Πηγή: *Το άρθρο δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί αυτή την Παρασκευή στα περίπτερα.
Eίναι πια κοινή συνείδηση ότι από τον Σεπτέµβριο µια εντελώς νέα πραγµατικότητα θα προβάλλει σε όλο τον κόσµο – και στην Ελλάδα. Πρώτον, τα αποτελέσµατα της ύφεσης θα γίνουν απτά στην πραγµατική οικονοµία και στις ζωές των ανθρώπων. Επιχειρήσεις θα κλείσουν, η ανεργία θα εκτιναχτεί, θα υπάρχει ένας αγωνιώδης αγώνας δρόµου να προλάβει το Ευρωπαϊκό Ταµείο Ανάκαµψης να διασώσει µια µη αναστρέψιµη κατάσταση.
Δεύτερον, µοιάζει αναπόφευκτος ένας δεύτερος κύκλος της πανδηµίας, καθώς το εµβόλιο και τα φάρµακα αποµακρύνονται προς το 2021 – και βλέπουµε. Τρίτον, ο συνδυασµός της ύφεσης και της πανδηµίας αλλάζει θεµελιωδώς τη λειτουργία της οικονοµίας και της εργασίας. Αυτές οι νέες µορφές ευνοούν κάποιες κατηγορίες επιχειρήσεων και εργαζοµένων, αλλά απειλούν µε απόλυτη περιθωριοποίηση τις παραδοσιακές µορφές του επιχειρείν και του εργάζεσθαι. Τέταρτον, οι συνδυασµένες τεκτονικές αλλαγές στο µέτωπο της οικονοµίας και της υγείας κλονίζουν ακόµη περισσότερο τη ρευστότητα στο διεθνές σύστηµα, που, ήδη, λαϊκιστές πολιτικοί, όπως ο Trump, είχαν αφρόνως δροµολογήσει.
Ο πλανήτης αυτή τη στιγµή δεν έχει «σταθερές». Κανείς δεν µπορεί να ποντάρει µε ασφάλεια στη συµπεριφορά των µεγάλων παικτών σε σχέση µε οτιδήποτε: από τη στάση τους έναντι των Συµφωνιών του Παγκόσµιου Οργανισµού Εµπορίου, τις Συµφωνίες για την Κλιµατική Αλλαγή έως την αντιµετώπιση του Παγκόσµιου Οργανισµού Υγείας. Ακόµη περισσότερο τη στάση τους σε περίπτωση περιφερειακών συγκρούσεων, όπου θα εµπλέκονται και τα δικά τους αντικρουόµενα συµφέροντα. Σε αυτή την περίπτωση, η έννοια «Συµβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ» θα µπορεί να καταγραφεί ως το πιο σύντοµο ανέκδοτο…
Στο πλαίσιο αυτής της επίφοβης ρευστότητας, η Ελλάδα αντιµετωπίζει µια πρόσθετη πρόκληση. Είναι σαφές ότι η Τουρκία θα επιχειρήσει να επιβάλει την κυριαρχία της στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως ακριβώς την περιγράφει στο στρατηγικό δόγµα της Γαλάζιας Πατρίδας και την υλοποιεί µε το απολύτως παράνοµο Τουρκολιβυκό Σύµφωνο Οριοθέτησης Θαλασσίων Ζωνών, το οποίο –ως γνωστόν– αναγνωρίζει στην Κρήτη, το πέµπτο µεγαλύτερο νησί της Μεσογείου, επήρεια µόνον έξι µιλίων, έναντι των διακοσίων µιλίων που αναγνωρίζει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας! Είναι επίσης σαφές ότι διευκολύνουν ιδιαίτερα τους τουρκικούς σχεδιασµούς οι αποδεδειγµένοι –όσο και ακατανόητοι– προσωπικοί δεσµοί και η «κατανόηση» µεταξύ Τραµπ και Ερντογάν.
Η τουρκική αμφισβήτηση είναι πολύ πιθανόν να επιχειρηθεί έµπρακτα, ακριβώς το διάστηµα που παρέχει η «οµπρέλα ασφαλείας» του Trump, δηλαδή από αρχές Αυγούστου έως τις εκλογές του Νοεµβρίου. Η απόφαση της Τουρκίας να προχωρήσει στη δηµιουργία τετελεσµένων µπορεί να αποτραπεί, µε µία κυρίως προϋπόθεση: ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης –και όλο το κοµµατικό σύστηµα– θα καταστήσουν σαφές προς όλες τις κατευθύνσεις ότι µια τέτοια απόπειρα δεν θα γίνει δεκτή και ότι θα ακυρωθεί στην πράξη, τη στιγµή που θα επιχειρηθεί, µε αντίστοιχο τρόπο και µέσα.
Η αποφασιστική στάση της Ελλάδας θα διευκολύνει την ενεργοποίησή του, ως τώρα, αδρανούς παράγοντα, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πέρα από τη σταθερή Γαλλία, η διστακτική Γερµανία παρουσιάζεται πια να θέλει να αποτρέψει ένα θερµό επεισόδιο που «θα σκάσει στα χέρια της» στη διάρκεια της προεδρίας της.
Και όλο και περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δείχνουν να συµµερίζονται τη λογική ότι δεν µπορεί η Ευρωπαϊκή Ένωση να συναινέσει στη στρατηγική επιδίωξη του Ερντογάν να προβάλλει ως ισότιµος συνοµιλητής µε τη Δύση, ως ηγέτης του σουνιτικού Ισλάµ. Γιατί περί αυτού πρόκειται και όχι για διεκδικήσεις έναντι της Ελλάδας. Η Ελλάδα είναι, απλώς, το πρώτο βήµα προβολής του νεοθωµανικού επεκτατισµού στη Δύση. Και στην ευρωπαϊκή –και ευρύτερη– κατανόηση αυτού του βαθύτερου προβλήµατος που αντιπροσωπεύει ο τουρκικός αναθεωρητισµός βοήθησε αποφασιστικά ο Εrdogan µε τη µετατροπή της Αγίας Σοφιάς σε τζαµί.
Με αυτά τα δεδοµένα, είναι ορατό ότι η Ελλάδα είναι αντιµέτωπη µε την «τέλεια καταιγίδα». Εκτός από την προοπτική της συµβολής του Ταµείου Ανάκαµψης στην ανασύνταξη της ελληνικής οικονοµίας, σε όλα τα µέτωπα, η Ελλάδα είναι υποχρεωµένη να εφεύρει την περαιτέρω πορεία της. Να πρωτοτυπήσει και να καινοτοµήσει στις επιλογές της. Με σταθερή πυξίδα τη συµµετοχή της στον σκληρό πυρήνα των ευρωπαϊκών θεσµών και εξελίξεων, θα χρειαστεί, σε σύντοµο χρόνο, να επεξεργαστεί ένα συνεκτικό σχέδιο εθνικής ανασύνταξης για το σύνολο των προκλήσεων που αντιµετωπίζει.
Αυτό σηµαίνει ότι, όσο ποτέ, είναι η ώρα µεγάλων πολιτικών αποφάσεων. Που αφορούν, βέβαια, πρωτευόντως την κυβέρνηση. Αλλά αναλογεί ουσιώδες µερίδιο ευθύνης και στην αντιπολίτευση, µείζονα και ελάσσονα.
Η αντιπολιτευτική τακτική του Σύριζα είχε προσπαθήσει να επικολλήσει στον Κυριάκο Μητσοτάκη την προσωνυµία «Μωυσής». Ωστόσο, η αναλογία που αντιστοιχεί περισσότερο στον πρωθυπουργό δεν είναι ο Μωυσής, µε τη µία και µόνη αποστολή του, αλλά ο Ηρακλής και οι πολλοί και διαφορετικοί άθλοι του, που έπρεπε να πραγµατοποιηθούν. Ποιοι είναι λοιπόν οι εκκρεµείς άθλοι του Ηρακλέους στην τριετία που έρχεται, αρχίζοντας από σήµερα:
Επιβάλλεται, πρώτον, να οριστικοποιηθεί ο λεπτοµερειακός σχεδιασµός των παρεµβάσεων οικονοµικής και κοινωνικής «θεραπείας» των επιπτώσεων της ύφεσης, που θα γίνουν απότοµα ορατές τον Σεπτέµβριο και θα κλιµακώνονται (αν δεν υπάρξει σωστός σχεδιασµός) µε γεωµετρική πρόοδο προς τον Δεκέµβριο. Οι αδυναµίες του ΤΕΠΙΧ για τους µικροµεσαίους και τα µεγάλα κενά στις προβλέψεις για την ανεργία χρειάζονται πλήρη αναθεώρηση και λεπτοµερή προσαρµογή.
Αυτό, όµως, είναι «αµυντικό», σωστικό βήµα. Χρειάζεται, επιπροσθέτως, ο λεπτοµερής σχεδιασµός και η δροµολόγηση ενός ορθά ιεραρχηµένου προγράµµατος για την παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας. Επιχειρήσεις και τοµείς «ζόµπι» πρέπει να σταµατήσουν να αποµυζούν πολύτιµους πόρους, αξιοποιώντας την πολιτική τους ισχύ στο γνωστό σχήµα της διαπλοκής. Ανταγωνιστικοί τοµείς πρέπει να ενθαρρυνθούν µε κίνητρα και αποφασιστικά µέτρα να διασφαλίσουν ελκυστικό και σταθερό περιβάλλον για τις επενδύσεις.
Η προσέγγιση του κρίσιμου αυτού ζητήµατος, µέσω της «Επιτροπής Πισσαρίδη», είναι λανθασµένη επιλογή. Οι µελέτες του ΣΕΒ, του ΙΟΒΕ και της διαΝΕΟσις είναι πλήρεις όσον αφορά την υπόδειξη των κατευθύνσεων και των αναγκαίων µέτρων για την παραγωγική αναδιάρθρωση της χώρας. Δεν χρειάζεται εποµένως µια νέα Επιτροπή Σοφών. Αυτό που χρειάζεται είναι µια κυβερνητική task force για να συντονίσει, να εναρµονίσει και να κάνει πράξη τις κυβερνητικές αποφάσεις µε τον ταχύτερο και καλύτερο τρόπο. Τίποτα δεν θα προχωρήσει, επίσης, αν δεν συνδεθεί το εκπαιδευτικό σύστηµα µε τις παραγωγικές ανάγκες ενός νέου, ψηφιακού και ανταγωνιστικού µοντέλου οικονοµίας. Η συνεχιζόµενη απαξίωση της Τεχνικής Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης, η ψιµυθιώδης «πανεπιστηµικοποίηση» των ΤΕΙ και η συνεχιζόµενη απόσταση των ΑΕΙ από τις ανάγκες της παραγωγής στερούν τη χώρα από το µέγιστο απαιτούµενο, που είναι το ικανά προετοιµασµένο ανθρώπινο κεφάλαιο στην εποχή της Τέταρτης Βιοµηχανικής Επανάστασης.
Και, φυσικά, η οικονοµική, κοινωνική και θεσµική ανασύνταξη της χώρας πρέπει να ολοκληρώνεται µε ισχυρές Ένοπλες Δυνάµεις, καθώς για µακρό χρόνο η ασφάλεια της χώρας και η προστασία των κυριαρχικών δικαιωµάτων θα προϋποθέτουν την ύπαρξη µιας αποτελεσµατικής εθνικής αποτρεπτικής αµυντικής ισχύος.
Με λίγα λόγια, η Ελλάδα για να προοδεύσει, για να είναι ευηµερούσα και ασφαλής, να ζει και να αναπτύσσεται εν ειρήνη, πρέπει να γίνει το Ισραήλ της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Όπως έχει, άλλωστε, όλες τις δυνατότητες και προϋποθέσεις να γίνει.
Ωστόσο, το Ισραήλ δεν το έφτιαξε ένας Ηρακλής, αλλά το σύνολο των Εβραίων, που πήραν την τύχη τους στα χέρια τους και οικοδόµησαν όλοι µαζί –οι Εβραίοι στο Ισραήλ και οι Εβραίοι της Διασποράς– αυτό το µικρό θαύµα, µέσα από τροµερές αντιξοότητες και δοκιµασίες.
Οι ελληνες, πέρα από τις πολύ ευνοϊκότερες προϋποθέσεις, έχουµε ακόµη έναν λόγο να το επιχειρήσουµε. Ο Ηρακλής συµβόλιζε στην κλασική αρχαιότητα τον Δήµο. Ήταν το σύµβολο της Δηµοκρατίας. Γιατί οι πρόγονοί µας ήξεραν ότι τα µεγάλα επιτεύγµατα προέρχονται από τη δύναµη ενός λαού, όχι από βασιλείς, τυράννους και ηγεµόνες. Και αντάξιοι ηγέτες ενός λαού στη Δηµοκρατία είναι όσοι εµπνέουν τον Δήµο και τολµούν για τα καλύτερα και όχι όσοι αδρανούν, οδηγώντας –τελικά– στα χειρότερα.