Οι λέξεις

Ανδρέας Πετρουλάκης 03 Μαρ 2020

protagon.gr


Πιστεύετε ότι η αντίδραση της αντιπολίτευσης θα ήταν διαφορετική αν το σχέδιο μαζικής εργαλειοποίησης των προσφύγων που αναπτύσσει τώρα ο Ερντογάν το χειριζόταν κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ; Πάλι τα κόμματα της αντιπολίτευσης, και η Νέα Δημοκρατία φυσικά, θα προέτασσαν στην κριτική τους τον αιφνιδιασμό της κυβέρνησης, την απουσία προετοιμασίας, το έλλειμμα πληροφόρησης των ευρωπαίων εταίρων, την έλλειψη συνολικού σχεδίου. Δηλαδή τρίχες κατσαρές. Ισως να υπήρχαν κάποιες φραστικές παραλλαγές με τη σημερινή πολιτική διαμάχη κυβέρνησης – αντιπολίτευσης, μόνο επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί πάντα απαραίτητη την υπερφόρτωση της συζήτησης με ρητορική αριστερής ευαισθησίας, πάντως ουσιαστικά με τα ίδια αποτελέσματα πολιτικής. Πάνω-κάτω, τα ίδια κάνουν – και το αριστερό κόμμα διατηρούσε μια Μόρια-κολαστήριο που λειτουργούσε σαν σκιάχτρο στα κινητά τηλέφωνα των προσφύγων, είμαι δε σίγουρος ότι και σήμερα στον Εβρο θα έκανε, και καλώς, ό,τι κάνει η σημερινή κυβέρνηση. Αντιστροφή ρόλων και λέξεων. 

Σε κάθε περίπτωση, αυτή η γονιδιακή διαστροφή των ελληνικών κομμάτων να βγάζουν ωφελιμιστικό ξύγκι από κάθε εθνική κρίση, είναι και βλαπτική και πληκτική. Πιστεύουν πραγματικά ότι τους ακούει κανείς τώρα που έχουν πάρει φωτιά τα τόπια; Μόνο τον Βελόπουλο ακούει η κοινωνία, μόνο τους ακροδεξιούς της κυβέρνησης, μόνο τους ξενοφοβικούς αυτοδιοικητικούς, μόνο τους απόστρατους και καθηγητές των πάνελ που με αξιοπρόσεκτη εμμονή και πυκνότητα καλούν οι παρουσιαστές, μόνο τις ρατσιστικές και αντιμεταναστευτικές φωνές προσέχει τώρα μια κοινωνία που ήταν από καιρό έτοιμη να το κάνει. 

Η κυβέρνηση έχασε πολύτιμο χρόνο δείχνοντας τον εχθρό στο πρόσωπο του ΣΥΡΙΖΑ – θα πρέπει να έχει κάνει ρεκόρ αναφορών η φράση του Τσίπρα ότι η θάλασσα δεν έχει σύνορα και της Τασίας Χριστοδουλοπούλου ότι οι μετανάστες λιάζονται. Ηταν το οξύμωρο, ότι η κυβέρνηση είχε κολλήσει στο 2015, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ είχε κάνει σημαντικά βήματα έκτοτε. Και ο ΣΥΡΙΖΑ από τότε που έγινε αντιπολίτευση ξαναθυμήθηκε τον ρηχό αριστερό λυρισμό που είχε παραμερίσει ως κυβέρνηση, και που καμιά πειθώ δεν έχει στους ανθρώπους που νιώθουν να απειλούνται. Ολα αυτά ήταν η χαρά του Αδωνι και του Μουτζούρη. Η χαρά της ρητορικής της εχθροπάθειας, της ξενοφοβίας και της παρόξυνσης σε μια εποχή που κυρίως απαιτεί καταλλαγή των εσωτερικών μετώπων. 

Το φαινόμενο νησιωτών να απωθούν λέμβους δεν έχει προηγούμενο. Εγινε τώρα γιατί ανέβηκε υπερβολικά η ένταση, όχι μόνο των γεγονότων, αλλά και του δημόσιου λόγου. Οι λέξεις ασύμμετρος πόλεμος, υβριδικός πόλεμος, εισβολή κ.λπ. εισέβαλαν ασύμμετρα και αιφνιδιαστικά στο λεξιλόγιό μας με αφετηρία τις γνωστές ακροδεξιές φωνές που ζουν για τέτοιες στιγμές. Δηλαδή οι νησιώτες, αλλά όχι μόνο, πείστηκαν πια ότι ζούμε σε πολεμικό περιβάλλον, οπότε ευλόγως γίνονται αυτά που μέχρι τώρα δεν είχαν διανοηθεί να γίνουν – δύναμη αποτροπής. Μπορεί να είχε παρέλθει προ πολλού η εποχή του Νομπέλ, αλλά ποτέ μέχρι σήμερα δεν έδιωχναν τις βάρκες της ανθρώπινης συμφοράς. Οι λέξεις δεν είναι μόνο ετυμολογία, σύμφωνα με τους αστείους ισχυρισμούς που είχαμε ακούσει για τη χρήση του όρου «λαθρομετανάστης», έχουν ισχύ πολλαπλασιαστή άγριων ενστίκτων, σε μια κοινωνία που μόνο η Ακροδεξιά φρόντισε να εκπαιδεύσει συστηματικά για αρκετά χρόνια, και που δεν άκουγε ποτέ αρκετά πειστικές λέξεις στην αντίθετη κατεύθυνση.

Τα κόμματα που χειρίστηκαν την προσφυγική κρίση ασχολήθηκαν περισσότερο με το να κατηγορούν το ένα το άλλο και λιγότερο για να πείσουν την ελληνική κοινωνία ότι δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις, ίσως καν λύσεις, σε ένα φαινόμενο παγκόσμιου βεληνεκούς που έλαχε να σκάσει στην πόρτα μας, αλλά και ότι δεν μπορούμε να συμπεριφερόμαστε ούτε σαν στρουθοκάμηλοι ούτε ως αρνητές της πραγματικότητας. Και το ελάχιστο που έχουμε να κάνουμε όλοι μας είναι χαμηλώσουμε την ένταση των εσωτερικών αψιμαχιών, να περιορίσουμε το φορτίο της αντιμεταναστευτικής ρητορικής και να κοιτάξουμε πώς θα βρούμε τις πιο πρόσφορες μεθόδους χειρισμού (και όχι λύσης, αφού δεν μπορούμε να τη δώσουμε εμείς) του προβλήματος. 

Ζούμε ακριβώς στη συνθήκη που μπορεί να ανασύρει στην επιφάνεια τον χειρότερο εαυτό μας. Δεν θυμάμαι άλλη πρόσφατη περίπτωση που η συναίνεση και η ψυχραιμία ήσαν πιο απαραίτητες, αλλά και πιο ελλειμματικές, από την τωρινή. Το βάρος πέφτει στην πολιτική ηγεσία οριζοντίως, να πείσει τον λαό ότι ο εχθρός δεν βρίσκεται μεταξύ μας, δεν βρίσκεται στις λέμβους που καταφθάνουν, βρίσκεται στην απέναντι όχθη και λέγεται Ερντογάν.