Δεν είναι εύκολο να δεχθεί ένας λαός την απότομη πτώση του βιοτικού του επιπέδου, ιδιαίτερα όταν έχει συνηθίσει να το βλέπει να ανεβαίνει με αυτόματες σχεδόν διαδικασίες. Ακόμη πιο δύσκολο είναι να δεχθεί την αίσθηση της ανασφάλειας που προκαλούν η ύφεση και η ραγδαία άνοδος της ανεργίας σε ύψη που δημιουργούν προϋποθέσεις κοινωνικής αναταραχής. Νιώθει απόγνωση και παραδίδεται δίχως αντίσταση σε εκείνους που καλλιεργούν ψευδαισθήσεις και επενδύουν στην οργή του εκ του ασφαλούς και δίχως να προτείνουν λύσεις στα προβλήματά του. Είτε θέλουμε να το παραδεχθούμε είτε όχι, ακόμη και στις ημέρες των παχειών αγελάδων, οι Ελληνες είμαστε ένας λαός που λειτουργεί περισσότερο με το θυμικό και λιγότερο με τη λογική. Τις ημέρες των ισχνών αγελάδων, σαν αυτές που ζούμε σήμερα, χάνεται και κάθε ίχνος συλλογικότητας, που έτσι κι αλλιώς σπάνιζε και σπανίζει στη χώρα μας. Αντίθετα, ορθώνεται ένα τείχος άρνησης απέναντι σε κάθε ιδέα αλλαγής, πόσω μάλλον σε κάθε μέτρο που επιβαρύνει τον ατομικό και οικογενειακό προϋπολογισμό.
Το νέο πρόγραμμα στήριξης (ή Μνημόνιο) αποτελεί αντικείμενο τυφλής απόρριψης. Οι πολιτικές δυνάμεις που το στηρίζουν δεν το ενστερνίζονται και δημιουργούν την αίσθηση ότι το δέχθηκαν με «το πιστόλι στον κρόταφο». Ετσι αντιμετωπίζουν την κατάσταση από την πρώτη στιγμή που διαπιστώθηκε ότι η χώρα κρέμεται με μια κλωστή πάνω από την άβυσσο. Κι όμως, το νέο πρόγραμμα στήριξης, όπως και το προηγούμενο, δεν περιλαμβάνει μόνο επώδυνα και αντιπαθητικά μέτρα για τον γενικό πληθυσμό. Περιλαμβάνει και ρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις οι οποίες κανονικά έπρεπε να είχαν γίνει πριν επέλθει η κρίση και θα λειτουργήσουν υπέρ του μέσου πολίτη. Αυτά όμως δεν τα ακούει ο μέσος πολίτης. Ακούει τον κ. Τσίπρα να διαλαλεί ότι «δεν είναι Ελληνες αυτοί που μας κυβερνούν», ακούει βουλευτή του ΚΚΕ να απειλεί μέσα στη Βουλή με «φωτιά και τσεκούρι» τους «προσκυνημένους», διαπιστώνει ότι στις τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα κυριαρχεί ανέξοδα και για διάφορους λόγους ο λαϊκισμός και διαβάζει άρθρα δημοσιογράφων, όπου ο ναπολεοντισμός υπονομεύει την ευθυκρισία τους, να χαρακτηρίζουν «Γερμανοτσολιάδες» συναδέλφους τους επειδή υποστηρίζουν ότι η επιβίωση της Ελλάδας συμβαδίζει με την παραμονή της στην Ευρωζώνη. Θα μπορούσε κανείς να επισημάνει ότι τα παραπάνω και μαζί με αυτά και η καταστροφική δράση των νεοβανδάλων με κάθε ευκαιρία δημιουργούν εμφυλιοπολεμικό κλίμα. Ας μη φτάσουμε, όμως, μέχρις εκεί. Το σίγουρο είναι ότι τρέφουν μία νοοτροπία αλόγιστης οργής και συστηματικής άρνησης, που δεν πρόκειται να επιτρέψει στη χώρα να ανακάμψει. Οι τρομεροί κίνδυνοι για την Ελλάδα δεν προέρχονται μόνο από τους εφιαλτικούς οικονομικούς δείκτες, τα όποια αδιέξοδα της «συνταγής» ή τη σκληρή στάση των εταίρων – δανειστών. Προέρχονται και από τους κήρυκες του μίσους στον δημόσιο λόγο, που δυστυχώς επηρεάζουν τους πληγωμένους Ελληνες.