Οι «μύθοι» του ΣΥΡΙΖΑ για το ΕΣΠΑ – Κρείττον του λαλείν το σιγάν

Αλέκος Κρητικός 15 Αυγ 2019

liberal.gr

 

Με αφορμή την πρόσφατη επιστολή του αρμόδιου για την Περιφερειακή Πολιτική Επιτρόπου Γιοχάνες Χαν σχετικά με τον κίνδυνο απώλειας δύο δισεκατομμυρίων ευρώ για τη χώρα μας και τις επισημάνσεις του για την καθυστέρηση απορρόφησης των πόρων του ΕΣΠΑ 2014-2020, ο ΣΥΡΙΖΑ αντέδρασε επαναλαμβάνοντας τους γνωστούς μύθους για να δείξει ότι η εικόνα είναι αντίθετη.

Μύθος πρώτος: οι πρωτιές στην απορρόφηση του ΕΣΠΑ. Πρωτιά υπήρξε όντως κατά την έναρξη της ουσιαστικής υλοποίησης του ΕΣΠΑ, όχι όμως λόγω καλών κυβερνητικών επιδόσεων στην απορρόφηση αλλά λόγω των υψηλών προκαταβολών (8% έναντι 2% στα άλλα κράτη μέλη) που δόθηκαν στην Ελλάδα λόγω κρίσης. Όταν άρχισε να μετριέται η πραγματική απορρόφηση, η υποχώρηση της Ελλάδας ήταν ραγδαία και σήμερα μόλις συγκρατείται κάπου στην 20ή θέση μεταξύ των 28, με ποσοστό απορρόφησης μόλις 25%. Και τούτο στα μέσα του έκτου από τα επτά συνολικά χρόνια της προγραμματικής περιόδου 2014-2020!

Μύθος δεύτερος: η επιτυχία της αύξησης των πόρων συνοχής για την Ελλάδα στο νέο δημοσιονομικό πακέτο κατά 8% παρά τη γενική μείωση κατά 7% των συνολικών πόρων για την πολιτική συνοχής. Εδώ ο ΣΥΡΙΖΑ αιδημόνως αποσιωπά τρία πράγματα:

-ότι ναι μεν οι πόροι για την πολιτική συνοχής προτείνεται να μειωθούν συνολικά, αλλά οι πόροι για τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες της ΕΕ, στις οποίες ανήκουν οι ένδεκα από τις δεκατρείς ελληνικές περιφέρειες προτείνεται να αυξηθούν κατά 9%. Που βρίσκεται λοιπόν η προνομιακή μεταχείριση της Ελλάδας που δήθεν πέτυχε η απελθούσα κυβέρνηση;

-ότι σύμφωνα με τα προτεινόμενα κριτήρια η αύξηση για την Ελλάδα έπρεπε να είναι πολύ μεγαλύτερη αλλά ο «κόφτης» του 8% στην ανώτατη επιτρεπόμενη αύξηση δεν το επιτρέπει. Απόδειξη αυτού είναι το ότι η Πορτογαλία, χώρα με μικρότερο πληθυσμό, με ΑΕΠ/κάτ. υψηλότερο κατά 13% του ελληνικού και χωρίς προβλήματα μετανάστευσης (είναι, και τα τρία, βασικά κριτήρια κατανομής των πόρων) αντί να πάρει λιγότερα από την Ελλάδα, προτείνεται να πάρει 2 δισ.ευρώ περισσότερα! Που είναι λοιπόν η επιτυχία της απελθούσας κυβέρνησης;

-αποσιωπάται επίσης, ευσχήμως, ότι προτείνεται από την Ε.Επιτροπή και ένας άλλος, χειρότερος, «κόφτης» (capping) που δεν επιτρέπει ετήσιες απολήψεις ενός κράτους μέλους μεγαλύτερες του 1,55% του ΑΕΠ του (αντί του 2,35% που ισχύει σήμερα). Για του λόγου το αληθές παρατίθεται η τοποθέτηση του τότε Γενικού Γραμματέα Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του ΥΠΕΞ στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων του Δεκεμβρίου 2018: «…Είναι σαν η κρίση να προσπέρασε την Ελλάδα. Μαγική εικόνα. Στο τρέχον Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο, (οι υπολογισμοί γίνονται)με τα προ κρίσης στοιχεία του ΑΕΠ. Στο νέο ΠΔΠ, με το χαμηλότερο capping στο ΑΕΠ.Για το λόγο αυτό, ζητάμε “διόρθωση στο capping”, ώστε να συνυπολογιστούν οι συνέπειες της κρίσης. Να συνυπολογιστούν, δηλαδή, η βύθιση στο ΑΕΠ και το μεγαλύτερο στην Ευρώπη αρνητικό παραγωγικό κενό (output gap) την περίοδο 2014-2016. Αυξάνοντας το capping αυξάνονται σημαντικά τα κονδύλια συνοχής που θα λάβει η Ελλάδα».

Αντίστοιχη ήταν και η επιχειρηματολογία Τσίπρα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που ακολούθησε. Ορθώς υποστηρίχθηκαν τα ανωτέρω, την «επιτυχία» όμως ούτε εδώ τη βλέπουμε. Για να μην απορήσουμε με την αντίφαση που συνίσ ταται στο ότι η προηγούμενη κυβέρνηση καυχάται για μια αύξηση την οποία η ίδια καταγγέλλει στις συζητήσεις στα ευρωπαϊκά όργανα ως απαράδεκτα ανεπαρκή!

Μύθος τρίτος: Επαίρεται ο ΣΥΡΙΖΑ ότι «..Σήμερα έχουμε πλήρη ενεργοποίηση των προγραμμάτων ΕΣΠΑ και εντάξεις έργων στο 90% του διαθέσιμου προϋπολογισμού, πράγμα που δείχνει το κολοσσιαίο έργο που έγινε στα 4 χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ». Οι αρμόδιες βέβαια υπηρεσίες σημειώνουν ότι στα μέσα του έκτου χρόνου της προγραμματικής 2014-2020 οι εντάξεις έργων θα έπρεπε να βρίσκονται στο 120% . Και τούτο ώστε μέσω αυτού του overbooking να υπάρχει επαρκές περιθώριο αντιμετώπισης αστοχιών, δικαστικών, αδειοδοτικών και άλλων εμπλοκών, άλλων απρόβλεπτων περί το έργο εξελίξεων,  κ.ο.κ.. Δεδομένου δε ότι ,αφ’ ενός ότι η ένταξη ενός έργου – ειδικά αν δεν συνοδεύεται από συμβασιοποίηση – δεν συνεπάγεται και την βεβαιότητα εμπρόθεσμης υλοποίησής του και, αφ’ ετέρου, ότι ο προϋπολογισμός τους θα μειωθεί αισθητά μετά από τις εκπτώσεις κατά τη δημοπράτησή τους, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι αυτό το ποσοστό στην πράξη είναι αρκετά μικρότερο. Και ότι αν δεν ληφθούν αμέσως επείγοντα μέτρα, η απώλεια πόρων θα θεωρείται δεδομένη.

Τέλος, η απελθούσα κυβέρνηση συνεχίζει να θολώνει τα νερά επικαλούμενη τις επιτυχίες της στο «πακέτο Γιούνκερ», αφήνοντας να πλανάται μια σύγχυση μεταξύ «πακέτου Γιούνκερ» και ΕΣΠΑ. Για να μην υπάρχουν λοιπόν παρανοήσεις : το «πακέτο Γιούνκερ» αφορά δάνεια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), που, χάρις σε εγγυήσεις από τον Προϋπολογισμό της ΕΕ, μπορούν να δίδονται με μειωμένες εξασφαλίσεις και ανάληψη αυξημένου ρίσκου. Η Ελλάδα φέρεται να εμφανίζει το μεγαλύτερο – προσοχή, σε σχέση με το ΑΕΠ της – ποσοστό απορρόφησης. Και μπράβο της.

Ας σημειώσουμε όμως τα εξής: μεγάλο μέρος των δανείων έχουν συναφθεί από ιδιωτικές επιχειρήσεις απευθείας με την ΕΤΕπ χωρίς κατ’ανάγκην μεσολάβηση της τότε κυβέρνησης ( έστω και αν ο τότε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης έσπευδε να οικειοποιηθεί μέρος της επιτυχίας μη χάνοντας ευκαιρία να παρίσταται στην υπογραφή των σχετικών συμβάσεων, χωρίς να έχει καμία τυπική εμπλοκή). Ας σημειώσουμε επίσης ότι η αυξημένη προσφυγή ελληνικών επιχειρήσεων στην ΕΤΕπ οφείλεται και στις λόγω κρίσης αδυναμίες του εγχωρίου τραπεζικού συστήματος, μαζί με τα capital controls και τις δυσκολίες εξυπηρέτησης των ελληνικών επιχειρήσεων από ξένες τράπεζες. Να μη μας διαφεύγει δε το ότι τα προσφερόμενα τραπεζικά επιτόκια στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν έχουν να ζηλέψουν σε κάτι τα επιτόκια της ΕΤΕπ, οπότε και το ενδιαφέρον προσφυγής στην ΕΤΕπ επιχειρήσεων των χωρών αυτών είναι,λογικό να εμφανίζεται μειωμένο σε σχέση με τα καθ’ημάς.

Χωρίς λοιπόν να υποτιμούμε τη σημασία της αξιοποίησης του «πακέτου Γιούνκερ»από τη χώρα μας, λίγη συγκράτηση στις θριαμβολογίες δεν θα έκανε κακό. Γενικότερα δε σε ό, τι αφορά όλες τις προαναφερθείσες καυχησιολογίες της απελθούσας κυβέρνησης, η καλοπροαίρετη συμβουλή μας θα ήταν: «κρείττον του λαλείν το σιγάν».