Τις τελευταίες ημέρες, έχει δοθεί ιδιαίτερη έμφαση από δημοσιογράφους και τηλεοπτικούς σταθμούς, στο γεγονός πως αρκετοί πολίτες σπεύδουν στα κατά τόπους αστυνομικά τμήματα με στόχο να ανανεώσουν τις ήδη υπάρχουσες αστυνομικές ταυτότητες που διαθέτουν, αποφεύγοντας έτσι να προχωρήσουν στην έκδοση καινούργιου τύπου αστυνομικών ταυτοτήτων. Που είναι περισσότερο συμβατές με τα ισχύοντα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.[1]
Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως προκύπτει μία σύγκλιση, ως προς την ρητορική ή αλλιώς, τις διαμορφωθείσες αφηγήσεις, με την ρητορική που είχε χρησιμοποιηθεί την περίοδο της πανδημικής κρίσης και των εμβολιασμών κατά της Covid-19.
Όπως και τότε, αρκετοί εξ όσων αντιδρούσαν απέδιδαν έμφαση στη λεγόμενη ‘ελευθερία επιλογής’, επενδύοντας συμβολικούς-στρατηγικούς πόρους στην αποφυγή του εμβολιασμού δια της «εισφοράς εξηγήσεων»,[2] για να παραφράσουμε ελαφρά τον Sewell, έτσι και στην περίπτωση των αστυνομικών ταυτοτήτων, προτάσσουν εκ νέου αυτή την ‘ελευθερία’,[3] ιδωμένη υπό το πρίσμα της αποφυγής του ‘χακαρίσματος’ από τα σύμβολα του ‘Σατανά’, του ‘Αντίχριστου.’
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, καθίσταται μία ‘ελευθερία’ εκ των προτέρων ‘ευλογημένη,’ για την οποία ‘αξίζει να παλέψει κάποιος.’
Έχοντας κατά νου την Βεμπεριανή ανάλυση περί θρησκείας, θα επισημάνουμε θεωρητικώ τω τρόπω, πως η πλειοψηφία όσων σπεύδουν στα αστυνομικά τμήματα, θεωρούν πως πετυχαίνουν, ιδία πρωτοβουλία, μία νέα ‘εμβάπτιση’ στα νάματα της ‘ορθής’ Χριστιανικής θρησκείας, στο εγκάρσιο σημείο όπου αποφεύγοντας το ‘χακάρισμα’[4], μετατρέπονται στους ‘εκλεκτούς’ που θα θέσουν τις βάσεις για την πνευματική ‘ανα-δημιουργία’ και την ανάδυση στην επιφάνεια μίας νέας ‘χριστιανικής Ελλάδας’ απαλλαγμένης από τους ‘Μασόνους που την κυβερνούν.’
Στρεφόμενοι στην περί συνωμοσιολογίας ανάλυση του Γάλλου Pierre-Andre Taguieff, θα υποστηρίξουμε πως αυτή την φορά συνδέονται η συνωμοσιολογική αφήγηση «Τίποτα δεν είναι τυχαίο», τύπου ‘όλοι αυτοί θέλουν το κακό το δικό μας και των παιδιών μας,’ με την συνωμοσιολογική ρητορική «Τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται ότι είναι».[5]
Κοινώς, κάπου αλλού, ‘όπως πάντα,’ αποσκοπούν οι ‘Μασόνοι και τα τσιράκια’ τους με τις νέες ταυτότητες και εμείς ‘είμαστε εδώ, θεόσταλτοι,’ για να ‘αντισταθούμε,’ για να φωνάξουμε, αρνούμενοι να ‘συναινέσουμε στο έγκλημα.’
Υπό αυτό το πρίσμα, οι συνωμοσιολογικές αφηγήσεις, ενισχυμένες ‘ποιοτικά,’ φθάνουν σε νέα ύψη, όντας ο απαραίτητος αφηγηματικός-γλωσσικός καμβάς πάνω στον οποίο επικάθονται ο αντι-ορθολογισμός, ο αντι-δυτικισμός και ο αντι-αμερικανισμός, ο αντι-σημιτισμός, εκεί όπου όλα αυτά τα ‘κακά’ ‘καταπολεμούνται’ μόνο με περισσότερο ‘Χριστό.’
Ακόμη περισσότερο από τους αντι-εμβολιαστές του 2021-2022, οι τωρινοί δρώντες[6] κινητοποιούνται (και μέσω Facebook, χαρακτηριστικό που έχουν ‘δανειστεί’ από τα κλασικά κοινωνικά κινήματα), επί τη βάσει ενός καθαυτό χριστολογικού προτύπου, υποκαθιστώντας τα ‘επίγεια’ με τα ‘ουράνια,’ τους βουλευτές με τους ιερείς και τους Δυτικούς ηγέτες με πρόσωπα που ‘ενσαρκώνουν’ την ‘Χριστιανική αγνότητα’ όπως ο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Σε αυτή την «ρουτινοποιημένη παράνοια», κατά την εύστοχη έκφραση του Taguieff, η ‘σωτηρία’ και ο «αποκαλυψιακός ορίζοντας»[7] ‘ανήκουν μόνο σε εμάς.’ Οι άλλοι, ‘φάτε φωτιές’. Η έννοια του ‘λυτρωτή’ διευρύνεται τόσο, ώστε να συμπεριλάβει εντός της και τους ιερείς που είναι οι ‘πρώτοι λυτρωτές.’
Οι κάτοχοι της αλήθειας, της αλήθειας που εμπεριέχεται στον λόγο και στην παλαιά ταυτότητα που σηκώνουν, ως άλλοι ‘κυνηγοί’ σταυρούς και σημαίες εναντίον των ταυτοτήτων.
Ίσως μία χωρική ανάλυση που θα δίνει έμφαση στο ποιες περιοχές παρατηρείται μαζική προσέλευση στα αστυνομικά τμήματα, να μας επιτρέψει να επιχειρήσουμε μία συσχέτιση αυτής της πρακτικής με το εκλογικό αποτέλεσμα των διπλών βουλευτικών εκλογών του Μαϊου και του Ιουνίου και με την έκφραση εκλογικής προτίμησης σε συγκεκριμένα πολιτικά κόμματα ακριβώς σε περιοχές όπου αρκετοί σπεύδουν να ανανεώσουν την αστυνομική τους ταυτότητα.
Ας μην ξεχνάμε όπως πως για την ανανέωση των παλαιών τους αστυνομικών ταυτοτήτων μπορεί να προσέρχονται στα αστυνομικά τμήματα και άτομα που διακατέχονται από κάποιου είδους ‘τεχνο-φοβία,’ θεωρώντας (εσφαλμένα) πως οι νέες ταυτότητες θα θέσουν τις βάσεις για την ‘ συστηματική παραβίαση των προσωπικών τους δεδομένων.’ Αυτά τα άτομα συνήθως είναι καχύποπτα προς οποιαδήποτε πρωτοβουλία εκπορεύεται από την εκάστοτε κυβέρνηση.
[1] Και όμως, αν και αυτοί οι πολίτες φαίνεται να δρουν και να κινούνται συντονισμένα, υπό μορφή κινήματος διαμαρτυρίας κατά της έκδοσης νέων αστυνομικών ταυτοτήτων, στην πραγματικότητα δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Οι πολίτες αυτοί προσέρχονται μεμονωμένα, μετά από δική τους πρωτοβουλία στα κατά τόπους αστυνομικά τμήματα (δεν υπάρχει εκ των προτέρων συνεννόηση ακόμη και για την ώρα μετάβασης σε ένα αστυνομικό τμήμα), τα οποία καθίστανται, συμβολικά και μη, ‘τόποι’ όπου αλληλεπιδρούν με όλους όσοι ενστερνίζονται ίδιες ή παρόμοιες απόψεις, με όλους όσοι επενδύουν στα ίδια θρησκευτικά σύμβολα. Σε αυτό το σημείο θα διατυπώσουμε την ακόλουθη υπόθεση εργασίας: Όσο περισσότερο ένας πολίτης έχει εκτεθεί σε μία γνωστή ρητορική κατά της ‘νεοταξίτικης παγκοσμιοποίησης’, σε μία ρητορική (στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ειδικότερα στο Facebook), κατά των ‘απάτριδων’ και ‘σατανικών’ ελίτ που θέλουν να μας ‘φιμώσουν’ και να ‘μας βάλουν το τσιπάκι μέσω της νέας ταυτότητας,’ τόσο περισσότερο αυξάνονται οι πιθανότητες να σπεύσει σε ένα αστυνομικό τμήμα προκειμένου να ανανεώσει την ταυτότητα του. Σε μία χρονική περίοδο όπου στην επικαιρότητα κυριαρχούν οι διάφορες πυρκαγιές που εκδηλώνονται ανά την επικράτεια, οι συγκεκριμένοι πολίτες, έχουν καταφέρει να κερδίσουν «δημόσια προσοχή», για να παραπέμψουμε στην ανάλυση της Λουκίας Κοτρωνάκη. Βλέπε σχετικά, Κοτρωνάκη, Λουκία., ‘Η θεωρία της συγκρουσιακής πολιτικής στην πράξη των κοινωνικών κινημάτων: το κίνημα ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση: Ελλάδα, 2000-2006,’ Διδακτορική Διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 2015, σελ. 53, Διαθέσιμη στο: Διατριβή: Η θεωρία της συγκρουσιακής πολιτικής στην πράξη των κοινωνικών κινημάτων: το κίνημα ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση: Ελλάδα, 2000-2006 - Κωδικός: 37556 (ekt.gr)
[2] Αναφέρεται στο: Κοτρωνάκη, Λουκία., ‘Η θεωρία της συγκρουσιακής πολιτικής στην πράξη των κοινωνικών κινημάτων: το κίνημα ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση: Ελλάδα, 2000-2006…ό.π., σελ. 54.
[3] Γλωσσικώ τω τρόπω η έννοια της ‘ελευθερίας’ φορτίζεται και ανα-νοηματοδοτείται ώστε να φθάσει στο σημείο να σημαίνει ‘αποκλειστικά αυτό που θέλουν οι χρήστες της’: Ήτοι την απόρριψη κάθε ‘εξωτερικής επιβουλής,’ την ‘προστασία’ της ιδιωτικότητας που εν προκειμένω τίθεται στο προσκήνιο δια της απόρριψης του «κοινού καλού», σύμφωνα με την διατύπωση του καθηγητή Δημήτρη Χρυσοχόου, την δυνατότητα (ας το κρατήσουμε αυτό), του να ‘εκφράζονται ελεύθερα’ και με εμφανή μνησίκακο τρόπο κατά όλων όσοι ‘επιθυμούν (κατά τους ίδιους πάντα) να τους στερήσουν την ελευθερία τους,’ κατά όλων όσοι ‘είναι πρόβατα και ακολουθούν άνωθεν εντολές, αποκλίνοντας από τα νάματα της Ορθοδοξίας.’ Άρα, η έννοια της ‘ελευθερίας’ χρησιμοποιείται, όχι μόνο γιατί συμβάλλει στην συμπύκνωση όλων ‘όσων θέλουν να πουν αυτοί που αντιδρούν,’ αλλά, και γιατί καθίσταται ‘εργαλείο’ για την συγκρότηση ενός καθαυτό μανιχαϊκού λόγου που βρίθει από αντιθέσεις (από αντιστίξεις): ‘Υπέρμαχοι της παγκοσμιοποίησης εναντίον των πολέμιων της παγκοσμοποίησης.’ ‘Ελληνολάτρες εναντίον σκατόψυχων διεθνιστών και άθρησκων-άθεων.’ ‘Παλικαριών που δεν διστάζουν να τα βάλουν με όλους και με όλα εναντίον αδελφών του ελέους που έχουν μάθει μόνο να σκύβουν.’ ‘Σκεπτόμενοι εναντίον προβάτων.’ Βλέπε σχετικά, Χρυσοχόου, Δημήτρης., ‘Για μια ευρωπαϊκή res publica,’ Εκδόσεις Παπαζήσης, Αθήνα, 2006. Η ‘ελευθερία,’ μακριά από οποιαδήποτε Φιλελεύθερη και Ρεπουμπλικανική θεώρηση, σχετίζεται καταστατικά με την έννοια της ‘μη προσαρμογής’ σε μία ‘δοσμένη κατάσταση’: Για έναν φανατικό πολέμιο της έκδοσης των νέων αστυνομικών ταυτοτήτων, ‘ελεύθερος’ (δεν υπάρχει κάποια Καζαντζακική χροιά σε αυτό), είναι αυτός που δεν ‘επιθυμεί να προσαρμοστεί’ στις ‘επιταγές’ της ‘νέας τάξης πραγμάτων.’ Αυτός που παραμένει ο ‘εαυτός του,’ σε ένα λεπτό σημείο όπου δεν η συγκεκριμένη έννοια έτσι όπως σημασιοδοτείται από όλους όσοι την κακομεταχειρίζονται γλωσσικά, αξιακά και πολιτικά, δεν φαίνεται να διαδραματίζει κομβικό ρόλο στην διαμόρφωση των ταυτοτήτων τους. Γλωσσική χρήση της έννοιας λαμβάνει χώρα μόνο όταν έχουν διαμορφωθεί οι ταυτότητες (όχι οι αστυνομικές) των χρηστών, κάτι που μας ωθεί να πούμε πως η επένδυση στην ‘ελευθερία’ συντελείται κατά κύριο λόγο για να δειχθεί προς όλους το ποια είναι η ταυτότητα τους και ποια τα χαρακτηριστικά που την συνθέτουν. Η κακομεταχείριση μίας κομβικής έννοιας για τον Δυτικό πολιτισμό ή αλλιώς, για την Δυτική κουλτούρα, είναι τέτοια, ώστε να διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις ώστε να καταστεί ‘κενή’ νοήματος και συμβολισμών, με τον τρόπο που οι πρωταίτιοι της δικτατορίας των συνταγματαρχών κατέστησαν ‘άδειες’ τις λέξεις ‘Ελλάδα,’ ‘Έλληνες’, ‘Χριστιανοί,’ όπως τόσο παραστατικά και συνάμα ποιοτικά μας έδειξε ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης. Για έναν πολίτη που αντιτίθεται στην έκδοση νέων αστυνομικών ταυτοτήτων, ο αγώνας των Ουκρανών για την διατήρηση της ελευθερίας τους δεν είναι παρά ‘υποταγή στις διαθέσεις των Αμερικανών και των Ευρωπαίων.’ Αντιστικτικά προς την Ουκρανία και τους Ουκρανούς που ‘κάνουν επικύψεις,’ κινείται ο Ρώσος αυταρχικός ηγέτης Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος εισέβαλλε στην ‘διαβολική Ουκρανία του Σατανά Ζελένσκι’ για να υπερασπιστεί την ‘ελευθερία του Ορθόδοξου κόσμου,’ για την ‘ελευθερία κάποιου να επιλέγει αυτό που θέλει.’ Η άνοδος του ανορθολογισμού, όπως εκφράζεται και σε πολιτικό επίπεδο τα τελευταία χρόνια, δεν αφήνει ανεπηρέαστη και την γλώσσα.
[4] Συναισθηματικά και συμβολικά, αυτά τα άτομα ανησυχούν σφόδρα, τρέμουν μπροστά στο ενδεχόμενο να προχωρήσουν στην έκδοση της νέας ταυτότητας διότι κάτι τέτοιο θα σημάνει πως θα καταστούν ‘ίδιοι’ (ή και ‘χειρότεροι’), με αυτούς που αρέσκονται να ‘κατακεραυνώνουν’ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, θα απωλέσουν το πολυτιμότερο ‘αγαθό’ που για αυτούς είναι η ‘ελευθερία επιλογής,’ θα πάψουν να είναι αρεστοί σε φίλους και σε γνωστούς, θα στερηθούν το τεκμήριο της έξωθεν καλής μαρτυρίας, στον πυρήνα της οποίας υπεισέρχεται το Καζαντζακικό (για πρώτη φορά), ‘Δεν φοβάμαι τίποτα, δεν πιστεύω τίποτα, είμαι λεύτερος.’ Τρόμο για αυτά τα άτομα προκαλεί και η σκέψη πως σε περίπτωση που προχωρήσουν στην έκδοση νέας ταυτότητας θα χάσουν την εμπιστοσύνη του πνευματικού τους, του ιερέα τους που τους συμβούλεψε να μην το κάνουν. Και εδώ κατά κύριο λόγο έχουμε κατά νου όλους όσοι έχουν επηρεαστεί από διάφορα κηρύγματα ιερέων κατά των νέων ταυτοτήτων. Νέα ταυτότητα σημαίνει ‘θάνατο,’ ‘απο-χριστιανοποίηση,’ και παράλληλα, ‘προβατοποίηση’.
[5] Βλέπε σχετικά, Taguieff, Andre-Pierre., ‘Η συνωμοσιολογία στη διάρκεια της Ιστορίας,’ στο: Taguieff, Andre-Piere., ‘Ο εξτρεμισμός και τα είδωλα του. Επίκαιρες σκέψεις για τον τζιχαντισμό, την άκρα δεξιά, τον αντισημιτισμό, τον λαϊκισμό και τη συνωμοσιολογία,’ Πρόλογος-Μετάφραση-Επιμέλεια: Πανταζόπουλος Ανδρέας, Εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2017, σελ. 190. Τα άτομα που αντιδρούν έχουν επίγνωση πως, λόγω της αποφασιστικής στάσης της κυβέρνησης και της έλλειψης κρίσιμων και απαραίτητων συμμάχων (επίσημη Εκκλησία), είναι από δύσκολο έως πολύ δύσκολο να καταφέρουν μέσα στο φθινόπωρο να ανοίξουν έναν νέο «συγκρουσιακό κύκλο», κατά τα πρότυπα αυτού για την μη αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες στις αρχές της δεκαετίας του 2000, πράγμα που τους ωθεί εν τοις πράγμασι στο να επικεντρώνονται στην πραγματοποίηση πράξεων συμβολικής ‘αντίστασης’, όπως είναι η ανανέωση των παλαιών ταυτοτήτων. Και σε αυτή την περίπτωση, όπως στην περίπτωση των όχι λίγων αντι-εμβολιαστών, διαφαίνεται η απουσία ενός ‘ηγέτη’ που θα αναλάβει να συνενώσει και να επικοινωνήσει τα διάφορα αιτήματα και τις διάφορες σκόρπιες αφηγήσεις. . Βλέπε σχετικά, Κοτρωνάκη, Λουκία., ‘Η θεωρία της συγκρουσιακής πολιτικής στην πράξη των κοινωνικών κινημάτων: το κίνημα ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση: Ελλάδα, 2000-2006…ό.π.
[6] Το ότι προκύπτει μία ‘συνέχεια’ μεταξύ του τωρινών δρώντων και των αντι-εμβολιαστών, δεν σημαίνει πως δεν ενσκήπτουν και διαφορές μεταξύ τους. Και μία ουσιώδης διαφορά είναι πως τώρα εμπλέκονται ακόμη περισσότεροι ιερείς από ό,τι πριν από δύο χρόνια. Εμβαθύνοντας την ανάλυση μας, θα πούμε πως οι κλασικές ή οι παλαιές αστυνομικές ταυτότητες εξιδανικεύονται σε σημαντικό βαθμό, αποτελώντας ‘εργαλεία’ που δείχνουν προς την κατεύθυνση ενός «μυθοποιημένου παρελθόντος», κατά τον Χρυσοχόου (‘οι ωραίες ταυτοτίτσες μας’), εκλαμβάνονται ως ‘καταφύγιο’ που ‘προστατεύει’ και ‘προστατεύσει’ από τις αξιώσεις των ‘αντίχριστων’ και από τις επαφές με τους ‘μολυσμένους’ που θα ‘τολμήσουν’ να εκδώσουν νέες ταυτότητες, λειτουργώντας ως έναυσμα για τον επαναπροσδιορισμό του ρόλο και της στάσης των αστυνομικών. Αν την περίοδο της πανδημικής κρίσης οι αστυνομικοί θεωρήθηκαν ως ‘τα σκυλιά του καθεστώτος που φροντίζουν για την οικονομική εξόντωση των ανεμβολίαστων,’ τότε, στο σήμερα, αποτελούν δυνάμει συμμάχους, καθότι μόνο μέσω αυτών μπορεί να αποφευχθεί το ‘Σατανικό χακάρισμα’ στην ‘ψυχή και στο σώμα.’ Βλέπε σχετικά, Χρυσοχόου, Δημήτρης., ‘Για μια ευρωπαϊκή res publica…ό.π.
[7] Βλέπε σχετικά, Taguieff, Andre-Pierre., ‘Η συνωμοσιολογία στη διάρκεια της Ιστορίας,’ στο: Taguieff, Andre-Piere., ‘Ο εξτρεμισμός και τα είδωλα του. Επίκαιρες σκέψεις για τον τζιχαντισμό, την άκρα δεξιά, τον αντισημιτισμό, τον λαϊκισμό και τη συνωμοσιολογία…ό.π., σελ. 186. Σε αυτή την περίπτωση, αυτό το σύγχρονο «συνωμοσιολογικό κύμα», δεν συνιστά απόρροια κάποιας «συνολικής κρίσης», είτε κοινωνικής-πολιτικής είτε κρίσης και αξιών. Παρ’ όλα αυτά, έχουμε μία νέα «υπόθεση συνωμοσίας», που εντάσσεται στον εν ευρεία εννοία ‘αστερισμό’ της «μυθολογίας της συνωμοσίας» η οποία αναπαράγεται στην εν Ελλάδι δημόσια σφαίρα ήδη από την περίοδο της πανδημίας. Ποιος μπορεί να έχει ροπή προς την συνωμοσιολογία; Αυτός που αντικαθιστά ή έχει ήδη αντικαταστήσει την ψύχραιμη σκέψη, τον λόγο, την γνώση που προκύπτει από την αντικειμενική παρατήρηση της πραγματικότητας, με τους ‘ψιθύρους’: ‘Σσσς, κάτι ακούω, κάτι ετοιμάζουν πάλι οι μπαγάσες.’ Όπως υποστηρίζει η Σώτη Τριανταφύλλου, «Μια μελέτη που δημοσίευσαν το 2011 η Karen Douglas και ο Robbie Sutton (από το πανεπιστήμιο του Kent) κατέληγε στο εύλογο συμπέρασμα ότι οι θεωρίες συνωμοσίας γίνονται περισσότερο πιστευτές από άτομα που έχουν ροπή προς τη μηχανορραφία, τα μυστικά, τα πισώπλατα μαχαιρώματα: τέτοια άτομα –και ομάδες (κυρίως της άκρας δεξιάς και της άκρας αριστεράς) – προβάλλουν στους άλλους τις δικές τους συνωμοτικές επιθυμίες. Με άλλα λόγια, όταν κάποιος σκέφτεται «με επιβουλεύονται, συνωμοτούν εναντίον μου», υποδηλώνει συνήθως ότι «εγώ στη θέση τους αυτό θα έκανα». Ο μηχανισμός της προβολής επιτρέπει να καταλάβουμε γιατί η συμπεριφορά που συχνά χαρακτηρίζουμε «μακιαβελική» (η αήθης χρησιμοποίηση των άλλων για προσωπικό όφελος), καθώς η απουσία ηθικής (η άρνηση αλτρουιστικών πράξεων), αποτελούν συμπληρωματικούς παράγοντες για να υιοθετήσει κανείς τις θεωρίες συνωμοσίας». Βλέπε και, Τριανταφύλλου, Σώτη., ‘Η συνωμοσιολογία ως τρόπος σκέψης,’ ‘Book Press,’ 18/01/2015, Η συνωμοσιολογία ως τρόπος σκέψης (bookpress.gr) Η εκδήλωση πολλών πυρκαγιών δεν έχει τροφοδοτήσει την συνωμοσιολογία που είναι σχετική με τις νέες αστυνομικές ταυτότητες.