Στην ελληνική φάρμα των ζώων, μερικοί είναι πιο ίσοι. Υπάρχουν πάντα εξαιρέσεις και περιοχές προστατευμένες από τους περιορισμούς που ισχύουν έναντι όλων. Το μνημόνιο, ας πούμε, δεν αγγίζει το θαυμαστό κόσμο του Κοινοβουλίου. Οι υπάλληλοι πετυχαίνουν κάθε φορά την απαλλαγή τους από τις περικοπές που επιβάλλονται σε όλους τους δημοσίους υπαλλήλους, ενώ όσοι φεύγουν τώρα θα απολαύσουν το διπλό εφάπαξ που τους εξασφάλισε το σύστημα. Η αιτία βρίσκεται πίσω, στον τρόπο διορισμού τους. Γιοι, κόρες και ανίψια, φίλοι και στρατιώτες της παράταξης, τακτοποιήθηκαν με αδιαφανείς διαδικασίες οθωμανικού τύπου.
Καθόλου παράδοξο, αν λάβει κανείς υπόψη την αντίληψη που έχουν οι βουλευτές -στη μεγάλη πλειοψηφία τους- για τον εαυτό τους και την υπεροχή τους έναντι των νόμων. Ακόμη σήμερα το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων τους παραμένει αφορολόγητο. Την ώρα που τσακίζονται μισθωτοί και συνταξιούχοι από την άδικη και ισοπεδωτική υπερφορολόγηση, αυτοί που θα ψηφίσουν το νέο φορολογικό νομοσχέδιο και αυτοί που δεν θα το ψηφίσουν, έχουν καταφέρει να πετύχουν τη δική τους εξαίρεση από τα βάρη.
Ανέχθηκαν -γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς- τη μείωση της βουλευτικής αποζημίωσης, αλλά αξιοποίησαν όλα τα παραθυράκια που υπήρχαν, μέσω συμμετοχής σε επιτροπές στις οποίες μπαίνουν και βγαίνουν, και επινόησαν και νέα κόλπα, για να ξεφύγουν από την υποβάθμιση βιοτικού επιπέδου των άλλων. Διατήρησαν την αστυνομική τους φρουρά, το αυτοκίνητό τους, τα υπερπλήρη υπαλλήλων γραφεία τους, διάφορες ατέλειες και, τελευταία, αισθάνονται όλο και περισσότερο την ανάγκη να οπλοφορούν. Η μόδα ξεκίνησε, φυσικά, από τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής και άρχισε να διαχέεται.
Είναι κανονικό να κυκλοφορούν ένοπλοι εντός του Κοινοβουλίου; Τίποτα δεν είναι κανονικό, αλλά και τίποτα δεν ξενίζει πια. Άλλωστε, μια ματιά στα πόθεν έσχες τους, που αναρτώνται κάθε χρόνο για εθιμικούς λόγους, αφού επί της ουσίας έλεγχος δεν γίνεται, δείχνει ότι πρόκειται για μια κάστα με μεγάλη ρευστότητα και μανία με την ιδιοκτησία, αν σταθεί κανείς στην ακίνητη περιουσία τους. Πολλοί από αυτούς δεν έχουν δουλέψει ποτέ στη ζωή τους και είναι αμφίβολο εάν θα κατάφερναν στον ιδιωτικό τομέα -προ κρίσης- να έχουν τέτοιες αμοιβές, ή, σε κάποιες περιπτώσεις, οποιεσδήποτε αμοιβές.
Ασφαλώς και δεν είναι όλοι το ίδιο ούτε έχουν τον ίδιο αξιακό προσανατολισμό. Ωστόσο, η γενική εικόνα είναι ότι, αν δεν πρωταγωνιστούν, ανέχονται τη συντεχνιακή λογική και μέχρι πρόσφατα ανέχονταν ότι η περίφημη βουλευτική ασυλία καλύπτει αδικήματα που δεν έχουν καμία σχέση με την άσκηση των καθηκόντων τους.
Οι επαγγελματίες της πολιτικής ανήκουν σε έναν άλλο κόσμο. Ακόμη και οι πρώην, αν το επιδιώξουν, μπορούν να διατηρήσουν τον αστυνομικό τους για να τους κάνει τον οδηγό, να τους σηκώνει το τηλέφωνο, ενίοτε να φροντίζει και για τα ψώνια της οικογένειας. Διπλές και τριπλές συντάξεις και διά βίου πολυτέλειες για όσους έφτασαν σε υψηλά αξιώματα. Ακόμη και σήμερα, βουλευτικά γραφεία λειτουργούν ως γραφεία ευρέσεως εργασίας για ψηφοφόρους, ενώ η γνωριμία με έναν βουλευτή αποτελεί την καλύτερη δυνατή επένδυση για να βρει κανείς κρεβάτι στην εντατική.
Αν παρακολουθήσει κανείς το κανάλι της Βουλής, σε μια συζήτηση στην οποία παίρνουν μέρος πολλοί, όπως ήταν αυτή που προηγήθηκε της ψήφισης του προϋπολογισμού ή εκείνη που θα έρθει πριν από την ψήφιση του φορολογικού, μένει άναυδος. Άνθρωποι απίστευτα αμόρφωτοι, που δεν μπορούν να συντάξουν σωστά ούτε μια πρόταση, που χρησιμοποιούν τις εκατό βασικές λέξεις και διάφορα τσιτάτα που αντιγράφουν από δω κι από κει για να εντυπωσιάσουν το καφενείο. Πρόσωπα με διάφορες διαταραχές, που προβάλλουν την υστερία και τις νευρώσεις τους, το ναρκισσισμό και την εγωπάθειά τους, τις εμμονές και τα συμπλέγματά τους, χωρίς κανέναν ενδοιασμό ή συστολή. Ρήτορες ερωτευμένοι με τον εαυτό τους, που γοητεύονται από τα λόγια τους, νεοφώτιστοι που μιμούνται τους δεινόσαυρους και παλιές καραβάνες που αναμασούν τα ίδια και τα ίδια, δεκαετίες τώρα. Σαραντάρηδες με συντηρητισμό τον οποίο μπορεί να μην έχουν οι παππούδες τους και νεολαϊκιστές που αναζητούν τη μεγαλύτερη δυνατή ακρότητα για ένα πλάνο στο δελτίο των οκτώ.
Το επίπεδο του κοινοβουλευτικού διαλόγου χαμηλώνει συνεχώς, η αισθητική πέφτει, όποιος πολιτισμός υπήρχε ή θα μπορούσε να υπάρξει εξαφανίζεται και το θέαμα αποκτά όλο και περισσότερο χαρακτηριστικά αρένας, κακόφημης γειτονιάς, γηπέδου ή όλα αυτά μαζί.
Ένας πολιτικός που αισθάνεται καλά με το 38άρι στην τσέπη του, εκείνος που χρησιμοποιεί τον αστυνομικό του ως κουβαλητή της ομπρέλας του, ο άλλος που δεν διανοείται να οδηγήσει για να μη χάσει τη βολή τού πίσω καθίσματος, όποιος κυκλοφορεί σαν αυτοκράτορας της πλάκας με μια κουστωδία αυλικών για να αποκτήσει το μέγεθος που δεν έχει, όσοι δεν έχουν πληρώσει με τα χεράκια τους ένα λογαριασμό και έχουν χρόνια να μπουν σε σούπερ μάρκετ ή σε δημόσια υπηρεσία, προφανώς έχουν χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα και είναι αδύνατο να επικοινωνήσουν με την κοινωνική βάση την οποία υποτίθεται ότι εκπροσωπούν.
Για να είναι αποτελεσματικοί ή έστω σοβαροί, θα πρέπει πρώτα να γίνουν κανονικοί. Επ’ αυτού έχει πολλά να τους πει ο Φουκώ, που έχει εντρυφήσει με ένα μοναδικό τρόπο στην έννοια της μη κανονικότητας, αναζητώντας τη σχέση γνώσης και εξουσίας, αλλά είναι λίγο δύσκολος.