Μετά τη μεταπολίτευση σαν φοιτητής αν και από μεγαλοαστική οικογένεια ακολούθησα το ρεύμα της εποχής κι εντάχθηκα σε μια αριστερή οργάνωση. Το φαινόμενο της ριζοσπαστικοποίησης των παιδιών της αστικής τάξης δεν ήταν ελληνικό. Από το 1968 είχε εμφανιστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Δυτική Ευρώπη. Η Ελλάδα λόγω της Χούντας βρισκόταν σε μια παρένθεση. Έτσι μετά την επάνοδο της Δημοκρατίας στα πανεπιστήμια, ένα πλήθος αριστερών οργανώσεων περίμενε τους φοιτητές που διοχέτευαν έτσι την επαναστατική τους ορμή.
ΚΚΕ, το ορθόδοξο, ΚΚΕ εσωτερικού, Τροτσκιστές Μαοϊκοί, Αλβανόφιλοι, 4ο Διεθνιστές και άλλοι πολλοί γαλουχούσαν τους νέους στην ιδέα ενός καλύτερου κόσμου όπως αυτοί τον οραματιζόντουσαν.
Άλλωστε μετά την εμβληματική ενέργεια του Κωνσταντίνου Καραμανλή να νομιμοποιήσει το Κομμουνιστικό Κόμμα, έγινε σαφές ότι δεν διώκεσαι αν δηλώνεις κομμουνιστής.
Κοινός τόπος όλων μας ήταν ότι παλεύαμε για μια δίκαιη σοσιαλιστική κοινωνία. Με αυτήν την έννοια οποιαδήποτε αντίθεση προς τα οράματά μας, γιατί μόνο αυτό ήσαν χαρακτηριζόταν σαν αντικομουνιστική στάση.
Ακόμα και εμείς στο Ρήγα Φεραίο που πιστεύαμε στον ήπιο δρόμο μετάβασης προς το Σοσιαλισμό και είμασταν υπέρ της ένταξης στην ΕΟΚ, διστάζαμε να πούμε ανοικτά ότι δεν μας εκφράζει η κομμουνιστική προοπτική. Βλέπαμε την ηγεσία του Κόμματος να έχει παρτίδες με το καθεστώς Τσαουσέσκου και διπλωματικές σχέσεις με τη Βόρειο Κορέα χωρίς να αντιδρούμε. Μας πήρε καιρό να κατανοήσουμε ότι η υπεράσπιση της Δημοκρατίας δεν ταιριάζει με την αποδοχή ολοκληρωτικών καθεστώτων.
Οι κατηγορίες του αντικομμουνιστή και του φασίστα ήταν η καραμέλα κάθε αντιπαράθεσης. Όταν ξέμενες από επιχειρήματα πέταγες την κατηγόρια αυτή. Η κατηγορία αυτή εκσφενδονίζονταν ακόμα και προς μετριοπαθείς ανθρώπους που είχαν εναντιωθεί στο μετεμφυλιακό κράτος που εξασφάλιζε την υπακοή με αυταρχισμό και πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων αλλά και πιο πρόσφατα στην Χούντα.
Το θέμα όμως είναι ότι 75 χρόνια μετά την λήξη του Εμφυλίου και ευτυχώς την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού την ρετσινιά του αντικομουνιστή τη φοβούνται πολλοί. Γεγονός είναι είναι ότι ο αντικομμουνισμός ήταν ένα ένδυμα που φορέθηκε τότε από όσους ήθελαν να συμμετάσχουν στη νομή της εξουσίας, άλλοι για να ξεπλύνουν δικές τους αμαρτίες, κι άλλοι για να κερδίσουν κάτι.
Σήμερα όμως ο αντικομμουνισμός δεν είναι διακήρυξη παρά η λογική εναντίωση σε μια ολοκληρωτική ιδεολογία, η οποία όπου εφαρμόστηκε μόνο δεινά έφερε. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο κόσμος που ζούμε δεν είναι άδικος και χωρίς σοβαρά προβλήματα. Είναι όμως καλύτερος από τις χώρες που εφαρμόζεται η κομμουνιστική ιδεολογία ή κάποιο παράγωγό της ακόμα και σήμερα.
Οι θεσμοί της αστικής δημοκρατίας εξοπλισμένοι με δομικά αντίβαρα είναι το πιο αξιόπιστο εργαλείο που έχουμε. Δυστυχώς όμως η κατανόηση τους απαιτεί νηφάλια κρίση Αντίθετα οι δημαγωγοί επενδύουν στο συναίσθημα που κοχλάζει και ο (πρωτο)φασισμός κάνει την εμφανισή του χωρίς στολές και παρελάσεις. Ο Ουμπέρτο Εκο έχει περιγράψει τα 14 χαρακτηριστικά του πρωτοφασισμού και αποδεικνύει πως ο φασισμός ξαναεμφανίζεται με άλλο προσωπείο.
Έχουμε λοιπόν πρόβλημα ίσως και πιο έντονο, γιατί μετά την κατάρρευση των αριστερόστροφων «ευαγγελίων» ο κόσμος εύκολα παρασύρεται από ακροδεξιούς δημαγωγούς. Το εκκρεμές πάει στην αντίθετη μεριά.
Δεν είναι θέμα επιλογής, ποιο είναι λιγότερο επικίνδυνο. Και τα δυο αυτά ιδεολογικά ρεύματα απειλούν την Δημοκρατία και τους θεσμούς της.
Η ευκολία της αμφισβήτησης των δημοκρατικών θεσμών επαναστατικώ δικαίω ιδίως την τελευταία 15 ετια έχει κάνει ζημιά. Η πάνω και η κάτω πλατεία δηλητηρίαζαν την Δημοκρατία από την πρώτη στιγμή κι ας έμοιαζαν σαν ένα πανήγυρι λαϊκών συνελεύσεων.
Σήμερα όμως ο αντισυστημισμός έχει βρει γόνιμο έδαφος στην αντίπερα όχθη. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η πρώτη επίσημη απενοχοποίηση της υπερσυντηρητικής δεξιάς ήταν η επιλογή Καμμένου σαν εταίρου στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ.
Η ιστορία αυτή δεν τελείωσε Γράφεται μπροστά στα μάτια μας. Ας τα κρατάμε τουλάχιστον ανοικτά.
Σχόλιο στην εκπομπή «Καθρέφτης» του Χρήστου Μιχαηλίδη στo Α΄Πρόγραμμα της ΕΡΤ