Οι μετανάστες δεν ψηφίζουν. Συνεπώς, η φτώχεια, η ανεργία και η εξαθλίωσή τους, είναι ζητήματα που δεν μας αφορούν. Οι παράνομοι μετανάστες, που ζητιανεύουν, που συνωστίζονται στα φανάρια και στις πλατείες μας, πρέπει να φύγουν. Όμως, όσο θα «καθαρίζουμε», σε ζωντανή σύνδεση, το κέντρο της πόλης, πρέπει να απαντήσουμε σε ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα:
• Πού θα μεταφερθούν οι χιλιάδες μετανάστες όταν γεμίσουν – στο άμεσο μέλλον – τα κρατητήρια και οι αστυνομικές σχολές; Πότε θα είναι έτοιμα τα στρατόπεδα υποδοχής και γιατί η επιχείρηση αυτή προηγείται της ολοκλήρωσής τους; Εάν συγκεντρώσουμε αύριο τους μισούς παράνομους μετανάστες της χώρας μας – μια πόλη μεσαίου μεγέθους – πού θα τους συγκεντρώσουμε;
• Τι θα κάνουμε με τους μετανάστες που έχουν φροντίσει να πετάξουν τα χαρτιά τους, ή έχουν πλαστά έγγραφα; Γιατί δεν έχουμε μονάδες δεδομένων, προκειμένου η αναγνώριση των πλαστών εγγράφων να γίνεται σε δευτερόλεπτα;
• Και πώς θα διαχωρίσουμε ανήλικους από ενήλικους, αλλά και θα εντοπίσουμε τις οικογένειες από το γενικό πληθυσμό ανδρών και γυναικών; Έχουμε μονάδες δεδομένων με βιομετρικά στοιχεία;
• Και πότε ακριβώς θα έχουμε ολοκληρωμένο σύστημα για την περαίωση αιτήσεων ασύλου; Έχουμε ειδικούς επιστήμονες γι’ αυτό το έργο;
Εάν διαδοχικές κυβερνήσεις είχαν πάρει αυτές τις ερωτήσεις στα σοβαρά, θα μπορούσαμε να απορροφήσουμε πολλά χρήματα από τα κοινοτικά κονδύλια και να δημιουργήσουμε χιλιάδες θέσεις εργασίας. Θα μπορούσαμε επίσης να θέσουμε τους ευρωπαίους εταίρους μας προ των ευθυνών τους. Αλλά ποτέ δεν πήραμε αυτές τις ερωτήσεις στα σοβαρά. Και οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα εκκρεμούν εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία.
Όποιος ξεκινά μια επιχείρηση προσαγωγών χωρίς να έχει επιλύσει αυτά τα πρακτικά ζητήματα, ανταγωνίζεται τη Χρυσή Αυγή σε ανούσια και αδιέξοδη αποφασιστικότητα. Αλλά ας περιμένουμε λίγες μέρες να δούμε πόσο σχεδιασμένος -και μάλιστα «στρατηγικά»- είναι ο «Ξένιος Ζευς». Ας αρκεστούμε μόνο στην παρατήρηση ότι το όνομα αυτής της επιχείρησης τιμά την παράδοση του νεοελληνικού κιτς και μάλλον αποτελεί ήδη υλικό για επιθεωρήσεις.
Χωρίς αστεία όμως, υπάρχουν ορισμένα επιτακτικά «γιατί»:
• Γιατί δεν πρόκειται να κυνηγήσουμε τους παράνομους μετανάστες την εποχή της συγκομιδής της φράουλας, του τρύγου ή της ελιάς; Γιατί αυτοί οι ξένοι είναι προφανώς χρήσιμοι, τουλάχιστον εποχικά, γιατί κάνουν δουλειές που οι έλληνες απλώς δεν κάνουν εδώ και πολλά χρόνια.
• Γιατί δεν πρόκειται να κυνηγήσουμε τις χιλιάδες κυρίες που φροντίζουν τα παιδιά και τους ηλικιωμένους μας; Κάθε εντατική πτέρυγα νοσοκομείου έχει τη δική της λίστα με τηλέφωνα: δεν μπορείς απλώς να φέρεις «τη δική σου γυναίκα», γιατί κάθε προϊσταμένη έχει λίστα με «τις δικές της» γυναίκες. Αυτές οι γυναίκες είναι χρήσιμες. Είναι όλες νόμιμες;
• Γιατί εξακολουθούν να υπάρχουν άθλια κτίσματα στο κέντρο, που γεμίζουν μετανάστες «με το κεφάλι»; Γιατί οι «σκούπες» δεν αφορούν, παρά μόνον ενδεικτικά, τους ιδιοκτήτες αυτών των κτηρίων;
Ίσως γιατί η παρανομία διαχωρίζεται σε χρήσιμη και άχρηστη. Και στην πραγματικότητα, κρατάμε τα προσχήματα και δεν υπηρετούμε το νόμο.
Το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης δεν θέλουμε να το λύσουμε, αλλά να το περιορίσουμε, όπως άλλωστε την πορνεία και τα ναρκωτικά. Δεν είναι τυχαίο ότι χωροταξικά, ο νόμος δείχνει ανοχή στα ίδια σημεία της πόλης και στα ίδια λιμάνια. Περιορίζουμε την ανοχή μας χωροταξικά: «κουτσοί στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα». Περιορίζουμε την ανοχή μας ταξικά: τους νοικάρηδες της τρώγλης και όχι τους ιδιοκτήτες.
Ουσιαστικά, περιθώριο για νόμιμη μετανάστευση στην Ελλάδα ποτέ δεν υπήρξε. Οι μετανάστες χωρίζονται σε παράνομους και πρώην παράνομους, που έχουν νομιμοποιηθεί. Και όπως λειτουργεί το πελατειακό μας σύστημα, υπάρχει τεράστιο περιθώριο επιλεκτικής ανοχής, επιλεκτικής αποφασιστικότητας και ατελείωτης διαφθοράς. Οι μόνοι που δε συμμετέχουν σε αυτό το παιχνίδι, είναι οι μετανάστες, επειδή δεν ψηφίζουν.
.
Η Μαριλένα Κοππά είναι ευρωβουλευτής