Εχουμε στη χώρα μας σημαντικό έλλειμμα παραγωγής. Αυτό είναι το κύριο θέμα. Η υστέρηση στην παραγωγικότητα, η μειωμένη ανταγωνιστικότητα, το υψηλό εμπορικό έλλειμμα, οι δυσκολίες στις εξαγωγές είναι συνακόλουθα.
Εισάγουμε σχεδόν τα πάντα και παρά την αύξηση των εξαγωγών το τελευταίο διάστημα, το έλλειμμα του αγροτικού ισοζυγίου παραμένει μεγάλο. Και παρά την παρατεταμένη κρίση ο καθορισμός των τομέων προτεραιότητας στους οποίους θα στηριχθεί η Ελλάδα για τα επόμενα δέκα χρόνια δεν έχει γίνει. Οι αλλεπάλληλες κυβερνήσεις ζουν υπό το άγχος των μέτρων του Μνημονίου, οι παραγωγικές τάξεις προωθούν τα συντεχνιακά τους συμφέροντα, οι συνδιακαλιστές αγωνίζονται για τα πάλαι ποτέ κεκτημένα και η κρίση βυθίζει την κοινωνία σε μαρασμό και απογοήτευση.
Δεδομένης όμως της κατάστασης της οικονομίας τίθεται ένα ζήτημα επιλογών. Πρέπει να καθορίσουμε νέες προτεραιότητες, εφικτούς στόχους κι ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα δράσης. Αν διαβάσει κανείς τις πρόσφατες μελέτες σχετικά με τις δυνατότητες ανάπτυξης της χώρας και αντιμετώπισης της κρίσης, παρατηρεί δύο κυρίως πράγματα: μια συχνή αναφορά στον αγροτικό τομέα και ταυτόχρονα, μια έλλειψη εξειδίκευσης των προτάσεων. Τι λείπει τελικά; Λείπει ένα συνολικό εθνικό σχέδιο, μια στρατηγική για το τι θέλουμε, τι μπορούμε να κάνουμε και πώς θα δράσουμε. Δεν φταίει μόνο ο μικρός κλήρος, η κατάντια των συνεταιρισμών, κ.λπ., χρειάζεται μια σύγχρονη αγροτική πολιτική.
Ο αγροτικός τομέας από τη φύση του και χάρη στην εκτεταμένη παρουσία του στην ενδοχώρα παρουσιάζει υψηλό δείκτη συνέργειας με άλλους κλάδους και τομείς της πραγματικής μας οικονομίας: μεταποίηση, εξαγωγές, τουρισμό, εστίαση, τοπικό εμπόριο, κ.ο.κ. Ολοι αυτοί οι τομείς επηρεάζονται από τις δραστηριότητες του πρωτογενούς τομέα, εξαρτώνται από τις πρώτες ύλες του και αποτελούν τη βάση για την ανάπτυξη συναφών υπηρεσιών. Οι τομείς αυτοί συνολικά συνθέτουν έναν ευρύτερο κύκλο που αποκαλώ «σύστημα αγρο-συνεργειών». Το σύνολο των θέσεων εργασίας αυτού του οικονομικού πλέγματος αφορά όλες τις οικογένειες, αφορά βεβαίως την αυτο-απασχόληση και την αυτο-κατανάλωση. (βλ. Αθ. Θεοδωράκης «Πίσω στο χωριό… Η απάντηση στην κρίση είναι η αγροτική παραγωγή», εκδόσεις «Λιβάνη»).
Η μεγέθυνση και η ανασύνθεση του ελληνικού ΑΕΠ θα προέλθουν μόνο μέσα από την αύξηση της παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών ποιότητας και κυρίως από αυτά του αγροτικού τομέα. Η μετεγκατάσταση ανέργων στην επαρχία και η ένταξή τους στην αγροτική παραγωγή και στο ευρύτερο «σύστημα των αγρο-συνεργειών» με οργανωμένο τρόπο, με τεχνική και επιστημονική υποστήριξη, με διοικητική υποβοήθηση και παραγωγικά κίνητρα, θα δώσουν διέξοδο σε εκατοντάδες χιλιάδες νέους και νέες και παράλληλα θα αυξήσουν την εθνική μας παραγωγή, μειώνοντας τις εισαγωγές και αυξάνοντας τις εξαγωγές.
Το μεγάλο άλμα και στοίχημα της ελληνικής οικονομίας σημαίνει κυρίως στροφή στην παραγωγή, συνειδητή επιλογή κατανάλωσης ντόπιων προϊόντων, συστηματική προβολή του made in Greece. Γι? αυτό πρέπει επειγόντως να συζητήσουμε για κίνητρα, μηχανισμούς στήριξης, μικρο-δάνεια με χαμηλό επιτόκιο, με δύο λόγια για ένα αποτελεσματικό σύστημα υποστήριξης των παραγωγών έξω από την απογοητευτική σημερινή γραφειοκρατία. Να δούμε το θέμα υπό το πρίσμα της νέας, μικρής, ατομικής αλλά και συλλογικής αγροτικής επιχειρηματικότητας. Κι αυτό σημαίνει παράλληλα κοινωνική αναβάθμιση του αγρότη, σημαίνει και μια άλλη στάση ζωής, αφού οι σχέσεις παραγωγού και καταναλωτή μπαίνουν πλέον σε νέα φάση.
Επιστροφή στο χωριό, λοιπόν, ειδικά για τα νέα ζευγάρια, για επιβίωση, για προκοπή, για παραγωγή, αλλά με σχέδιο και γνώση κι όχι ως κούφιο σύνθημα ή παγίδα για αφελείς. Ενα χωριό σύγχρονο, αφού η πρόσβαση είναι σχετικά εύκολη, οι υποδομές λειτουργικές και η ποιότητα ζωής ανθρώπινη, καλύτερη σε σχέση με αυτά που ζουν οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων. Ενα χωριό που παράγει, που αποτελεί μια οργανωμένη, δραστήρια και αλληλέγγυα τοπική κοινότητα ανθρώπων, που κάνει χρήση των σύγχρονων τεχνολογιών, που ζει μέσα από την ειλικρινή συνεργασία των παραγωγών, των βιοτεχνιών, του εμπορίου και των καταναλωτών.