Η έρευνα «Studie Junges Europa 2017», η οποία πραγματοποιήθηκε από το ίδρυμα Tui-Stiftung σε επτά ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία, Ιταλία, Ισπανία, Πολωνία και Ελλάδα) και βασίσθηκε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα 6.000 νέων ηλικίας 16 έως 26 ετών, έρχεται να πιστοποιήσει άλλη μια φορά την αδιέξοδη πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς το μέλλον με την ακολουθούμενη πολιτική στα κράτη-μέλη και στα διάφορα θεσμικά όργανα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Τα στοιχεία, που προέκυψαν από την πραγματοποίηση της έρευνας, θέτουν επιτακτικά το ζωτικής σημασίας πρόβλημα της αδυναμίας των ευρωπαϊκών κοινωνιών να οικοδομήσουν το μέλλον χωρίς τις παθογένειες της ιστορικής τους διαδρομής, όπως είναι η «εθνική» οπτική θεώρησης της πραγματικότητας και η αδυναμία αντιμετώπισης αρνητικών συνθηκών σε ορισμένες χώρες λόγω της γεωγραφικής τους θέσης με αλληλεγγύη και μέτρα δίκαιου επιμερισμού των επιπτώσεων. Ένα τέτοιο πρόβλημα είναι οι μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών προς την Ευρώπη. Τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. στην Μεσόγειο επιβαρύνονται δυσανάλογα από τις μαζικές εισροές προσφύγων.
Πολύ περισσότερο τίθενται «επί τάπητος» από την έρευνα οι αρνητικές συνέπειες της αδυναμίας σχεδιασμού και εφαρμογής ουσιαστικών ευρωπαϊκών πολιτικών, οι οποίες οδηγούν στην διαμόρφωση ευρωπαϊκής συνείδησης και στην ικανοποίηση του εθνικού μέσα από το ευρωπαϊκό συμφέρον.
Αρκεί να αναφερθεί, ότι μόνο το 30% των νέων θεωρεί, πως η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζεται σε κοινές αξίες. Το 70% την βιώνει ως μια ένωση οικονομικών συμφερόντων.
Με αυτά τα δεδομένα είναι ερμηνεύσιμα και τα υπόλοιπα ευρήματα της έρευνας, όπως είναι η επιθυμία παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην Ελλάδα μόνο το 52% των νέων επιθυμεί την παραμονή της χώρας στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Αυτό είναι το χαμηλότερο ποσοστό. Στον αντίποδα είναι οι νέοι στην Ισπανία με 73% και ακολουθούν η Γερμανία 69%, η Πολωνία 61%, η Ιταλία 59%, η Γαλλία 58%, η Μεγάλη Βρετανία 58%.
Γι’ αυτό υπάρχει αναντιστοιχία μεταξύ των αξιών, οι οποίες χαρακτηρίζονται ως σημαντικές σε προσωπικό επίπεδο και της αξιολόγησης τους ως προς την ευδοκίμηση τους σε ευρωπαϊκό. Οι νέοι δεν εμπιστεύονται την Ευρωπαϊκή Ένωση σε σχέση με την ανταπόκριση στις αξίες, που οι ίδιοι θεωρούν σημαντικές.
Για παράδειγμα η πρώτη σε επιλεξιμότητα αξία «ανθρώπινα δικαιώματα» είναι σημαντική σε προσωπικό επίπεδο 54%, ενώ στην Ε.Ε. το ποσοστό κατεβαίνει στο 40%. Το ίδιο διαπιστώνεται και σε σχέση με τις υπόλοιπες αξίες, όπως «ειρήνη στην Ευρώπη» 53% σε προσωπικό (40% σε ευρωπαϊκό), «ασφάλεια» 50% σε προσωπικό (29% σε ευρωπαϊκό), «ανεκτικότητα» 45% σε προσωπικό (24% σε ευρωπαϊκό), «προσωπική ελευθερία» 40% σε προσωπικό (16% σε ευρωπαϊκό), «ευημερία» 32% σε προσωπικό (25% σε ευρωπαϊκό).
Αυτές οι εμπειρικές ερευνητικές καταγραφές καταδεικνύουν την έλλειψη πολιτικών ευρωπαϊκών διαστάσεων, οι οποίες υπερβαίνουν τα όρια ενός οικονομικού εγχειρήματος και προωθούν την οικοδόμηση ενός υπερεθνικού μορφώματος με κοινωνική συνοχή και αντίστοιχων ορίων ευρωπαϊκή συνείδηση με πολυπολιτισμικά χαρακτηριστικά.
Ταυτοχρόνως εξηγούν, γιατί αναπτύσσεται ο ευρωσκεπτικισμός και κρούουν «τον κώδωνα του κινδύνου». Το θέμα είναι, εάν το πολιτικό σύστημα αλλά και η κοινωνία πολιτών συνειδητοποιούν την φθορά του εγχειρήματος λόγω της ακολουθούμενης πολιτικής και είναι σε θέση να κάνουν μια νέα επανεκκίνηση, η οποία υπερβαίνει την λογική του «εθνικού συμφέροντος» και τις παθογένειες, που συσσωρεύθηκαν κατά την διάρκεια της ιστορικής διαδρομής.
Πώς να νιώσει «ασφάλεια» ο νέος άνθρωπος στην Ελλάδα, όταν η φτωχοποίηση της κοινωνίας διευρύνεται και η νεανική ανεργία «χτυπάει κόκκινο»;
Πως θα επιβεβαιωθεί είτε σε εθνικό είτε σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ότι τα «ανθρώπινα δικαιώματα» αποτελούν πολιτική προτεραιότητα, όταν αυτή η αξία είναι στενά συνδεδεμένη με το οικονομικό εκτόπισμα του κάθε κράτους-μέλους και την δυνατότητα επιβολής των πολιτικών προτεραιοτήτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο;
Ποια αίσθηση δημιουργείται στη νέα γενιά της Ελλάδας, όταν το πελατειακό σύστημα διαπερνά την πραγματικότητα και η διαφθορά αποτελεί δομικό στοιχείο της κοινωνίας;
Ακόμη πιο οδυνηρή είναι η αίσθηση, που προκαλείται, όταν κυριαρχεί η μετατροπή της ανθρώπινης οντότητας σε εργαλείο για την αύξηση της λειτουργικότητας και της οικονομικής απόδοσης των διαφόρων κοινωνικών συστημάτων. Προέκταση αυτής της λογικής είναι η χρηματοδοτούμενη από οικονομικές ελίτ προσπάθεια ανάπτυξης ενός λογισμικού, το οποίο θα επιτρέπει την διεκπεραίωση πολλών εργασιών από ρομπότ.
Με αυτά τα δεδομένα συρρικνώνεται η εμπιστοσύνη σε κοινωνικές αξίες και θεσμούς, ανεξάρτητα από την εθνική ή ευρωπαϊκή αναφορά τους.
Το αποτέλεσμα είναι η μαζοποίηση των κοινωνιών και η διαμόρφωση κοινωνικών στάσεων ανάλογα με τα πρότυπα, που διοχετεύονται στο πλαίσιο της κοινωνίας του θεάματος και έχουν καταναλωτικό χαρακτήρα.
Σε σχέση με την πολιτική σταδιακά επέρχεται η αποστασιοποίηση και η αναζήτηση διεξόδων, οι οποίες εστιάζουν στην ικανοποίηση των ατομικών στοχεύσεων και επιδιώξεων ανεξάρτητα από το περιεχόμενο του κοινωνικού συμφέροντος.
Αντ’ αυτού οικοδομείται ένα αξιακό σύστημα, το οποίο έχει ευθεία αναφορά στην αναπαραγωγή ενός μοντέλου κοινωνικής οργάνωσης, που στηρίζεται στην οικονομική απόδοση της κοινωνικής και ατομικής δραστηριοποίησης προς όφελος ολιγομελών ελίτ του οικονομικού συστήματος.
Ακόμη και η γνώση και οι δυνατότητες, που ανοίγονται για την κατανόηση της σύνθετης πραγματικότητας, η οποία είναι αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης και της ταχύτητας της εξέλιξης με την ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας και των επιπτώσεων της με την υπερπαραγωγή νέων δεδομένων, που είναι απαραίτητος ο συνυπολογισμός τους για τον σχεδιασμό του μέλλοντος, αποτελούν πεδίο ενασχόλησης τεχνοκρατικών μηχανισμών και όχι εργαλείο του απλού πολίτη για την διαμόρφωση γνώμης και στάσης. Επισημαίνεται, ότι οι τεχνοκρατικοί μηχανισμοί υπηρετούν την λειτουργικότητα του συστήματος.
Γι’ αυτό και η δημοκρατική λειτουργία έχει αποκτήσει τυπικό χαρακτήρα, ανεξάρτητα από τον βαθμό ικανοποίησης των νέων από αυτήν. Στην Ελλάδα οι νέοι είναι ικανοποιημένοι σε ποσοστό 66% (το υψηλότερο) και ακολουθούν Γερμανία 62%, Ισπανία 57%, Μεγάλη Βρετανία 53%, Ιταλία 45%, Πολωνία 42%, Γαλλία 42%.
Βέβαια η δημοκρατική λειτουργία βιώνεται από τους νέους κυρίως σε εθνικό επίπεδο.
Σε ευρωπαϊκό έχει πρακτική εφαρμογή στις ευρωεκλογές, χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι αναπτύσσεται συστηματικός διάλογος για την πορεία του υπερεθνικού μορφώματος. Οι πολίτες ψηφίζουν περισσότερο με εθνικά κριτήρια. Δεν φαίνεται όμως να ενοχλούνται οι νέοι από αυτή την πρακτική, η οποία δεν προωθεί την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Πολύ περισσότερο βέβαια δεν συμβάλλει στην ανάπτυξη ευρωπαϊκής συνείδησης, ώστε να διευκολυνθεί σε βάθος χρόνου η πολιτική και η οικονομική ενοποίηση καθώς και ο σχεδιασμός ισόρροπης οικονομικής ανάπτυξης σε όλη την ευρωπαϊκή επικράτεια.
Για τους νέους ευρωπαίους η εργασιακή κινητικότητα ανάμεσα στα κράτη-μέλη λειτουργεί ως εξισορροποιητικός παράγων για την μη ισόρροπη ανάπτυξη. Αυτό όμως θα οδηγήσει ορισμένες ευρωπαϊκές κοινωνίες στην παρακμή και στην περιθωριοποίηση. Μια Ευρωπαϊκή Ένωση με αυτά τα χαρακτηριστικά θα ακολουθήσει πορεία αυτοαναίρεσης της σε βάθος χρόνου.
Και αυτό σε μια παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα με ανάλογο καταμερισμό εργασίας και αλληλεξάρτηση των κοινωνιών δεν πρόκειται να ωφελήσει κανένα κράτος-μέλος. Για να μην συμβεί όμως, πρέπει η κοινωνία πολιτών και ιδιαιτέρως η νέα γενιά να ενεργοποιηθούν, ώστε να αρχίσει ένας διάλογος για το μέλλον της Ευρώπης, ο οποίος θα συμβάλλει στην οριοθέτηση και έκφραση του ευρωπαϊκού κοινωνικού συμφέροντος.
Δεν αρκεί να εκφράζουν οι νέοι μεγαλύτερη ικανοποίηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και λιγότερη από την εθνική κυβέρνηση, όπως προκύπτει από την έρευνα.
Στην Γερμανία 53% των νέων εκφράζει ικανοποίηση από την εθνική κυβέρνηση και 61% από την Ε.Ε. Στα άλλα κράτη η σχέση είναι Μεγάλη Βρετανία 32% και 48%, Πολωνία 31% και 60%, Γαλλία 27% και 51%, Ισπανία 22% και 59%, Ιταλία 20% και 53%, Ελλάδα 9% και 35%.
Έχει ενδιαφέρον η έκφραση μεγαλύτερης ικανοποίησης σε σχέση με την Ε.Ε. από την ικανοποίηση σε σχέση με τις εθνικές κυβερνήσεις, διότι από το άλλο μέρος μόνο το 30% θεωρεί, ότι η Ευρώπη είναι μια ένωση με κοινές αξίες, ενώ μειοψηφεί η Ε.Ε. σε σχέση με τις αξίες, οι οποίες είναι σημαντικές για τους νέους, όπως ανθρώπινα δικαιώματα, ασφάλεια, ανεκτικότητα, προσωπική ελευθερία κ.λ.π.
Είναι εμφανές, ότι η νέα γενιά κρίνει από απόσταση, χωρίς να συμμετέχει ως ατομικό ή συλλογικό υποκείμενο στις διεργασίες για την οικοδόμηση της Ευρώπης του μέλλοντος. Και αυτό πρέπει να αλλάξει. Η ενεργητική συμμετοχή είναι προϋπόθεση για μια Ευρώπη του ανθρωπισμού και των κοινών αξιών, η οποία στοχεύει στην ικανοποίηση των βασικών ανθρώπινων αναγκών και στην ευημερία.
Ειδάλλως ο πολιτικός πραγματισμός και η μηχανιστική λογική στην προσέγγιση των πολιτών στους διάφορους κοινωνικούς ρόλους, που διεκπεραιώνουν, θα κυριαρχήσουν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανθρώπινη οντότητα του μέλλοντος.