Ε. σύμφωνα με την οποία η Επιτροπή ζητά από τις Ελληνικές Αρχές «να αντιμετωπίσουν ενεργά και δημόσια την εσφαλμένη εντύπωση ότι κατά την περίοδο 2010-2015 τα δημοσιονομικά στοιχεία που παρήχθησαν από την ΕΛΣΤΑΤ χειραγωγήθηκαν» καταρρίπτει εκκωφαντικά άλλον έναν αντιμνημονιακό μύθο που καλλιεργήθηκε με πρωτοβουλίες κομμάτων της Δεξιάς και της Αριστεράς.
Σύμφωνα με αυτόν η «διόγκωση» στη στατιστική απεικόνιση των ελλείμματος του 2009 από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ οδήγησε τη χώρα σε συνθήκες αναγκαστικού δανεισμού από τους θεσμικούς εταίρους καθώς το κόστος δανεισμού από τις αγορές έγινε ασύμφορο. Την άποψη αυτή υπερασπίζονται σήμερα με την ίδια ζέση στελέχη της ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ αλλά και κομματικά έντυπα όπως η Αυγή.
Το βασικό επιχείρημα της μυθοπλασίας αυτής είναι ότι η δημοσιονομική θέση της χώρας κατά το έτος 2009 που το δημόσιο χρέος έφτασε τα 300 δισ., δεν είχε ιδιαίτερα προβλήματα έτσι ώστε οι αγορές να πρέπει να επανεξετάσουν την στάση τους αν θα συνεχίζουν να δανείζουν την Ελλάδα ή όχι.
Υποστηρίζουν ?παραπέμποντας για τεκμηρίωση σε έντυπο που ετοίμασε ο τότε Υπουργός Οικονομικών της ΝΔ – ότι το έλλειμμα θα μπορούσε να είχε συγκρατηθεί στο 10%. Παραγνωρίζουν όμως ότι στο τέλος Σεπτεμβρίου το ταμειακό έλλειμμα όπως το δημοσιοποίησε η Τράπεζα της Ελλάδας ήταν ήδη στα 26 δισ. ή 10,5% του ΑΕΠ και αυξάνονταν πάνω από 1% του ΑΕΠ μηνιαίως.
Αυτοί λοιπόν που συνέπραξαν στην αύξηση του χρέους από 180 δισ. στα 300 δισ. μεταξύ 2004-2009 αντί να απολογηθούν που άφησαν αναξιοποίητους εννέα μήνες του 2009 για να ανακόψουν τη δυναμική του ελλείμματος ώστε να μην φτάσει στο 15,4% του ΑΕΠ σήμερα εγκαλούν τις επιλογές της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.
Η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου κατηγορείται μόνο και μόνο γιατί απεικόνισε στους εθνικούς λογαριασμούς γνωστές δαπάνες ήδη εγγεγραμμένες στο δημόσιο χρέος και ήδη γνωστές στις αγορές, οι οποίες είχαν δανείσει τα κεφάλαια για την κάλυψή τους και ασφαλώς γνώριζαν το συνολικό δημοσιονομικό πορτρέτο.
Λες κι αν κρύβαμε αυτές τις δαπάνες οι αγορές θα «ξεχνούσαν» ότι μας είχαν δανείσει για την κάλυψή τους. Το έλλειμμα το «φούσκωσε» η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή. Η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου σταμάτησε το κουκούλωμα της καταγραφής του, μια πρακτική που είχε ήδη οδηγήσει σε διασυρμό της χώρας στην Ευρώπη.
Τέλος, υπάρχει το επιχείρημα ότι αν εφαρμόζονταν τα μέτρα που είχε ανακοινώσει η τότε κυβέρνηση της ΝΔ η χώρα θα είχε καταφέρει να συγκρατήσει το έλλειμμα πιο χαμηλά κοντά στο 10-12% του ΑΕΠ και θα απέφευγε το μνημόνιο.
Για να έμενε το έλλειμμα έστω στο 12% του ΑΕΠ, θα χρειαζόντουσαν μέτρα ύψους τουλάχιστον 8 δισ. ευρώ, περίπου 3 μονάδες του ΑΕΠ. Άρα, σύμφωνα με την προαναφερθείσα άποψη για να αποφύγουμε το μνημόνιο, έπρεπε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να μην πληρώσει για παράδειγμα μισθούς και συντάξεις του δημοσίου Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου ούτε και το Δώρο Χριστουγέννων αφού το ετήσιο μισθολογικό και συνταξιοδοτικό κόστος ήταν περίπου 25 δισ. ευρώ. Περικοπές που η ΝΔ δεν τόλμησε για εννιά μήνες λόγω ευρωεκλογών και που όταν ανακοινώθηκαν αργότερα από την κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ τις κατήγγειλε από κοινού με το ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά ας υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ πετύχαινε να συγκρατήσει το έλλειμμα στο 11-12% του ΑΕΠ. Θα απέφευγε το μνημόνιο; Από την εμπειρία της Πορτογαλίας γνωρίζουμε πως όχι αφού μπήκε στο μνημόνιο με έλλειμμα 11%.
Αυτό που πραγματικά υπονόμευσε τη χώρα και περιόριζε τις επιλογές της νεοεκλεγείσας κυβέρνησης ήταν η διάρθρωση και το μέγεθος του χρέους. Καθώς ξέσπασε η διεθνής κρίση και άρχιζαν να ανεβαίνουν τα περιθώρια επιτοκίου από τα τέλη του 2008 η διάρκεια του νέου χρέους άρχισε να μειώνεται. Η κυβέρνηση της ΝΔ προσπαθούσε να συγκρατήσει το κόστος δανεισμού και δανειζόταν σε μικρότερες διάρκειες. Αποτέλεσμα οι δανειακές ανάγκες της διετίας 2010-2011 μόνο για τα τοκοχρεολύσια έφταναν τα 80 δισ. ή 37% του ΑΕΠ.
Επομένως δεν είναι άδολη η επιμονή της ΝΔ η συζήτηση να περιστρέφεται μόνο γύρω από το έλλειμμα του 2009 και όχι για το χρέος που είχε φτάσει το 2009 στο 127% του ΑΕΠ. Η Πορτογαλία μπήκε στο μνημόνιο με χρέος 96% του ΑΕΠ.
Τα μνημόνια λοιπόν τα έφερε το τεράστιο χρέος, το έλλειμμα αξιοπιστίας της χώρας και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που έφτασε στο 14,5% του ΑΕΠ. Όλα αυτά τα δημιουργούσε το πελατειακό κράτος που οδηγούσε χρόνο με τον χρόνο στην αύξηση του εξωτερικού δημόσιου και ιδιωτικού χρέους.
Όσο λοιπόν η κυβέρνηση δεν προχωρά στις αναγκαίες αλλαγές που θα διαλύσουν το πελατειακό κράτος και θα αναμορφώσουν την οικονομία, η χώρα θα παραμένει βυθισμένη σε κρίση στερώντας κάθε προοπτική στους Έλληνες πολίτες.