Οι χαμηλές πτήσεις στο Αιγαίο

Λάρκος Λάρκου 28 Μαϊ 2022

Σύμφωνα με την «Καθημερινή» (21/5), «στα 2,5 ναυτικά μίλια από την Αλεξανδρούπολη έφθασαν δύο τουρκικά μαχητικά F-16 στις 18 Μαϊου. Οξύτατη αντίδραση της Αθήνας η οποία κίνησε διαδικασίες για διάβημα και άμεση ενημέρωση συμμάχων και εταίρων».

Ο Κ. Μητσοτάκης και τα φιλικά προς αυτόν ΜΜΕ θεώρησαν ότι θριάμβευσε επί της Τουρκίας στην πρόσφατη επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον. Ιδού τι είπε την ίδια ημέρα ο εκπρόσωπος του αμερικανικού Υπεξ: «Ενθαρρύνουμε όλα τα κράτη να επιλύσουν τα ζητήματα θαλάσσιας οριοθέτησης ειρηνικά και σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο».

Η Αθήνα έχει κάνει σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν «διαβήματα σε συμμάχους και εταίρους». Υπάρχει κάποιο αποτέλεσμα; Ποιο; Όλοι οι διεθνείς παίκτες λένε το ίδιο: διάλογος, συνομιλίες, διεθνές δίκαιο. Ποιος ερμηνεύει το διεθνές δίκαιο στον υπάρχοντα πλανήτη; Μόνο το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης! Κανένας δεν λέει ότι η Ελλάδα έχει το δίκαιο με το μέρος της. Όλοι δείχνουν το ΔΔ της Χάγης για να βρεθεί το δίκαιο με βάση το Διεθνές Δίκαιο!

Ο Τ. Ερτογάν μιλώντας στην ΚΕ  του ΚΑΔ (19/5) ότι «ο Μητσοτάκης είχε πει «να μην εμπλέκουμε τρίτους σε αυτή τη δουλειά, αλλά πήγε και μίλησε με τις ΗΠΑ για αυτό το θέμα. Θα μπορούσαμε να είχαμε συνομιλίες στρατηγικής συνεργασίας με την Ελλάδα, αλλά πρέπει να το αναθεωρήσουμε αυτό».

Όσο η ελληνική εξωτερική πολιτική καθορίζεται ως αντιπαραθετική προς την Τουρκία, θα παράγεται το ίδιο αποτέλεσμα. Οι ΗΠΑ δεν προτιμούν την Τουρκία έναντι της Ελλάδας, ούτε το ανάποδο. Θέλουν και τις δύο συμμάχους τους. Ο φαύλος κύκλος θα σπάσει μόνο εφόσον προταχθούν πολιτικές που κερδίζουν πραγματική διεθνή στήριξη. Θέλει η Ελλάδα προσφυγή στο ΔΔ της Χάγης για τα «αιγαιακά»; Αν ναι, γιατί δεν ζήτησε να μπει στο ανακοινωθέν με Μπάιντεν; Θέλει να πει κάτι στο κυπριακό; Δεν λες μόνο τι απορρίπτεις («δύο κράτη»), λες και τι προτείνεις. Η τελευταία απόπειρα για λύση ΔΔΟ έγινε μέσα από το Πλαίσιο Γκουτέρες. Αν το υποστηρίζει, το λέει. Αν σιωπά είναι για να μην ενοχλήσει τον Ν. Αναστασιάδη.

Γιατί η Ελλάδα δεν κατέρριψε τα δύο τουρκικά αεροπλάνα «στα 2,5 ναυτικά μίλια από την Αλεξανδρούπολη»; Η εξήγηση βρίσκεται στους συσχετισμούς δύναμης. Με βάση αυτούς, ακολουθείται η πρακτική που καθιέρωσε ο παλιός Καραμανλής και (ακολούθησαν οι μετέπειτα ελληνικές κυβερνήσεις) απομακρύνονται από τον ελληνικό εναέριο χώρο.

 Οι διερυνητικές επαφές ανάμεσα στις χώρες είναι ουσιαστικά ανύπαρκτες. Κατ’ αρχήν προσέγγιση Ελλάδας-Τουρκίας το 2003: Χωρικά Ύδατα, Εναέριος Χώρος σαν σε βεντάλια 6, 10, 12νμ. Το 2021 η αρχική Τουρκική πρόταση για ΧΥ και ΕΧ στα 6νμ.

Αυτό το διάστημα, η Τουρκία επιλέγει πιο μαζικές και πυκνές χρονικά παραβιάσεις και αυτό προκύπτει από αποφάσεις σε επίπεδο ΣΕΑ. Η συνέχεια, ακόμα πιο απρόβλεπτη: Τ. Ερτογάν: «Δεν υπάρχει πια για μένα Μητσοτάκης. Δεν θα συμφωνήσω ποτέ να συναντηθώ μαζί του. Θα συνεχίσουμε τον δρόμο μας με έντιμους πολιτικούς», 22/5. Ο Κ. Μητσοτάκης απάντησε (25/5) πως «δεν πρόκειται ποτέ να είμαστε εμείς αυτοί που δεν θα μιλάμε στους γείτονές μας».

Σε ένα γενικότερο πλαίσιο, θεωρώ ότι κανένας Έλληνας πρωθυπουργός από την μεταπολίτευση στην Ελλάδα και μετά, δεν χειρίστηκε τις Ε/Τ σχέσεις με τόση ελαφρότητα όσο ο Κ. Μητσοτάκης. Το ουσιώδες μέρος: Η Τουρκία είναι μια χώρα με ειδικό βάρος, με ειδικά χαρακτηριστικά: ιστορία, γεωγραφία, πολιτική εξέλιξη- Κεμαλική, Ερτογανική. Η διαχείριση των προβλημάτων απαιτεί ειδική γνώση, κατά συνέπεια η επιλογή των προσώπων που θα τα διαχειριστούν (πολιτικοί, διπλωμάτες) πρέπει να γίνεται από το πάνω ράφι.

Οι τρεις κύριοι τρόποι στη διαχείριση θεμάτων που διασυνδέονται με τις Ε/Τ σχέσεις:

• Ο πρώτος, αυτός του Κ. Μητσοτάκη: επιλέγεις τον Ν. Δένδια ως υπουργό εξωτερικών, αυτός καταγγέλλει μέρα-νύχτα και ίσως, έτσι, έρθει μια νέα 4ετία.

• Ο δεύτερος, αυτός του Α. Παπανδρέου. Ο Ανδρέας με «βυθίσατε το Χόρα» και με Νταβός. Και με κρίση του Μάρτη του 1987 και με Τ. Οζάλ στην Αθήνα. Και «δεν απεμπολούμε τα 12 μίλια» και συμφωνία Παπούλια-Γιλμάζ για ΜΟΕ τα καλοκαίρια. Και με ρήξεις και με «ήρεμα νερά». Παπανδρεϊκος τρόπος: απρόβλεπτος και ρεαλιστικός

• Ο τρίτος, αυτός του Κ. Σημίτη: «Στρατηγική της Ελλάδας, ήταν να συναρτηθεί η επίλυση προβλημάτων της περιοχής με τη διεύρυνση της Ε.Ε. Η Ε.Ε. να επιδιώκει την επίλυσή τους. Η Ε.Ε. να τα θεωρεί ως εμπόδια που πρέπει να ξεπεραστούν και να εργαστεί η ίδια για την υπέρβασή τους. Η Ελλάδα πέτυχε μια άλλη στρατηγική από εκείνη της διμερούς αντιπαλότητας, με μια ευρωπαϊκή στρατηγική», εφ/δα τα Νέα, 23/4/04.

Η στρατηγική Σημίτη οδήγησε στην ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ και έφερε συγκλίσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία το 2003 για το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Ο Κ. Μητσοτάκης γύρισε τα πράγματα στην εποχή της «διμερούς αντιπαλότητας». Έτσι και το «ουδέν σχόλιο» (26/5) από την εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις δηλώσεις Ερντογάν την προηγούμενη μέρα.

Δεν βλέπω πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα ικανές να «αξιοποιήσουν» μια επιτυχημένη στρατηγική στα νέα, πιο πολύπλοκα δεδομένα. Σήμερα, η φράση του Α. Παπανδρέου «μη πόλεμος», ίσως να ηχεί πιο επίκαιρη από πριν. Οι διορατικές φωνές έχουν υποχωρήσει μπροστά στις μυλόπετρες της δημαγωγίας. Πλέον το απρόβλεπτο, ή το τυχαίο, ίσως, γίνει προβλεπτό. Δύο χώρες, ένα «ατύχημα». Σε πολλούς Ε/Κ αυτά φαίνονται πολύ μακρινά. Και όμως! Η «ουρά» τους πιάνει το Βαρώσι!