Ζούμε στη χώρα της ελάχιστης συλλογικής ευθύνης. Ο καθένας υποστηρίζει τα στενά εγωιστικά του συμφέροντα. Αυτά συναρθρώνονται σε ομάδες συμφερόντων οικονομικών και κοινωνικών, και κυριαρχούν στο δημόσιο χώρο, αντι-στρατεύοντας μάλιστα στις περισσότερες περιπτώσεις το δημόσιο συμφέρον. Χαρακτηριστική είναι η περίοδο της κρίσης που περνά η χώρα.
Αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει αποθεσμοποίηση στο τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας του κράτους. Η διαμεσολάβηση μεταξύ κράτους και κοινωνίας γινόταν ή γίνεται και σήμερα, παρά την όποια υποχώρηση αλλά όχι κατάργηση του, μέσω του «πελατειακού συστήματος». Το «πελατειακό σύστημα» απαιτούσε ένα ισχυρό πολιτικό φορέα – κόμμα που να είναι μάλιστα κόμμα εξουσίας. Αυτή η απαίτηση ήταν προϊόν και ενός συγκεντρωτικού κράτους, όσο ελάχιστα από αυτά που παραμένουν στην ΕΕ ή πιθανόν μοναδικό. Στην συνέχεια και υπό την πίεση των αλλαγών και της ανάγκης δημιουργίας αποκεντρωμένων δομών, για την διαχείριση Κοινοτικών Πόρων σε Περιφερειακό ή Τοπικό Επίπεδο, το «Ναπολεόντειο Ελληνικό Κράτος» άρχισε να αποδυναμώνει και να ενισχύονται τα αποκεντρωμένα συστήματα Περιφέρεια (αιρετή) και ΟΤΑ ιδιαίτερα με την δεύτερη μεταρρύθμιση τον Καλλικράτη.
Εκτός της ύπαρξη της κομματοκρατίας βασικής προϋπόθεσης του «πελατειακού συστήματος», σημαντικό ρόλο διαδραμάτιζαν οι διάφορες ισχυρές ομάδες συμφερόντων, που συνδέονται με το κράτος είτε λόγω ύπαρξης αγοράς ή κοινωνικής αγοράς, όπως το σύστημα υγείας, είτε λόγω της γραφειοκρατικής λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, είτε των εργολαβιών και προμηθειών σε δημόσια έργα. Είναι γνωστή η ατελής και ογκώδης δικονομική λειτουργία της δημόσιας διοίκησης της χώρας. Επίσης σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν στο σύστημα τα συνδικάτα του δημόσιου τομέα. Ο ειδικός τους ρόλος θεσπίστηκε και αναδείχτηκε με την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα με την μεταπολίτευση, την διεύρυνση του δημόσιου τομέα και την απόπειρα δημιουργίας του κράτους πρόνοιας. Το εγχείρημα η χώρα να φτάσει τις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού στη οργάνωση και λειτουργία του κράτους, εκτός της μεγάλης χρονικής καθυστέρησης, είχε και ιδιαίτερα οικονομικά – κοινωνικά χαρακτηριστικά, σε σχέση με τις δυτικές κοινωνίες, όπως η μη ύπαρξη βιομηχανικής επανάστασης και οργάνωσης φορντικού τύπου και σαφούς ταξικής διαστρωμάτωσης της Ελληνικής κοινωνίας. Η χώρα βγήκε κατεστραμμένη από ένα εμφύλιο πόλεμο, χωρίς να μπορεί να αντιστοιχίσει το βηματισμό της με την εμπειρία του οικονομικού μπουμ της χρυσής δεκαετίας του 60, του κράτους πρόνοιας, της διαμόρφωσης της κοινωνίας της αφθονίας και υπερκατανάλωσης, της νέας κοινωνικής διαστρωμάτωσης και της ανάπτυξης και διεύρυνσης της μεσαίας τάξης, που χαρακτήρισαν τις ανεπτυγμένες χώρες του καπιταλισμού.
Η χρονική καθυστέρηση στη μετάβαση είχε σαν αποτέλεσμα να κυριαρχούν απόψεις κύρια εισαγόμενες ιδιαίτερα μεταξύ των ανωτέρων μορφωτικών στρωμάτων στις οποίες την ηγεμονία είχαν οι απόψεις της αριστεράς. Της αριστεράς σε όλες της τις εκφάνσεις όπως διαμορφώθηκε την δεκαετία του 60 και 70, μέσα από τους αγώνες του Μάη του 68, του Αμερικάνικου φοιτητικού κινήματος, του εργατικού κινήματος στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, της επιτυχημένης σοσιαλδημοκρατικής διακυβέρνησης του καπιταλισμού, μέσω μεταρρυθμίσεων και όχι της υπέρβασης του, των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, αλλά και του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού». Το αποτέλεσμα για την χώρα μας καθαρά για ιστορικούς λόγους (εμφύλιος) ήταν να αναπτυχθούν και να κυριαρχήσουν οι απόψεις με έντονα αντιδυτικά χαρακτηριστικά που για πολύ μεγάλη περίοδο είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη και διαμόρφωση ενός σύγχρονου δημοκρατικού κράτους και μιας αποτελεσματικής και αποδοτικής δημόσιας διοίκησης αλλά και της κοινωνίας των πολιτών.
Η έννοια του δημόσιου λειτουργού αντικαταστάθηκε σταδιακά από το συνδικαλιστή και ο αγώνας για αποτελεσματική διοίκηση στην υπηρεσία του πολίτη, με τα «κεκτημένα δικαιώματα» της προνομιούχας δημόσιας υπαλληλίας, η οποία λειτουργούσε από ένα σημείο και πέρα αυτόνομα σε σχέση με τις αλλαγές και τις εξελίξεις στις νέες τεχνολογίες και το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να μην θιγούν τα μισθολογικά προνόμια. Αποτέλεσμα ήταν να καθυστερεί ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης να γίνεται όλο και πιο αναποτελεσματικός, γραφειοκρατικός αδιαφανής και διεφθαρμένος. Να επιβάλει στο πολίτη το «κόστος διαφθοράς» παρ’ όλο που η συντήρηση της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης ήταν με λεφτά των ελλήνων φορολογουμένων. Εκτός τις σημαντικές απολαβές και τα προνόμια που είχαν σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα, διεκδικούσαν την συμμετοχή τους στο παραγόμενο πλούτο και την αναδιανομή του μέσω της προσοδοθηρίας και της διαφθοράς. Έτσι δημιουργούνταν ένα σύστημα πελατειακών συμφερόντων δημόσιων λειτουργών με τον ιδιωτικό κρατικοδίαιτο τομέα αλλά και το σύστημα υγείας και παιδείας.. Από την μια μεριά ό στόχος ήταν ο αποθυσαυρισμός και με παράνομα εισοδήματα, και από την άλλη ήταν η πρόσβαση στις προμήθειες του δημόσιου και στις εργολαβίες, αλλά και της ασφάλειας για την υγεία, τη λειτουργία της παραπαιδείας, κλπ.
Αυτό για να γίνει δυνατό, έπρεπε να μην υπάρχουν και να λειτουργούν μηχανισμοί έλεγχου σε κανένα επίπεδο και την ίδια στιγμή να μην υπάρχουν συστήματα αξιολόγησης. Αυτό θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε σαν προσπάθεια από-θεσμοποίησης Οι θεσμοί αντικαθίστανται από «το δίκιο του εργαζόμενου» ή του αιρετού που εκλέγεται δημοκρατικά και στη συνέχεια μπορεί να λειτουργεί στο όνομα του «δημόσιου συμφέροντος» με δικούς του κανόνες που προστατεύουν τα συμφέροντα ομάδων συμφερόντων.
Η κρίση ανέδειξε όλες αυτές τις ατέλειες και τα προβλήματα. Ιδιαίτερα όσο αφορά την διαχείριση των δημόσιων πόρων και του εξορθολογισμού τους. Αλλά και τον τρόπο που αξιοποιήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Τις αδυναμίες που υπάρχουν ακόμα σε βασικές υποδομές, που έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί εδώ και χρόνια. Που είχαν τεράστια σημασία και επιπτώσεις για την αναπτυξιακή και παραγωγική πρόοδο της χώρας.
Τα πρόβλημα σήμερα δεν είναι μόνο η οργάνωση και οι λειτουργίες ενός κεντρικού κράτους, αλλά και των αποκεντρωμένων συστημάτων περιφερειακών και τοπικών. Αντικειμενικά το μέλλον είναι στα αποκεντρωμένα συστήματα, που σταδιακά και στη χώρα μας θα αποκτούν και οικονομική αυτονομία, μέσω της θέσπισης των ιδίων πόρων και της μείωσης της εξάρτησης τους από τους κεντρικούς πόρους .
Η λειτουργία αποτελεσματικών τοπικών συστημάτων, προϋποθέτει, ιδιαίτερη ενίσχυση των θεσμών έλεγχου, με την εφαρμογή των νέων τεχνολογιών και της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Προϋποθέτει παράλληλα την διαμόρφωση μιας νέας πολιτικής και επιχειρηματικής ελίτ, έξω από τις λογικές του «πελατειακού συστήματος». Με γνώμονα ένα μεσο-μακροπρόθεσμο δημοκρατικό στρατηγικό προγραμματισμό, με στόχο την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του συνόλου της κοινωνίας των πολιτών και όχι στενών συμφερόντων ομάδων του πληθυσμού, όταν μάλιστα τα συμφέροντά τους βρίσκονται σε αντίθεση με εκείνα της πλειοψηφίας.
Η κρίση μπορεί να εμφανίζεται μέσω υπερβολικού χρέους δημόσιου – ιδιωτικού. Το χρέος όμως είναι το σύμπτωμα της κρίσης.
Οι αιτίες είναι πολύ βαθύτερες – συνδέονται με αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία και το δημογραφικό πρόβλημα στις ανεπτυγμένες χώρες του καπιταλισμού. Βάζοντας έτσι στη συζήτηση το μοντέλο μεγέθυνσης και βιωσιμότητας των κοινωνικών συστημάτων στο δυτικό κόσμο.
Όποιος συνέχισε να συμπεριφέρεται σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο – στη βάση των παλιών μοντέλων, συνέχισε να το κάνει δανειζόμενος.
Η άρνηση των μεταρρυθμίσεων από το πολιτικό μας σύστημα ήταν ο βασικός και κυρίαρχος λόγος που οδήγησε στην κρίση την χώρα. Αυτό είναι κάτι που φαίνεται ότι ακόμα και σήμερα οι πολιτικοί μας ή σημαντικό τμήμα τους δεν φαίνεται να το συνειδητοποιεί, δέσμιοι του «πελατειακού συστήματος» και της αντίδρασης όλων εκείνων που θεωρούν τις όποιες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές, σαν αντίσταση «στα κεκτημένα δικαιώματα».
Είναι ήττα της δημοκρατίας, η υιοθέτηση των πολιτικών λιτότητας, όταν δεν συνοδεύοντα από τις αναγκαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις στο οικονομικό και κοινωνικό σύστημα.
Χωρίς τις μεταρρυθμίσεις οι όποιες αντι-κυκλικές οικονομικές πολιτικές δεν οδηγούν μακροπρόθεσμα σε λύσεις και στην αποτροπή από την εμφάνιση νέων κρίσεων.
Η ελληνική κοινωνία μαζί με το πολιτικό σύστημα ή θα προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα ή ξανά θα γίνει δέσμια των κινδύνων για νέες περιπέτειες.