Οι κυνηγοί: Χωροχρονικές συνθέσεις

Θόδωρος Σούμας 03 Σεπ 2023

Στέλνω στη «Μεταρρύθμιση», ως σταθερός συνεργάτης της σε πολιτικά, βιβλιοφιλικά και κινηματογραφικά άρθρα, ένα κείμενό μου για την ταινία Οι κυνηγοί, του αείμνηστου Θόδωρου Αγγελόπουλου, επειδή διάβασα το σχετικό, συμπαθητικό άρθρο του φίλου Γιώργου Σιακαντάρη. Το δικό μου άρθρο περιέχει βέβαια περισσότερες αισθητικές παρατηρήσεις.
Tο 1977 ο Αγγελόπουλος γυρίζει το αλληγορικό πολιτικό φιλμ Οι κυνηγοί. Η ταινία συνδυάζει στοιχεία πολιτικά, σουρεαλιστικά και συμβολικά, δηλ. τον Μπρεχτ, την κομμουνιστική πολιτική λογική και τον Μπουνιουέλ… Στους Κυνηγούς, που περιγράφουν τον βίο και την πολιτεία των Ελλήνων δεξιών, εισβάλλει στη ζωή της αστικής, δεξιάς παρέας, με τη μορφή του πτώματος ενός παγωμένου στα χιόνια αντάρτη του 1949, το πτώμα της κατακρεουργημένης, από την αντίδραση, ιστορίας, το οποίο τελικά απωθείται από τον φόβο των τύψεων και της αναζωπύρωσης, της νεκρανάστασης της επανάστασης.  Οι δεξιοί χαρακτήρες μας δίνονται, σχηματικά, σαν διεφθαρμένοι και τιποτένιοι καλοπερασάκηδες που όλο διασκεδάζουν, πολιτικολογούν ή βιαιοπραγούν. Ο Αγγελόπουλος στήνει μαεστρικά τις χωροχρονικές συνθέσεις του με πλαν-σεκάνς (μονοπλάνα) όπου, με αφορμή τις καταθέσεις των προσώπων που ανακάλυψαν το παγωμένο πτώμα του αντάρτη, παρελαύνουν τα βασικά γεγονότα της ελληνικής, μεταπολεμικής πολιτικής (εμφύλιος, σχέδιο Μάρσαλ, ΕΡΕ, Γρηγ.Λαμπράκης, Γεώργιος Παπανδρέου, ΕΔΑ, ιουλιανά, δικτατορία και μεταπολίτευση).
Η ταινία είναι κατασκευαστικά πολύ καλή και καλοκουρδισμένη, με τα τράβελινγκ και τα πανοραμικά 360 μοιρών της κάμερας και τα περάσματα σε διαφορετικό χρόνο (άλματα στο χρόνο) μέσα στο ίδιο πλαν-σεκάνς, ή τη συναρμογή-σύνθεση διαφορετικών χώρων και δράσεων σε έναν φιλμικό χώρο, ένα ενιαίο πλάνο. Παρ’όλη τη σκηνοθετική επιδεξιότητά της, η ταινία έχει μια κάποια ακαμψία, την αφηγηματική και μορφική δυσκαμψία που βρίσκουμε ενίοτε στο έργο του Αγγελόπουλου, μάλλον επειδή έχει κάποια ροπή προς το μανιερισμό (οι αισθητικές επιλογές του, μερικές φορές, τού γίνονται μανιέρα και έμμονη ιδέα). 
Παρά την υψηλή καλλιτεχνική, στιλιστική κι εικαστική αρτιότητά τους, Οι κυνηγοί έχουν μια κάποια δυσκαμψία στη διάρθρωση του μάλλον απλουστευτικού ιδεολογικού μηνύματος και της αφήγησης, κάποια ιδεολογικοπολιτική σχηματικότητα, τον παραδοσιακό ιδεολογικό δογματισμό της ελληνικής αριστεράς. Τα φιλμ του (Οι κυνηγοί, Ο Θίασος, Ταξίδι στα Κύθηρα, Μέρες του’36) για την αριστερά, τις πολιτικές συγκρούσεις δεξιάς-αριστεράς και τον εμφύλιο, έχουν μια τάση δαιμονοποίησης των αστικών, των δεξιών και των ξένων δυνάμεων. Έχουν, επίσης, συχνά μια τάση ωραιοποίησης της πολιτικής δράσης της αριστεράς, μια τάση αγιοποίησής της. Ειδικά σχετικά με τον εμφύλιο πόλεμο, δεν γίνεται επιμερισμός των ευθυνών και στις δύο παρατάξεις, και η αριστερά απαλλάσσεται από τις ευθύνες της για τη συντέλεσή του.
Οι Μέρες του ’36, Ο Θίασος και Οι κυνηγοί αποτελούν την πρώτη τριλογία του Αγγελόπουλου, με θέμα την ελληνική, σύγχρονη πολιτική ιστορία.(*)

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------

(*). Θα συνεχίσω με ένα ακόμη σχετικά προβληματικό από ιδεολογικοπολιτική άποψη, φιλμ του Θ.Αγγελόπουλου, το Ταξίδι στα Κύθηρα. Το 1984 ο Αγγελόπουλος γυρίζει το λυρικό, προοδευτικό κι αριστερό, ανθρωπιστικό φιλμ, τρόπον τινά ποιητικού ρεαλισμού, Ταξίδι στα Κύθηρα. Η ταινία αφηγείται, μέσα από το πρίσμα ενός σκηνοθέτη και γιου (Τζούλιο Μπρότζι) ο οποίος σκέφτεται, φαντάζεται την επόμενη ταινία του, τις περιπέτειες της επιστροφής στο χωριό του, ενός πολιτικού πρόσφυγα από την ΕΣΣΔ, πρώην αντάρτη του Δημοκρατικού στρατού, απολωλότος συζύγου και πατέρα (του σκηνοθέτη). Πρόκειται για τη μάταιη επιστροφή του Οδυσσέα στην πατρίδα του, όπου βασική συμπαραστάτης του είναι η πιστή γυναίκα του Πηνελόπη. Ο ξεροκέφαλος γέρος αρνείται να υπογράψει την παραχώρηση των χέρσων χωραφιών του για να κτισθεί ένα μεγάλο ξενοδοχειακό συγκρότημα και γι’αυτό έρχεται σε σύγκρουση με τους συγχωριανούς του (και με την κόρη του, ερωτομανή ηθοποιό). Δεν μπορεί να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα, μετατρέπεται σε έναν ξένο στον γενέθλιο τόπο του, περιέρχεται σε αδιέξοδο, κοινωνικό, πολιτικό και οικογενειακό, και απομονώνεται... Οι δυσαρεστημένοι συγχωριανοί του, για να τον ξεφορτωθούν, βάζουν τις αρχές να τον διώξουν από τη χώρα, μιας και δεν έχει ακόμη ιθαγένεια, και είναι τυπικά άπατρις, με άδεια παραμονής που μπορεί να ανακληθεί. Ο υπεύθυνος για την απέλασή του αστυνομικός, τον επιβιβάζει σε μια σχεδία και τον απομακρύνει ως τα διεθνή χωρικά ύδατα, μέχρι να μπορέσει να τον ξαποστείλει με κάποιο καράβι. (Ο Αγγελόπουλος δείχνει να συγχέει τα κατασταλτικά μέτρα που μπορούσαν να παρθούν στην ΕΣΣΔ, από την οποία ήρθε ο πρώην αντάρτης, και τα οποία δείχνει με ενάργεια στη Σκόνη του χρόνου, με το τι γινόταν στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης). Τα αντιδραστικά όργανα του ελληνικού κράτους μπορούν -ποιητική αδεία;- να κάνουν οποιαδήποτε αυταρχική κι απολυταρχική αυθαιρεσία… Διότι, άλλωστε, η ταινία κινείται σε μια ατμόσφαιρα ποιητική και λυρική. Στο τέλος, ο γέρος, πάνω στη σχεδία, φεύγει προς έναν ου-τόπον, προς το θάνατο, εκτός μυθοπλασίας, πέραν του συγκεκριμένου ελλαδικού χωροχρόνου…

Αναφορικά με τη σκηνοθετική φόρμα, ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί σχετικά πιο κοντινά και σύντομα πλάνα από τα γενικά και αργόσυρτα του Μεγαλέξαντρου. Δείχνει να πήρε υπόψη του τις κριτικές που άκουσε για το προηγούμενο φιλμ του, να πλησίασε με την κάμερα -και το συναίσθημα- περισσότερο τους χαρακτήρες του, αφήνοντας τα τεράστια, αργά, περιστροφικά πλαν-σεκάνς 360 μοιρών… Το Ταξίδι στα Κύθηρα, Ο μελισσοκόμος και το Τοπίο στην ομίχλη, διαδοχικά γυρισμένα, αποτελούν την Τριλογία της σιωπής, όπως θα ονομασθούν από τον Θ.Α.