Είναι προφανές ότι η πρωτοβουλία για τη δημοκρατική προοδευτική παράταξη βρίσκεται σε μια πολύ κρίσιμη καμπή. Βρισκόμαστε στο πρώτο μεγάλο σταυροδρόμι. Είναι η ώρα που πολλά θα ξεκαθαρίσουν. Μετά το πρώτο μεγάλο βήμα, την πρόσκληση των 58, την ανταπόκριση του ΠΑΣΟΚ, σημαντικών κινήσεων και τις μεγάλες εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν σε όλη την Ελλάδα, περνάμε στο πρώτο ουσιαστικό πείραμα. Πως θα πάρει πολιτική σάρκα και οστά όλη αυτή η πολιτική ενέργεια; Πως θα διατηρηθεί αυτό το μοναδικό πλησίασμα ανθρώπων που είτε έχουν ξαναβρεθεί στο παρελθόν και χάθηκαν στην πορεία είτε συναντιόνται σήμερα για πρώτη φορά;
Το πρώτο σπουδαίο στοίχημα είναι οι ευρωεκλογές. Για να το κερδίσουμε όμως πρέπει να το παίξουμε. Και για να το παίξουμε πρέπει να μπουν διαφανείς συναινετικοί κανόνες που όλοι θα σεβαστούν. Σε αυτό έχουμε καθυστερήσει σημαντικά. Τα νέα πολιτικά ήθη που πρεσβεύουμε επιτάσσουν πρώτα την αυτοκριτική μας και έπειτα να περνάμε στην κριτική των άλλων. Πράγματι έχουμε αργήσει οι 58+. Έχουμε αργήσει να αποσαφηνίσουμε όχι τις προθέσεις μας αλλά κυρίως τον πολιτικό σχεδιασμό μας, τις θέσεις μας.
Η μεγάλη αποδοχή της πρωτοβουλίας μας δεν μας βρήκε έτοιμους γιατί κυρίως δεν είμαστε επαγγελματίες της πολιτικής. Γιατί ακόμη και μέσα στους 58 υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις, αντανακλαστικά, στοχεύσεις. Και είναι λογικό, δεν είμαστε κόμμα, δεν είμαστε οργανωμένοι, δεν είμαστε δεδομένοι. Είμαστε μια πολιτική πρωτοβουλία που έβαλε ένα και μοναδικό στόχο και προσπαθεί να τον διατηρήσει πάση θυσία: να συνενώσει όλες τις δυνάμεις του δημοκρατικού προοδευτικού τόξου, να δώσει πνοή στον πολιτικό χώρο που ιστορικά στην Ελλάδα είναι κομβικός αλλά που σήμερα αποσυντίθεται μέσα στην κρίση. Όλες οι τοπικές πρωτοβουλίες που έχουν ξεπηδήσει σε όλη την Ελλάδα είναι η ζωντανή απόδειξη ότι η αρχική μας ιδέα είναι ένα πραγματικό κοινωνικό αίτημα, ένα μεγάλο πολιτικό ζητούμενο.
Υπάρχει μια μεγάλη φιλολογία τις τελευταίες ημέρες για την απότομη απόφαση της κυβέρνησης να αλλάξει το νόμο για την εκλογή των ευρωβουλευτών. Το πνεύμα σύμπνοιας απειλείται. Το μούδιασμα για το ενδεχόμενο να ξαναχτύπησε ο παλιός δικομματισμός είναι εύλογο. Όμως ας δείξουμε ψυχραιμία.
Όσοι ήταν και είναι οπαδοί της λίστας καλά κάνανε και κάνουν που γκρινιάζουν. Όσοι όμως θέλανε και θέλουν άνοιγμα του πολιτικού παιχνιδιού δεν μπορούν να καταδικάζουν εξ? ορισμού την προσφυγή στη (λαϊκή) ψήφο. Είναι τουλάχιστον ασυνεπές αν όχι κάτι χειρότερο. Η σταυροδοσία μπορεί να μην είναι η καλύτερη μέθοδος και πράγματι να εξυπηρετεί πρόσκαιρες κομματικές σκοπιμότητες. Εδώ είναι όμως η ευκαιρία να φανεί ποιοι και που διαφέρουν και πόσο το εννοούν. Το ψηφοδέλτιο, η σύνθεσή του, και όχι η τελική κατάταξη είναι αυτό που θα διαφοροποιήσει τα κόμματα σε αυτή την ιστορία. Εκεί θα κριθούν πολλά. Εκεί είναι η ώρα για τα μεγάλα «ναι» και τα μεγάλα «όχι». Εκεί είναι που θα αποδειχτεί πόσο μπορεί να υπάρχει μια συμφωνία τόσο για τα πρόσωπα και το πλαφόν των εξόδων όσο και για την παρουσία των υποψηφίων στα ΜΜΕ. Εκεί θα κριθεί εάν μπορούμε πραγματικά να ανασυνθέσουμε τη μεγάλη δημοκρατική παράταξη.
Είναι η στιγμή να γίνει σαφές ότι είμαστε απέναντι στο φτηνό λαϊκισμό αλλά και στον ελιτισμό που θέλει ο λαός να ψηφίζει την αριστοκρατία παντός τύπου, αλλιώς να θεωρείται άχρηστος. Γι αυτό εμείς πρώτοι ανοίξαμε το θέμα των ανοιχτών διαδικασιών για τη συγκρότηση του ευρωψηφοδελτίου.
Είναι η στιγμή να γίνει σαφές ότι η πρωτοβουλία μας έρχεται μόνο να συνθέσει, όχι να διασπάσει ή να αποτελειώσει. Γι αυτό θα συνεχίσουμε να καλούμε τον κ. Κουβέλη και κάθε άλλον που αρχικά δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκλησή μας.
Είναι η στιγμή να ξεκαθαρίσουμε ότι ο σκοπός μας δεν είναι ούτε να «σερβίρουμε ξαναζεσταμένο φαγητό», ούτε να «κάνουμε κηδεία με ξένα κόλλυβα». Είμαστε και θα παραμείνουμε πρόσκληση πολιτικής συνένωσης και συνύπαρξης σε κάτι νέο. Αλλιώς η πρωτοβουλία δεν έχει λόγο ύπαρξης. Αλλιώς όλοι μας μπορούμε να ξαναγυρίσουμε σπίτια μας και να κάνουμε τις δουλειές που αγαπάμε απερίσπαστοι.
Η φιλολογία των τελευταίων ημερών μας έχει εκτρέψει από τους πραγματικούς πολιτικούς κινδύνους που μας ενεργοποίησαν αρχικά, μας έχει βάλει πάλι στη λογική του πολιτικού κουτσομπολιού. Είναι η ώρα των ειλικρινών διαπραγματεύσεων. Είναι η ώρα να ξαναδούμε τη μεγάλη εικόνα και να μη ξαναγυρίσουμε στη μικρή, προσωπική, την εγωκεντρική μιζέρια μας.
Οι μεγάλοι κίνδυνοι είναι μπροστά μας και αν δεν τους αντιμετωπίσουμε ενωμένοι, δεν θα τους αντιμετωπίσουμε καθόλου. Θα χάσουμε όλοι μαζί, δεν θα χάσουν ούτε οι παλιοί ούτε οι νέοι. Θα χάσει η εκκολαπτόμενη συμμαχία μας. Θα χαθεί η προοπτική.
Οι κίνδυνοι είναι ακόμη εδώ και πρέπει να αντιμετωπιστούν σαν οι μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας:
Ο κίνδυνος να ταυτιστεί η πολιτική με την απόλυτη υποκρισία
Η πολιτική καχυποψία που έχουμε όλοι για όλους είναι πολλές φορές εύλογη κριτική στάση, ειδικά μετά την ελεγχόμενη χρεωκοπία που ζούμε. Όμως πάει να πάρει διαστάσεις μονομανίας. Έχουμε ταυτίσει την πολιτική με την «κρυφή ατζέντα» και θεωρούμε αυτονόητο αυτή να υπάρχει. Η πολιτική κοντεύει να γίνει συνώνυμο της εξαπάτησης, της αποτυχίας, του παιχνιδιού που οι «κακοί» κερδίζουν πάντα τους «καλούς». Εάν αυτή η εντύπωση υπερισχύσει δεν υπάρχει γυρισμός, όχι μόνο από την οικονομική κρίση αλλά στο ίδιο το δημοκρατικό ήθος, στην ίδια την κοινωνική ειρήνη. Η έννοια της πολιτικής εμπιστοσύνης πρέπει να ανακτηθεί.
Γι αυτό όσον αφορά τουλάχιστον στη δημοκρατική παράταξη πρέπει να ανοίξουν όλοι, όλα τα χαρτιά τους σε ένα κοινό τραπέζι. Τώρα! Αύριο, θα είναι αργά.
Για την αντιμετώπιση άλλωστε της πολιτικής καχυποψίας, οι προτάσεις μας για την κατάργηση της βουλευτικής ασυλίας, για την χρηματοδότηση των κομμάτων, για τον περιορισμό του αριθμού των βουλευτών σύντομα θα δουν το φως της δημοσιότητας.
Ο δεύτερος μεγάλος κίνδυνος είναι ο κ.Καρυπίδης
Όχι σαν πρόσωπο, σαν περίπτωση. Το μεγάλο πρόβλημα δεν είναι να κερδίσει τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας που σκίζει ή αναθεωρεί το μνημόνιο, ή οι νεοκομμουνιστές σύντροφοί του. Το πρόβλημα είναι ότι εάν κερδίσει τις εκλογές o ΣΥΡΙΖΑ ο μόνος δρόμος συμμαχιών που έχει αφήσει εφικτό είναι αυτός του κ.Καρυπίδη, αυτός της ακραίας εθνικολαϊκιστικής παρακμής. Δυστυχώς η αντιμνημονιακή μανία όλων αυτών των χρόνων της ελληνικής «ριζοσπαστικής αριστεράς» έχει αφήσει ως δυνατή κυβερνητική επιλογή μόνο μια: την απόλυτη οπισθοδρόμηση. Αλλιώς πολλοί από εμάς που έχουν γαλουχηθεί με τα διαβάσματα, τους ανθρώπους, τον κύκλο της αριστερής σκέψης δεν θα είχε ζήτημα, η αριστερά θα ήταν η μόνη λογική πολιτική διέξοδος. Όμως δυστυχώς δεν είναι έτσι. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι η επανάληψη της ιστορίας του ΠΑΣΟΚ που φαντασιώνονται ορισμένοι. Είναι η κακή φάρσα της. Είναι η αριστερά σε εισαγωγικά. Εάν δεν υπήρχαν τα social media και η κατακραυγή που προέκυψε θα υπήρχε σήμερα υποψήφιος περιφερειάρχης της «αριστεράς» με αντισημιτικές αντιλήψεις και πίστη στους εξωγήινους. Εκεί φτάσαμε.
Ο τρίτος κίνδυνος είναι να πιστέψουμε ότι ο συντηρητισμός είναι μονόδρομος
Το γεγονός της κρίσης, το γεγονός ότι απαιτούνται μεγάλες συγκλίσεις και συμβιβασμοί δεν μπορεί να μας κάνει να εθελοτυφλούμε μπροστά σε αυτούς που κυβερνούν οι οποίοι ελέγχουν τους αντιπάλους τους για τα θρησκευτικά τους φρονήματα. Που προσπαθούν να αφαιρέσουν τα δικαιώματα των νόμιμων μεταναστών, των ανθρώπων που έχουν χύσει αίμα και ιδρώτα στην Ελλάδα, ταυτίζοντας τους μάλιστα συνολικά με το έγκλημα. Το ότι μας κυβερνούν κάποιοι που μιλάνε για ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας το 2014 είναι θλιβερό, είναι αντιδραστικό, είναι βαθιά δεξιό. Το ότι οι ίδιοι άνθρωποι έγιναν σε μια μέρα από αντιμνημονιακοί υπερασπιστές της καταστροφής -για τη δική τους προσωπική πολιτική καριέρα- υπέρμαχοι του μνημονίου δεν μπορεί να ξεχαστεί. Αποτελεί το επιστέγασμα της πολιτικής υποκρισίας. Έφτιαξε το αντιδραστικό κίνημα των αγανακτισμένων, προετοίμασε το δρόμο στην επέλαση της ακροδεξιάς.
Το ίδιο όμως δεν μπορούμε άλλο να ανεχτούμε τον ευρωπαϊκό συντηρητισμό, τον εθνικισμό, το δόγμα «λιτότητα για τη λιτότητα». Δεν μπορούμε να ακούμε ότι η Ελλάδα είναι λιγότερο Ευρώπη. Η Ελλάδα, σήμερα, όχι στο παρελθόν, εδώ και τέσσερα χρόνια είναι το κέντρο της Ευρώπης. Αν χάσει η Ελλάδα θα χαθεί η ενωμένη Ευρώπη. Η Ελλάδα έχει κάνει την μεγαλύτερη οικονομική προσαρμογή που μπορούσε να επιτευχθεί σε τόσο σύντομο διάστημα. Έχει δεχτεί τα λάθη της. Είναι η ώρα του σεβασμού αλλά και της έλλογης διεκδίκησης. Δεν ζητάμε την επιστροφή στο δανεικό παρελθόν αλλά στο να προσδιορίσουμε το μέλλον μας με αξιοπρέπεια. Μπορεί να μην τα κάναμε όλα αλλά, κάναμε πολλά, βουλιάξαμε και ξανακολυμπήσαμε. Δεν είναι λίγο.
Το έλλειμμα δημοκρατίας στη ενωμένη Ευρώπη είναι γεγονός. Η Ε.Ε. που πασάρει την πολιτική σε τρόικες, που μειώνει την αίσθηση των πολιτών ότι μπορούν να αποφασίσουν και να ρυθμίσουν τη ζωή τους είναι μια εφιαλτική Ευρώπη, είναι η Ευρώπη που θα γεννήσει τα νέα εθνικά μίση, θα θεριέψει το ρατσισμό. Η μόνη διέξοδος από την Ευρώπη που λιγότερο βοηθά και νουθετεί και περισσότερο πειθαρχεί και στιγματίζει λαούς είναι η ενίσχυση μιας ρεαλιστικής αλλαγής: Η ενίσχυση των ευρωπαίων σοσιαλδημοκρατών, παρά τις μεγάλες αδράνειες και υστερήσεις που κι αυτοί έδειξαν στην περίοδο της κρίσης. Οι άλλες επιλογές δεν μας οδηγούν απλά στον ευρωσκεπτικισμό αλλά στο ευρωσκοταδισμό.
Ο τέταρτος μεγάλος κίνδυνος είναι ο φασισμός
Δεν χρειάζεται πια ανάλυση γι αυτό. Η Χρυσή Αυγή στην τρίτη θέση στις προσεχείς ευρωεκλογές, μετά από όσα έγιναν και αποκαλύφθηκαν, θα είναι η εθνική ντροπή μας, για καιρό. Είναι το ενδεχόμενο που η δημοκρατική παράταξη πρέπει να αποτρέψει με κάθε τρόπο. Εάν υπάρχει σήμερα κάποιο ιερό δημοκρατικό χρέος, είναι αυτό…
Ο πέμπτος μεγάλος κίνδυνος είναι ήδη γεγονός. Το γύρισμα της πλάτης των νέων
Η αδιαφορία των νεότερων «γι αυτά που θα γίνουν γι αυτούς χωρίς αυτούς», η πλήρης απαξίωση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, της πολιτικής ως τρόπου αλλαγής των πραγμάτων είναι ένα πρόβλημα πάρα πολύ σύνθετο. Η αδιαφορία των νέων δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας ανικανότητας ή αποβλάκωσης. Το αντίθετο. Είναι αποτέλεσμα εύλογης απογοήτευσης. Είναι αποτέλεσμα του άγχους όχι του «τι κάνουμε αύριο» αλλά ότι δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα σήμερα. Είναι αποτέλεσμα της χρόνιας εξίσωσης της πολιτικής με το βύσμα και το ρουσφέτι μέσω των γονέων που τώρα δεν υπάρχει. Είναι γιατί τα ενδιαφέροντά τους είναι πολλά, κατακερματισμένα, η ζωή τους ένα διαρκές σερφάρισμα. Απίστευτος αριθμός ερεθισμάτων αλλά και απουσία πλαισίου, οικογενειακού, εκπαιδευτικού, επαγγελματικού. Δεν είναι τυχαίο που μόνο τα κόμματα που εν πολλοίς ανακυκλώνουν εύκολα δόγματα βρίσκουν απήχηση σε ένα κομμάτι της νεολαίας που θέλει να πολιτικοποιηθεί. Η πλαισίωση, κάποιες βεβαιότητες, σε ένα γενικό περιβάλλον αβεβαιότητας είναι κάτι που τους δίνει νόημα, συλλογικότητα, οντότητα.
Αυτή την πλαισίωση πρέπει να τους δώσουμε αλλά με τρόπο που θα αποτρέπει δογματισμούς και στερεότυπα. Που θα τους ξεμπλοκάρει. Μόνο έτσι θα ακούσουν. Κι αυτό δεν περιορίζεται μόνο στο πολιτικό επίπεδο αλλά πρέπει να διαπερνά τα πάντα. Για παράδειγμα η μεγάλη ανασφάλεια της ανεργίας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί εάν δεν πλαισιωθούν οι νέοι με ένα νέο σχήμα επαγγελματικού προσανατολισμού. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο εάν θιχτούν οικογενειακές πρακτικές εσφαλμένες, εάν ξανά αποκτήσει αξία η χειρωνακτική εργασία, εάν αλλάξει η δομή τη τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που παράγει σε λάθος αριθμούς ειδικεύσεις. Τέρμα στο όνειρο να γίνει το παιδί γιατρός ή δικηγόρος, όχι άλλες σχολές παραγωγής ημιμαθών ανέργων, ναι σε νέα επαγγέλματα ταπεινά, υπαρκτά, εξωστρεφή.
Τους κινδύνους αυτούς καλείται να παλέψει εκείνη η παράταξη που στη χώρα αυτή έχει γίνει συνώνυμο του εκδημοκρατισμού και των ειρηνικών κοινωνικών επαναστάσεων, παρά τα σφάλματά της, παρά τις προδοσίες της, παρά τις καθυστερήσεις της. Είναι αυτή η παράταξη που μπροστά στη καταστροφή δεν έβαλε μπροστά το πολιτικό κόστος, αυτοτιμωρήθηκε. Είναι η παράταξη που έκανε την πατριωτική επιλογή να κρατήσει τη χώρα πονεμένη αλλά ζωντανή, να μη σβήσει εντελώς το φως για τις επόμενες γενιές. Είναι η παράταξη που τώρα πρέπει να εγγυηθεί το κράτος πρόνοιας όχι για τους «κατά φαντασία ασθενείς» αλλά γι’ αυτούς που το έχουν πραγματική ανάγκη, που πρέπει να ανασυστήσει όχι τον κρατικοδίαιτο συνδικαλισμό αλλά αυτόν στον ιδιωτικό τομέα που στενάζει, να εισάγει το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα σε εθνική κλίμακα.
Εμείς η πρωτοβουλία των 58+ θέλουμε να μείνουμε το συγκολλητικό υλικό αυτής της παράταξης, είμαστε αυτοί που τροχοδρομήσαμε όχι το τρένο της αλλαγής της δεκαετίας του 80, αλλά αυτό της συνεννόησης και της μελλοντικής προοπτικής. Όπως ειπώθηκε και στο Ακροπόλ είμαστε εδώ για να μείνουμε ως καύσιμο ιδεών και προτάσεων, ως διαρκής υπενθύμιση ότι το τρένο της συμφιλίωσης και της μεταρρύθμισης για να φτάσει στον προορισμό του πρέπει κρατήσει τα βαγόνια ενωμένα και διαρκώς ανανεωνόμενα. Σε αυτό τα ταξίδι ελπίζουμε, είμαστε σίγουροι μάλλον, ότι σύντομα θα συναντηθούμε και με τις φιλελεύθερες δυνάμεις και με τις αριστερές δυνάμεις του ρεαλισμού.